ΜΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
"ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ & ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ"

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΟΣ "ΝΟΜΟΙ - NOMOI Π.Δ."
Πίσω Aρχική σελίδα

 ΘΕΜΑ:  
ΝΟΜΟΣ 3891/2010 (ΦΕΚ Α΄ 188/04.11.2010)

Αναδιάρθρωση, εξυγίανση και ανάπτυξη του ομίλου ΟΣΕ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και άλλες διατάξεις για το σιδηροδρομικό τομέα.

Πρωτότυπο έγγραφο

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ

Αρ. Φύλλου 188

4 Νοεμβρίου 2010

________________________________________________________________

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3891

Αναδιάρθρωση, εξυγίανση και ανάπτυξη του ομίλου ΟΣΕ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και άλλες διατάξεις για το σιδηροδρομικό τομέα.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή.

Άρθρο 1

Σκοπός

Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η αναδιάρθρωση του σιδηροδρομικού τομέα και η διασφάλιση της εφαρμογής όλης της σχετικής με το σιδηροδρομικό τομέα νομοθεσίας της Ε.Ε. για την αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής σχετικά με τον ανταγωνισμό, την απασχόληση, την κοινωνική ασφάλιση, καθώς και τις κρατικές ενισχύσεις. Προς τούτο, επιδιώκεται από τον παρόντα νόμο η αναδιάρθρωση, η εξυγίανση και η στο μέτρο του εφικτού από δημοσιονομική και επιχειρηματική άποψη, ανάπτυξη του ομίλου ΟΣΕ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ, ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΟΜΙΛΟΥ ΟΣΕ ΚΑΙ ΤΡΑΙΝΟΣΕ

Άρθρο 2

Μετασχηματισμός εταιριών και ορισμοί

1. Οι εταιρίες που αποτελούν αντικείμενο των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου είναι οι εξής:

α) η εταιρία με την επωνυμία «Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος Ανώνυμη Εταιρεία» (εφεξής: «ΟΣΕ»),

β) οι ακόλουθες θυγατρικές εταιρίες του ΟΣΕ οι οποίες ιδρύθηκαν με βάση τις διατάξεις του άρθρ. 6 παρ. 2 περ. στ΄ του ν.δ. 674/1970:

(i) η εταιρία με την επωνυμία «ΓΑΙΑΟΣΕ − Ανώνυμη Εταιρεία Αστικών Ακινήτων, Κτηματικών, Οικοδομικών, Τουριστικών και Συναφών Επιχειρήσεων» (εφεξής: «ΓΑΙΑΟΣΕ»),

(ii) η εταιρία με την επωνυμία «ΕΡΓΑ ΟΣΕ Ανώνυμη Εταιρεία» (εφεξής: «ΕΡΓΟΣΕ»),

(iii) η εταιρία με την επωνυμία «Εθνικός Διαχειριστής Σιδηροδρομικής Υποδομής Ανώνυμη Εταιρεία» (εφεξής: «ΕΔΙΣΥ») και

γ) η εταιρία με την επωνυμία «ΤΡΑΙΝΟΣΕ Μεταφορές Μεταφορικές Υπηρεσίες Επιβατών και Φορτίου Ανώνυμη Σιδηροδρομική Εταιρεία» (εφεξής: «ΤΡΑΙΝΟΣΕ»), η οποία ιδρύθηκε από τον ΟΣΕ με βάση τις διατάξεις του άρθρ. 6 παρ. 2 περ. στ΄ του ν.δ. 674/1970 και ήδη ανήκει στο Δημόσιο.

2. Με τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως κινούνται αμελλητί οι διαδικασίες ολοκλήρωσης της συγχώνευσης των εταιριών ΟΣΕ και ΕΔΙΣΥ με απορρόφηση της δεύτερης από την πρώτη.

Μέχρι τη συντέλεση της συγχώνευσης οι αρμοδιότητες του Διαχειριστή Υποδομής συνεχίζονται να ασκούνται από την προς απορρόφηση εταιρία. Οπουδήποτε στον παρόντα νόμο γίνεται αναφορά στον ΟΣΕ ή και στον ΕΔΙΣΥ, θα νοείται ο ΟΣΕ μετά τη συγχώνευση με τον ΕΔΙΣΥ, εκτός εάν προκύπτει διαφορετικά από τα συμφραζόμενα.

3. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων μπορεί να μεταβιβασθεί το σύνολο των μετοχών της ΓΑΙΑΟΣΕ από τον ΟΣΕ στο Δημόσιο χωρίς αντάλλαγμα. Η μεταβίβαση αυτή απαλλάσσεται από οποιονδήποτε φόρο ή τέλος υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. Από τη συντέλεση της ανωτέρω μεταβίβασης των μετοχών της, η ΓΑΙΑΟΣΕ εποπτεύεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Άρθρο 3

Αρμοδιότητες ΟΣΕ

1. Το άρθρ. 1 του ν. 2671/1998 (ΦΕΚ 289 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 1

Αρμοδιότητες του ΟΣΕ

1. Ο ΟΣΕ ασκεί καθήκοντα διαχειριστή της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής όπως αυτή ορίζεται στην περίπτωση 16 του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005 (ΦΕΚ 60 Α΄).

2. Ως διαχειριστής της Σιδηροδρομικής Υποδομής, ο ΟΣΕ ασκεί τη διαχείριση και εκμετάλλευση της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής και έχει ιδίως την ευθύνη κατασκευής νέας υποδομής, συντήρησης και λειτουργίας της υφιστάμενης υποδομής, διαχείρισης των συστημάτων ρύθμισης και ασφάλειας της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας, καθώς και όσων αρμοδιοτήτων προβλέπονται από την εθνική και κοινοτική νομοθεσία για το διαχειριστή Σιδηροδρομικής Υποδομής.

3. Στις αρμοδιότητες του ΟΣΕ περιλαμβάνονται επίσης:

α) οι υπηρεσίες επισκευής, ανακατασκευής και συντήρησης τροχαίου και λοιπού σιδηροδρομικού υλικού,

β) η ίδρυση και λειτουργία σχολών ή εκπαιδευτικών κέντρων οποιασδήποτε φύσεως, για την παροχή εκπαίδευσης προς οποιοδήποτε πρόσωπο, όπως, ενδεικτικώς, για τους σκοπούς της Οδηγίας 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2007 «σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Κοινότητας» (ΕΕ L 315/51 της 3.12.2007), καθώς και

γ) κάθε άλλη δραστηριότητα που προβλέπεται από το καταστατικό του.

4. Για την εκπλήρωση των σκοπών του, ο ΟΣΕ μπορεί να ιδρύει θυγατρικές εταιρίες οποιασδήποτε μορφής ή να συμμετέχει σε εταιρίες ή σε κοινοπραξίες και να τους εκχωρεί αρμοδιότητες ή και δραστηριότητές του.»

2. Eντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ολοκληρώνονται οι απαραίτητες ενέργειες για την τροποποίηση του καταστατικού του ΟΣΕ προς το σκοπό της προσαρμογής του στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

3. Η περ. 6 του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Διαχειριστής Υποδομής: ο φορέας που έχει την ευθύνη για τη διαχείριση, εκμετάλλευση και συντήρηση της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής, καθώς και τη διαχείριση των συστημάτων ελέγχου και ασφάλειας της υποδομής.»

4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του π.δ. 41/2005 αντικαθίσταται ως εξης:

«1. Ο ΟΣΕ διαχειρίζεται την Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, μεριμνά για τη συντήρηση, βελτίωση και επέκτασή της και φέρει την ευθύνη της διαχείρισης των σχετικών επενδύσεων, στο πλαίσιο της γενικότερης εθνικής πολιτικής για τους σιδηρόδρομους, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1 του ν. 2671/1998 (ΦΕΚ 289 Α΄).»

5. Μετά την ολοκλήρωση της απορρόφησης του ΕΔΙΣΥ κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 2, η οργάνωση και λειτουργία του ΟΣΕ καλύπτει τους ακόλουθους, κατ’ ελάχιστον, τομείς λειτουργίας:

α) Τομέας Λειτουργίας 1: Ανάπτυξη, οικονομική διαχείριση, διοίκηση και υποστήριξη Περιλαμβάνονται κατ’ ελάχιστον οι λειτουργίες σχεδιασμού, μελέτης και ανάπτυξης δικτύου, παρακολούθησης και ελέγχου εφαρμογής της επιχειρησιακής στρατηγικής, χρηματοοικονομικού σχεδιασμού και διαχείρισης, διαχείρισης και διοίκησης του ανθρώπινου δυναμικού, σχεδιασμού, ανάλυσης και εγκατάστασης πληροφοριακών συστημάτων, παρακολούθησης και ελέγχου λειτουργίας των θυγατρικών εταιριών, διαχείρισης προμηθειών και εφοδιαστικής αλυσίδας, εκπαίδευσης ανθρώπινου δυναμικού, σχεδιασμού, διαχείρισης, λειτουργίας και ελέγχου του Κέντρου Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και εσωτερικού ελέγχου.

β) Τομέας Λειτουργίας 2: Σχεδίαση και διαχείριση δικτύου και εγκαταστάσεων.

Περιλαμβάνονται κατ’ ελάχιστον οι λειτουργίες σχεδιασμού και διαχείρισης θεμάτων ασφάλειας, διαλειτουργικότητας δικτύου και εν γένει εφαρμογής των σχετικών διατάξεων των Κανονισμών και Οδηγιών της Ε.Ε., καθορισμού προτύπων και προδιαγραφών κατασκευής του σιδηροδρομικού δικτύου και εγκαταστάσεων (επιδομής και υποδομής), ελέγχου της κατασκευής δικτύου και εγκαταστάσεων (επιδομής και υποδομής), καθώς και προγραμματισμού, υλοποίησης, παρακολούθησης, επιθεώρησης και ελέγχου της συντήρησης του δικτύου και των εγκαταστάσεων είτε με αυτεπιστασία είτε με ανάθεση σε τρίτους.

γ) Τομέας Λειτουργίας 3: Διαχείριση Κυκλοφορίας Περιλαμβάνονται κατ’ ελάχιστον οι λειτουργίες σχεδιασμού και διαχείρισης θεμάτων ασφάλειας της κυκλοφορίας στο σιδηροδρομικό δίκτυο και εν γένει εφαρμογής των σχετικών διατάξεων των Κανονισμών και Οδηγιών της Ε.Ε., κατανομής χωρητικότητας και διαχείρισης πρόσβασης, δήλωσης δικτύου, καθορισμού και είσπραξης τελών χρήσης υποδομής, σχεδιασμού, προγραμματισμού, συντονισμού και διαχείρισης της πραγματοποιούμενης κυκλοφορίας, καθώς και επιθεώρησης και ελέγχου της κυκλοφορίας.

δ) Τομέας Λειτουργίας 4: Συντήρηση Τροχαίου Υλικού Περιλαμβάνονται κατ’ ελάχιστον οι λειτουργίες σχεδιασμού και διαχείρισης θεμάτων ασφάλειας του τροχαίου υλικού κατ’ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των Κανονισμών και Οδηγιών της Ε.Ε., καθορισμού προτύπων και προδιαγραφών συντήρησής του, προγραμματισμού, υλοποίησης και επιθεώρησης της συντήρησης, επισκευής και ανακατασκευής του τροχαίου υλικού, καθώς και ελέγχου της συντήρησης τροχαίου υλικού βάσει των προτύπων και προδιαγραφών.

6. Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του ΟΣΕ μετά την απορρόφηση του ΕΔΙΣΥ στο πλαίσιο του προγράμματος εξυγίανσης και ανάπτυξης του ομίλου προσδιορίζεται ως αναγκαίο το ακόλουθο προσωπικό ανά Τομέα Λειτουργίας:

Τομέας Λειτουργίας

Αριθμός Προσωπικού

1. Ανάπτυξη, οικονομική διαχείριση, διοίκηση και υποστήριξη

220

2. Σχεδίαση και διαχείριση δικτύου και εγκαταστάσεων

800

3. Διαχείριση Κυκλοφορίας

860

4. Συντήρηση Τροχαίου Υλικού

920

Σύνολο

2.800

Ο κατά τα άνω αριθμός προσωπικού δύναται να αναθεωρείται από τον ΟΣΕ ανάλογα με τις εκάστοτε οργανωτικές ανάγκες, το σχεδιασμό και την ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου.

Άρθρο 4

Αρμοδιότητες ΕΡΓΟΣΕ

1. Στις αρμοδιότητες της ΕΡΓΟΣΕ περιλαμβάνονται:

α) η μελέτη, δημοπράτηση, προμήθεια, κατασκευή, διοίκηση έργων σιδηροδρομικής υποδομής με των επ’ αυτής σιδηροδρομικών συστημάτων,

β) η παροχή υπηρεσιών προς τον ΟΣΕ σχετιζόμενων με το σχεδιασμό, ανάπτυξη και εφαρμογή των προγραμμάτων του,

γ) η διενέργεια με μέριμνά της και δαπάνες του Δημοσίου ή τυχόν άλλων φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α΄), κατά περίπτωση, απαλλοτριώσεων και επιτάξεων ιδιοκτησιών υπέρ του Δημοσίου ή τυχόν άλλων φορέων του δημόσιου τομέα για την κατασκευή έργων σιδηροδρομικής υποδομής, καθώς και πάσης φύσεως έργων που της ανατίθενται,

δ) η παροχή υπηρεσιών σχεδιασμού, ανάπτυξης, υποστήριξης, διαχείρισης, μελέτης, επίβλεψης και κατασκευής πάσης φύσεως έργων σε τρίτους στην Ελλάδα και το εξωτερικό και

ε) κάθε άλλη δραστηριότητα που προβλέπεται από το καταστατικό της.

2. Για την εκπλήρωση του σκοπού της, η ΕΡΓΟΣΕ μπορεί να ιδρύει θυγατρικές εταιρίες οποιασδήποτε μορφής ή να συμμετέχει σε εταιρίες ή σε κοινοπραξίες με αντικείμενο τις δραστηριότητές της.

3. Στο πλαίσιο της παροχής των υπηρεσιών της η ΕΡΓΟΣΕ εκτελεί τις εργασίες της με όρους αγοράς.

4. Eντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ολοκληρώνονται οι απαραίτητες ενέργειες για την τροποποίηση του καταστατικού της ΕΡΓΟΣΕ προς το σκοπό της προσαρμογής του στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

5. Ο ΟΣΕ δύναται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του να αναθέτει στην ΕΡΓΟΣΕ, εφόσον είναι συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5 του κ.ν. 2190/1920, την παροχή προς αυτόν υπηρεσιών, πάσης φύσεως, που σχετίζονται με το σχεδιασμό, την ανάπτυξη, την εφαρμογή των προγραμμάτων του, καθώς και να παραχωρεί και να μεταβιβάζει, χωρίς αντάλλαγμα, στην ΕΡΓΟΣΕ όλα τα κύρια και παρεπόμενα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από συμβάσεις έργων. Ως «έργο» για τουςσκοπού . της παρούσας παραγράφου νοείται κάθε δραστηριότητα που εμπίπτει στο αντικείμενο της ΕΡΓΟΣΕ όπως περιγράφεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Η ΕΡΓΟΣΕ, μετά τη μεταβίβαση, υποκαθιστά τον ΟΣΕ σε όλες ανεξαιρέτως τις διατάξεις των συμβάσεων ή των διακηρύξεων δημοπράτησης των έργων και των εγγυητικών επιστολών. Δεν μεταβιβάζονται στην ΕΡΓΟΣΕ υποχρεώσεις του ΟΣΕ από συμβάσεις εκτελούμενων έργων, που τυχόν θα δημιουργηθούν μέχρι την ημερομηνία ανάληψης των έργων από την ΕΡΓΟΣΕ. Ο τρόπος και οι όροι ανάθεσης παροχής υπηρεσιών προς τον ΟΣΕ, καθώς και μεταβίβασης έργων καθορίζονται με σύμβαση μεταξύ του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ, η οποία εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

6. Οι αναγκαίες διαδικασίες για τη διενέργεια των υπέρ του Δημοσίου ή τυχόν άλλων φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 2190/1994, απαλλοτριώσεων και επιτάξεων ιδιοκτησιών, προκειμένου να εκτελεσθούν έργα που σχετίζονται με τη σιδηροδρομική υποδομή, καθώς και πάσης φύσεως έργων που ανατίθενται στην ΕΡΓΟΣΕ πραγματοποιούνται με μέριμνα της ΕΡΓΟΣΕ, η οποία έχει την ευθύνη σύνταξης των σχετικών κτηματολογικών διαγραμμάτων και κτηματολογικών πινάκων, εισηγείται αρμοδίως για την κήρυξη των σχετικών αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, επιμελείται για την έγκαιρη έγκρισή τους από τις αρμόδιες υπηρεσίες και νομιμοποιείται στις σχετικές δίκες στο όνομα και για λογαριασμό του Δημοσίου ή του φορέα υπέρ του οποίου έχει κηρυχθεί η απαλλοτρίωση. Υπόχρεος προς καταβολή αποζημίωσης στους δικαιούχους, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη νομοθεσία περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, είναι το Δημόσιο ή ο φορέας υπέρ του οποίου κηρύχθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση, κατά περίπτωση.

7. Οι εταιρίες που έχουν συμβληθεί στην από 20.5.2009 σύμβαση ρύθμισης σχέσεων η οποία κυρώθηκε με την απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών υπ’ αριθμ. Φ8/οικ. 33372/3011/16.6.2009 (ΦΕΚ 1213 Β΄) προβαίνουν αμελλητί στην κατάργηση ή τροποποίηση των όρων της που αντιβαίνουν στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Άρθρο 5

Αρμοδιότητες ΓΑΙΑΟΣΕ

1. Στις αρμοδιότητες της ΓΑΙΑΟΣΕ, περιλαμβάνονται:

α) η με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο μελέτη και επίλυση νομικών, πολεοδομικών, τεχνικών ή άλλων ζητημάτων προς το σκοπό της αξιοποίησης, διαχείρισης και εκμετάλλευση ακινήτων, αστικών ή μη, που ανήκουν στη ΓΑΙΑΟΣΕ ή σε τρίτους,

β) η αγορά ή η πώληση ακινήτων, καθώς και η άσκηση κάθε είδους κτηματικών εργασιών και συναλλαγών,

γ) η ανάληψη και εκτέλεση οικοδομικών εργασιών εν γένει, εργασιών ανέγερσης, επισκευής, συντήρησης ή ανακαίνισης ακινήτων,

δ) η ανέγερση ή εκμετάλλευση οικιστικών, ξενοδοχειακών, τουριστικών και κάθε είδους εμπορικών εν γένει εγκαταστάσεων,

ε) η οργάνωση, ανάπτυξη και εκμετάλλευση εμπορικών, βιομηχανικών ή αγροτικών ακινήτων ή εγκαταστάσεων,

στ) η παροχή υπηρεσιών συμβούλου – εμπειρογνώμονος, καθώς και η εκπόνηση και η σύνταξη μελετών σκοπιμότητας, σχετικών με την αξιοποίηση, εκτίμηση, διαχείριση ή εκμετάλλευση ακινήτων, οικονομοτεχνικών μελετών, ερευνών αγοράς, μελετών βιωσιμότητας, καθώς και μελετών συναφών με την κατάρτιση επιχειρησιακού σχεδιασμού και προγραμμάτων αξιοποίησης και εκμετάλλευσης ακινήτων,

ζ) η ίδρυση και λειτουργία εμπορευματικών κέντρων σε ακίνητα ιδιοκτησίας της ΓΑΙΑΟΣΕ ή τρίτων,

η) η απόκτηση με αγοραπωλησία, απαλλοτρίωση ή ανταλλαγή ακινήτων,

θ) η παραγωγή και πώληση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Α.Π.Ε.) σε ακίνητα που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ,

ι) η τήρηση του μητρώου του συνόλου της ακίνητης περιουσίας που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, καθώς και της ακίνητης περιουσίας στην οποία περιλαμβάνεται σιδηροδρομική υποδομή,

ια) η μέριμνα, υπό τις οδηγίες και την εποπτεία της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων, για την ταχεία και αποτελεσματική έκδοση από τα αρμόδια Υπουργεία και υπηρεσίες των διοικητικών πράξεων που είναι αναγκαίες για την αξιοποίηση των ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ και έχουν υπαχθεί, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του παρόντος, στη διαδικασία αξιοποίησης και εκμετάλλευσης σύμφωνα με το ν. 3049/2002 και

ιβ) κάθε άλλη δραστηριότητα που προβλέπεται από το καταστατικό της.

2. Στο πλαίσιο της δραστηριότητάς της, η ΓΑΙΑΟΣΕ μπορεί να συνάπτει συμβάσεις με τρίτους, να προβαίνει σε εκμισθώσεις ορισμένης ή αόριστης διάρκειας και εν γένει στην παραχώρηση της χρήσης ακινήτων. Στις εν λόγω συμβάσεις μισθώσεως δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 610 του Αστικού Κώδικα.

3. Για την εκπλήρωση του σκοπού της, η ΓΑΙΑΟΣΕ δύναται να συστήνει εταιρίες κάθε μορφής στις οποίες να εισφέρει δικαιώματα διαχείρισης ή και εμπράγματα ή και άλλα ενοχικά δικαιώματα σε ακίνητα που διαχειρίζεται, της έχουν παραχωρηθεί ή της ανήκουν, να αναθέτει σε τρίτους τη διεκπεραίωση ειδικών κατά περίπτωση έργων ή μελετών για την ανάδειξη και επίλυση των αναγκαίων για τη βέλτιστη αξιοποίηση των ακινήτων αυτών ζητημάτων πάσης φύσεως (όπως ενδεικτικώς πολεοδομικής και νομικής), να πραγματοποιεί έρευνες αγοράς για το σχεδιασμό για την αξιοποίηση της διαχειριζόμενης εκ μέρους της ακίνητης περιουσίας, να εκπονεί τις απαραίτητες μελέτες και να προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες ωρίμανσης (όπως ενδεικτικώς τεχνοοικονομικές μελέτες, μελέτες κόστους οφέλους, πολεοδομικές μελέτες, προετοιμασία προκηρύξεων και δημοσιότητα) για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας για την οποία της έχει ανατεθεί η διαχείριση, να συνάπτει συμβάσεις παραχώρησης με τρίτους ή Συμπράξεις Δημοσίου Ιδιωτικού Τομέα του ν. 3389/2005 (ΦΕΚ 232 Α΄), να συμμετέχει σε εταιρίες ειδικού σκοπού για την αξιοποίηση ακινήτων, καθώς και να διεξάγει διαγωνισμούς και να προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για τη βέλτιστη αξιοποίηση των ακινήτων που διαχειρίζεται, της έχουν παραχωρηθεί ή της ανήκουν.

4. Οι μελέτες και οι υπηρεσίες συμβούλου που αναθέτει η ΓΑΙΑΟΣΕ και σχετίζονται με τη διαχείριση ή την αξιοποίηση των ακινήτων που διαχειρίζεται, ανατίθενται και συνάπτονται σύμφωνα με τον κανονισμό σύναψης και εκτέλεσης συμβάσεων υπηρεσιών και μελετών της ΓΑΙΑΟΣΕ.

5. Μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ολοκληρώνονται οι απαραίτητες ενέργειες για την τροποποίηση του καταστατικού της ΓΑΙΑΟΣΕ προς το σκοπό της προσαρμογής του στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

6. Μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκδίδεται απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, με την οποία προσδιορίζονται τα ζητήματα σχετικά με τη διαχείριση ακίνητης περιουσίας από τη ΓΑΙΑΟΣΕ στα οποία περιλαμβάνονται, κατ’ ελάχιστον, ο μηχανισμός παρακολούθησης, με πρόβλεψη για αναφορές της πορείας εκμετάλλευσης των ακινήτων και πιθανών αποκλίσεων από προγραμματισμό χρονικό και οικονομικό, ο τρόπος απόδοσης από τη ΓΑΙΑΟΣΕ προς τον κύριο των ακινήτων των πάσης φύσεως εισοδημάτων και ωφελημάτων από την αξιοποίηση των διαχειριζόμενων εκ μέρους της ακινήτων και το ποσό που η ίδια παρακρατεί για την κάλυψη των λειτουργικών της αναγκών, ενδεχόμενες ρήτρες και αρχές κοστολόγησης και τιμολόγησης της ΓΑΙΑΟΣΕ προς τον κύριο των ακινήτων για τις παρεχόμενες υπηρεσίες οι οποίες θα πρέπει να προσδιορίζονται με όρους αγοράς. Μετά τη μεταβίβαση των μετοχών της ΓΑΙΑΟΣΕ στο Δημόσιο κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του παρόντος, η αρμοδιότητα για την έκδοση της ανωτέρω απόφασης ανήκει αποκλειστικά στον Υπουργό Οικονομικών.

Άρθρο 6

Ρυθμίσεις για ακίνητη περιουσία

1. Το σύνολο της ακίνητης περιουσίας που ανήκει στον ΟΣΕ, συμπεριλαμβανομένων των ακινήτων της σιδηροδρομικής υποδομής, περιέρχεται αυτοδικαίως κατά κυριότητα στο Δημόσιο, από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Από την ανωτέρω μεταβίβαση, το Δημόσιο, με τις αρμόδιες εκάστοτε υπηρεσίες, οργανισμούς ή εταιρίες, μεριμνά για την επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου, που αποτελεί την Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή, αποκτώντας τα αναγκαία προς τούτο ακίνητα κατά κυριότητα και διαθέτοντάς τα για τον ανωτέρω σκοπό. Εκκρεμείς διαδικασίες κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακινήτων υπέρ ΟΣΕ με τη δημοσίευση της ανωτέρω απόφασης συνεχίζονται και ολοκληρώνονται υπέρ του Δημοσίου. Με όμοια απόφαση που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ύστερα από την παροχή της έγκρισης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με ζητήματα κρατικών ενισχύσεων που παρέχεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 93,107,108 και 109 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούν να εξαιρούνται, εν όλω ή εν μέρει, από την ως άνω μεταβίβαση τα κάτωθι ακίνητα που περιέρχονται με τη δημοσίευση της ανωτέρω αποφάσεως στην κυριότητα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ:

α) Οινόη

Η έκταση ιδιοκτησίας ΟΣΕ συνολικού εμβαδού 38.446,052 τ.μ. που βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή του Σιδηροδρομικού Σταθμού Οινόης του Δήμου Σχηματαρίου της Ν.Α. Βοιωτίας και ορίζεται από τις κορυφές (1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 1) στο απόσπασμα τοπογραφικού διαγράμματος κλίμακας 1:1.000 που συντάχθηκε το Φεβρουάριο του 2005 από τη σύμπραξη των εταιρειών ΑΝΥΣΜΑ Α.Ε. – ΤΟΠΟΔΟΜΙΚΗ Ε.Π.Ε., και προσαρτάται σε σμίκρυνση ως Παράρτημα Α στον παρόντα νόμο.

β) Εμπορικός Σταθμός Θεσσαλονίκης

Η έκταση ιδιοκτησίας ΟΣΕ συνολικού εμβαδού 148.715,970 τ.μ. που βρίσκεται στην περιοχή του Εμπορικού Σιδηροδρομικού Σταθμού Θεσσαλονίκης του Δήμου Θεσσαλονίκης της Ν.Α. Θεσσαλονίκης και ορίζεται από τις κορυφές (1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 49, 50, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 61, 62, 63, 64, 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 72, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 82, 83, 84, 85, 86, 87, 88, 89, 90, 91, 92, 93, 94, 95, 96, 97, 98, 99, 100, 101, 102, 103, 104, 105, 106, 107, 108, 109, 110, 111, 112, 113, 114, 115, 116, 117, 118, 119, 120, 1) στο απόσπασμα τοπογραφικού διαγράμματος κλίμακας 1:1.000 που συντάχθηκε τον Ιανουάριο του 2005 από τη σύμπραξη των εταιρειών ΝΑΜΑ Α.Ε. – ΓΑΙΑΚΟΜ Ε.Ε., και προσαρτάται σε σμίκρυνση ως Παράρτημα Β στον παρόντα νόμο.

γ) Διαλογή

Η έκταση ιδιοκτησίας ΟΣΕ συνολικού εμβαδού 146.802,590 τ.μ. που βρίσκεται στην περιοχή του Σιδηροδρομικού Σταθμού Διαλογής του Δήμου Ελευθερίου Κορδελιού της Ν.Α. Θεσσαλονίκης και ορίζεται από τις κορυφές (1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 49, 50, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 1) στο απόσπασμα τοπογραφικού διαγράμματος κλίμακας 1:1.000 που συντάχθηκε τον Ιανουάριο του 2005 από τη σύμπραξη των εταιρειών ΝΑΜΑ Α.Ε. – ΓΑΙΑΚΟΜ Ε.Ε., και προσαρτάται σε σμίκρυνση ως Παράρτημα Γ στον παρόντα νόμο.

δ) Νέα Μαγνησία

Η έκταση ιδιοκτησίας ΟΣΕ συνολικού εμβαδού 151.188,750 τ.μ. που βρίσκεται στην περιοχή του Σιδηροδρομικού Τριγώνου Νέας Μαγνησίας του Δήμου Εχεδώρου της Ν.Α. Θεσσαλονίκης και ορίζεται από τις κορυφές (1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 1) στο απόσπασμα τοπογραφικού διαγράμματος κλίμακας 1:1.000 που συντάχθηκε τον Ιανουάριο του 2005 από τη σύμπραξη των εταιρειών ΝΑΜΑ Α.Ε. – ΓΑΙΑΚΟΜ Ε.Ε., και προσαρτάται σε σμίκρυνση ως Παράρτημα Δ στον παρόντα νόμο.

ε) Λαχανόκηποι

Η έκταση ιδιοκτησίας ΟΣΕ συνολικού εμβαδού 36.621,920 τ.μ. που βρίσκεται στην περιοχή του Σιδηροδρομικού Σταθμού Λαχανόκηπων του Δήμου Εχεδώρου της Ν.Α. Θεσσαλονίκης και ορίζεται από τις κορυφές (1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 1) στο απόσπασμα τοπογραφικού διαγράμματος κλίμακας 1:1.000 που συντάχθηκε τον Ιανουάριο του 2005 από τη σύμπραξη των εταιρειών ΝΑΜΑ Α.Ε. – ΓΑΙΑΚΟΜ Ε.Ε., και προσαρτάται σε σμίκρυνση ως Παράρτημα Ε στον παρόντα νόμο.

2. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 16 του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή: η παραπάνω Σιδηροδρομική Υποδομή που βρίσκεται εντός της ελληνικής επικράτειας.»

3. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων που εκδίδεται μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος συγκροτείται επιτροπή για τον προσδιορισμό των ακινήτων που εξυπηρετούν λειτουργικώς εγκαταστάσεις και εξοπλισμό της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής. Η επιτροπή αποτελείται από πέντε (5) μέλη, τα οποία διαθέτουν γνώση και εμπειρία στη λειτουργία του σιδηροδρόμου και στη διαχείριση του δικτύου του. Η επιτροπή καταρτίζει το σχετικό κατάλογο μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη συγκρότησή της, ο οποίος και δημοσιεύεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Έως τον ανωτέρω προσδιορισμό των ακινήτων που εξυπηρετούν λειτουργικώς την Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή, για την αξιοποίηση και εν γένει εμπορική εκμετάλλευση των ακινήτων η ΓΑΙΑΟΣΕ λαμβάνει προηγουμένως τη σύμφωνη γνώμη του Διαχειριστή Υποδομής σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 5 περίπτωση β΄ του παρόντος. Ο κατά τα ανωτέρω προσδιορισμός των ακινήτων δύναται να αναθεωρείται μετά από τυχόν μεταβολή της κατάστασης ή και του σχεδιασμού των ακινήτων, από Επιτροπή που συγκροτείται εκάστοτε με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Για την κατάρτιση και δημοσίευση της αναθεώρησης εφαρμόζονται οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων.

4. Αποκλειστικά και μόνο για τις ανάγκες του κατά την παράγραφο 3 προσδιορισμού των ακινήτων από την επιτροπή της ίδιας παραγράφου, ως εγκαταστάσεις και εξοπλισμός που αποτελούν την Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή νοούνται τα εξής:

α) τα στοιχεία που αποτελούν μέρος των κυρίων και υπηρεσιακών γραμμών της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής, συμπεριλαμβανομένης της απαλλοτριωμένης λωρίδας γης εκατέρωθεν της γραμμής στο βαθμό που αυτή εξυπηρετεί τις λειτουργικές ανάγκες του Διαχειριστή Σιδηροδρομικής Υποδομής όπως ενδεικτικώς παράλληλοι οδοί που εξυπηρετούν το έργο της συντήρησης,

β) οι γραμμές που βρίσκονται στο εσωτερικό των σταθμών επισκευής υλικού, στις αποθήκες ή στα αμαξοστάσια οχημάτων κινήσεως και των ιδιωτικών ή παρακαμπτηρίων γραμμών, καθώς και οι εγκαταστάσεις μηχανοστασίων και εργοστασίων που χρησιμοποιεί ο Διαχειριστής Σιδηροδρομικής Υποδομής για τη συντήρηση και επισκευή του τροχαίου υλικού που χρησιμοποιεί για το έργο του,

γ) γήπεδα που φιλοξενούν δραστηριότητες του Διαχειριστή Υποδομής,

δ) χωματουργικά, ιδίως επιχώματα, τάφροι, αύλακες και οπές αποστραγγίσεως, κτισμένες τάφροι, οχετοί, τοίχοι επικαλύψεως, φυτά προστασίας των πρανών κ.λπ., κρηπιδώματα επιβατών και εμπορευμάτων, ερείσματα οδών και διαβάσεις πεζών, τοίχοι περιφράξεως, φράκτες εκ φυτών, φράκτες εκ πασσάλων, λωρίδες πυρασφαλείας, συσκευές για τη θέρμανση των κλειδιών, φράκτες αντιχιονικής προστασίας,

ε) τεχνικά έργα, όπως γέφυρες, αναχώματα και λοιπές διαβάσεις, σήραγγες, κεκαλυμμένες τάφροι και άλλες υπόγειες διαβάσεις, τοίχοι υποστηρίξεως και αντιστηρίξεως και έργα προστασίας από χιονοστιβάδες, λιθοπτώσεις κ.λπ., ισόπεδες διαβάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των έργων για την ασφάλεια της οδικής κυκλοφορίας,

στ) επιδομές, ιδίως σιδηροτροχιές, αυλακωτές σιδηροτροχιές και αντιτροχιές, στρωτήρες, διαμήκεις στρωτήρες, μικρά εξαρτήματα συνενώσεως, λιθορριπές περιλαμβανομένου και του αμμοχάλικου,

ζ) κλειδιά, περιστρεφόμενες πλατφόρμες και άμαξες μεταφορτώσεως (με την εξαίρεση εκείνων που εξυπηρετούν αποκλειστικά τα οχήματα κινήσεως),

η) διαβάσεις για ταξιδιώτες και εμπορεύματα συμπεριλαμβανομένων και των οδών ή διαδρόμων προσβάσεως,

θ) εγκαταστάσεις ασφαλείας, σηματοδοτήσεως και τηλεπικοινωνιών για γραμμές, σταθμούς και σταθμούς διαλογής, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων παραγωγής, μετατροπής και διανομής της ηλεκτρικής ενεργείας για την υπηρεσία σηματοδοτήσεως και τηλεπικοινωνιών, κτίρια για τις ανωτέρω εγκαταστάσεις, τροχοπέδες γραμμών,

ι) εγκαταστάσεις φωτισμού για τη διευκόλυνση και την ασφάλεια της κυκλοφορίας των οχημάτων,

ια) συσκευές μετατροπής και μεταφοράς της ηλεκτρικής ενεργείας για την έλξη των αμαξοστοιχιών (δηλαδή υποσταθμοί, γραμμές παροχής ρεύματος από τους υποσταθμούς στις γραμμές επαφής, γραμμές επαφής και σχετικά υποστηρίγματα), τρίτη σιδηροτροχιά συμπεριλαμβανομένου και του υποβάθρου της,

ιβ) κτίρια για την εξυπηρέτηση της υποδομής,

ιγ) ειδικότερα για τους σιδηροδρομικούς σταθμούς,

ως τμήματα της σιδηροδρομικής υποδομής θεωρούνται μόνο τα μέρη των σταθμών στα οποία λειτουργούν δραστηριότητες σχετικές με τη διαχείριση της σιδηροδρομικής υποδομής και

ιδ) τα εργοστάσια και τα μηχανοστάσια όπου πραγματοποιείται η συντήρηση και οι επισκευές του τροχαίου υλικού τρίτων, καθώς και οι χώροι σταυλισμού αυτού του τροχαίου υλικού.

5. α) Η αποκλειστική διαχείριση, αξιοποίηση και εμπορική εκμετάλλευση όλων των ακινήτων του ΟΣΕ, καθώς και αυτών που μεταβιβάζονται διά του παρόντος στο Δημόσιο αποτελεί αρμοδιότητα και ευθύνη της ΓΑΙΑΟΣΕ.

Με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων του ν. 3049/2002 προσδιορίζονται τα ακίνητα, η αξιοποίηση και εν γένει εκμετάλλευση των οποίων κρίνεται ότι συμβάλλει στην ανάπτυξη της χώρας. Για την αξιοποίηση και εκμετάλλευση των ακινήτων αυτών η ΓΑΙΑΟΣΕ ακολουθεί τις εντολές και οδηγίες της ανωτέρω Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων, με απόφαση της οποίας καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Για τα λοιπά ακίνητα που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ και μόνο εφόσον αυτά εξαιρούνται από την παραπάνω απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής εφαρμόζεται το στοιχείο β΄ της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.

Για την υλοποίηση του προγράμματος αξιοποίησης ακινήτων αυτής της κατηγορίας, εφόσον αυτή προϋποθέτει κατασκευή ή ανακατασκευή τμήματος της σιδηροδρομικής υποδομής, για την οποία αρμόδια, σύμφωνα με τις διατάξεις και διαδικασίες του παρόντος νόμου, είναι η ΕΡΓΟΣΕ, συμπράττει κατά το λόγο της αρμοδιότητάς της και η τελευταία, η παρακολούθηση όμως της εμπορικής εκμετάλλευσης και αξιοποίησης παραμένει στην αρμοδιότητα της ΓΑΙΑΟΣΕ.

β) Στην ανωτέρω αρμοδιότητα της ΓΑΙΑΟΣΕ δεν περιλαμβάνονται οι διαχειριστικές δραστηριότητες στα σχετιζόμενα με τη σιδηροδρομική υποδομή ακίνητα και τις λειτουργικές ανάγκες διαχείρισης της σιδηροδρομικής υποδομής, οι οποίες ανήκουν κατά την κείμενη νομοθεσία στον Διαχειριστή Υποδομής και παραμένουν στην αποκλειστική αρμοδιότητά του. Για την αξιοποίηση και εν γένει εμπορική εκμετάλλευση και των ακινήτων, που έχουν προσδιορισθεί, κατά την παράγραφο 3 ότι εξυπηρετούν λειτουργικώς την Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή, εφόσον αυτή είναι δυνατή, αποκλειστικώς αρμόδια είναι η ΓΑΙΑΟΣΕ. Στην περίπτωση αυτή, η ΓΑΙΑΟΣΕ λαμβάνει προηγουμένως τη σύμφωνη γνώμη του Διαχειριστή Υποδομής ως προς τις προδιαγραφές, τις προϋποθέσεις και τους λειτουργικούς περιορισμούς των σχεδιαζόμενων κατασκευών και τη λειτουργία για την οποία αυτές προορίζονται, προκειμένου να μην τίθεται σε κίνδυνο ή να μην παρεμποδίζεται η δραστηριότητα του Διαχειριστή Υποδομής.

6. α) Στο πλαίσιο της κατά την προηγούμενη παράγραφο διαχειριστικής της αρμοδιότητας η ΓΑΙΑΟΣΕ, ενεργώντας στο όνομα και για λογαριασμό του ΟΣΕ ή του Δημοσίου, κατά περίπτωση, ως κυρίου των διαχειριζόμενων εκ μέρους της ακινήτων, υπογράφει κάθε σύμβαση, ενοχική ή εμπράγματη, για την παραχώρηση της χρήσης, εκμετάλλευση με κάθε τρόπο, μεταβίβαση, επιβάρυνση με κάθε είδους βάρη και παραίτηση από δικαιώματα κάθε είδους σχετικά με τα εν λόγω ακίνητα.

Πριν από την υπογραφή οποιασδήποτε σύμβασης για τη μεταβίβαση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ ή της ανήκει κατά κυριότητα, λαμβάνεται με μέριμνα της ΓΑΙΑΟΣΕ έγκριση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων με κοινή υπουργική απόφαση. Το αυτό ισχύει και για συμβάσεις παραχώρησης της χρήσης ακινήτου με διάρκεια μεγαλύτερη των τριάντα (30) ετών.

β) Με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων κατά την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, η αξιοποίηση των ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ γίνεται σύμφωνα με το Επιχειρησιακό της Σχέδιο που εγκρίνεται από τη Διυπουργική Επιτροπή ΔΕΚΟ κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3429/2005 (ΦΕΚ 314 Α΄).

γ) Σε περιπτώσεις κατασκευής έργων ή δικτύων υποδομής του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Δημόσιας Επιχείρησης ή Οργανισμού, είναι δυνατόν να παραχωρούνται, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΓΑΙΑΟΣΕ που λαμβάνεται μετά από έγκριση του Διαχειριστή Υποδομής, στοιχεία της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής έναντι άλλων ίσης αξίας ανταλλαγμάτων ή ωφελειών της ΓΑΙΑΟΣΕ, του Διαχειριστή Υποδομής ή εύλογης αποζημίωσης, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται η συνέχεια, η λειτουργία και η ασφάλεια της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής. Στις περιπτώσεις αυτές, οι δαπάνες απαλλοτριώσεων, κατασκευής και όλες οι εν γένει απαιτούμενες δαπάνες βαρύνουν το Δημόσιο ή τη Δημόσια Επιχείρηση, Ν.Π.Δ.Δ., Οργανισμό, που εξυπηρετούνται από αυτή την παραχώρηση.

δ) Η μεταβίβαση των ακινήτων ιδιοκτησίας του ΟΣΕ προς το Δημόσιο και την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου, στο πλαίσιο της διαχειριστικής αρμοδιότητας της ΓΑΙΑΟΣΕ, απαλλάσσεται από κάθε φόρο ή τέλος υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων.

7. Η εκτέλεση των κάθε είδους συμβάσεων μίσθωσης, παραχώρησης, χρησιδανείου ή άλλων εν γένει δικαιοπραξιών, που αφορούν τα ακίνητα που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ και έχουν συναφθεί από τον ΟΣΕ, την ΕΔΙΣΥ ή την ΕΡΓΟΣΕ με οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συνεχίζονται και ολοκληρώνονται από τη ΓΑΙΑΟΣΕ.

Απαιτήσεις και κάθε άλλο δικαίωμα από τις ανωτέρω συμβάσεις εκχωρούνται αυτοδικαίως στη ΓΑΙΑΟΣΕ χωρίς άλλες διατυπώσεις.

8. Η ΓΑΙΑΟΣΕ νομιμοποιείται αποκλειστικώς αυτή ενεργητικά και παθητικά σε όλες τις δίκες με αντικείμενο δικαιώματα που σχετίζονται με τα ακίνητα που διαχειρίζεται, με εξαίρεση τις σχετικές δίκες με τις διενεργούμενες από την ΕΡΓΟΣΕ απαλλοτριώσεις για την επέκταση και βελτίωση της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής, στις οποίες νομιμοποιείται η τελευταία.

Εκκρεμείς δίκες για τα ακίνητα που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ συνεχίζονται αυτοδικαίως από τη ΓΑΙΑΟΣΕ, κατά παρέκκλιση του άρθρου 225 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, στο όνομα της οποίας εκτελούνται σχετικές ανεκτέλεστες δικαστικές αποφάσεις. Η συζήτηση δικών, στις οποίες υπεισέρχεται η ΓΑΙΑΟΣΕ δυνάμει του παρόντος, μπορεί να αναβάλλεται μία φορά ύστερα από αίτημα του ΟΣΕ ή της ΓΑΙΑΟΣΕ.

9. Η ΓΑΙΑΟΣΕ καταγράφει την ακίνητη περιουσία που διαχειρίζεται, καθώς επίσης την ακίνητη περιουσία που περιλαμβάνει εγκαταστάσεις της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής, συντάσσοντας και ενημερώνοντας μητρώο ακίνητης περιουσίας (όπως ενδεικτικώς ακίνητα και τίτλοι κτήσης αυτών, χρήσεις γης και όροι δόμησης). Η ΕΡΓΟΣΕ ενημερώνει αμελλητί τη ΓΑΙΑΟΣΕ για ακίνητα που απαλλοτριώνονται για την κατασκευή νέων σιδηροδρομικών έργων και παρέχει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες για την ενημέρωση και τήρηση του μητρώου.

10. Μισθώσεις ακινήτων που περιέρχονται στη διαχείριση της ΓΑΙΑΟΣΕ και καταρτίζονται μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου δεν θεωρούνται εμπορικές και δεν υπάγονται στο π.δ. 34/1995 (ΦΕΚ 30 Α΄) περί εμπορικών μισθώσεων.

11. Ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις ακινήτων που περιέρχονται στην αρμοδιότητα διαχείρισης και εν γένει αξιοποίησης της ΓΑΙΑΟΣΕ κατά τις διατάξεις του παρόντος, οι οποίες έχουν κηρυχθεί και δεν έχουν συντελεσθεί, θεωρούνται ως αυτοδικαίως ανακληθείσες μετά την παρέλευση έτους από την κήρυξή τους. Στην περίπτωση αυτή δεν δύναται να κηρυχθεί για τον ίδιο ή παρόμοιο σκοπό απαλλοτρίωση πριν από την πάροδο δύο (2) ετών από την αυτοδίκαιη άρση της απαλλοτρίωσης.

Σε περίπτωση αμφισβήτησης ως προς την αυτοδίκαιη άρση της απαλλοτρίωσης ή τη μη σύννομη εκ νέου κήρυξη αυτής, εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ύστερα από αίτηση της ΓΑΙΑΟΣΕ.

12. α) Οι ατομικές διοικητικές πράξεις που προβλέπονται από την εφαρμοστέα εκάστοτε νομοθεσία ως προϋπόθεση για την εκμετάλλευση και εν γένει αξιοποίηση των ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, εκδίδονται κατά προτεραιότητα από τους καθ’ ύλην αρμόδιους ή συναρμόδιους Υπουργούς κατά παρέκκλιση τυχόν διατάξεων οι οποίες εκχωρούν τις σχετικές αρμοδιότητες σε άλλα όργανα ή υπηρεσίες, της κεντρικής διοίκησης, της περιφερειακής διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης, με εξαίρεση των αμιγώς τοπικών υποθέσεων και των αρμοδιοτήτων που έχουν απονεμηθεί σε ανεξάρτητες αρχές. Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων του παρόντος νόμου ή των κανονιστικών πράξεων, οι οποίες εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, οι διοικητικές υπηρεσίες που είναι εκ του νόμου αρμόδιες για την προετοιμασία των προς έκδοση αδειών, οφείλουν να έχουν περατώσει το έργο τους μέσα σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την ημέρα κατά την οποία περιέρχεται σε αυτές το σχετικό αίτημα, η δε υπέρβαση της προθεσμίας αυτής συνιστά ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα και επιτρέπει στον κατά κλάδο αρμόδιο Υπουργό να αναθέσει το ζήτημα σε άλλον ή άλλους υπαλλήλους.

β) Εφόσον κριθεί απαραίτητο από τη ΓΑΙΑΟΣΕ, οι όροι δόμησης, οι χρήσεις γης και τα επί μέρους πολεοδομικά χαρακτηριστικά και όρια των προς αξιοποίηση εντός σχεδίου πόλεως κειμένων ακινήτων που διαχειρίζεται τροποποιούνται σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία και προϋποθέσεις:

(i) Με μέριμνα της ΓΑΙΑΟΣΕ εκπονείται μελέτη, με την οποία συνεκτιμώνται οι περιβαλλοντικές, πολεοδομικές και λοιπές επιπτώσεις των προτεινόμενων τροποποιήσεων, λαμβανομένων υπόψη και των προοπτικών αξιοποίησης. Η μελέτη αυτή, συνοδευόμενη από σχέδιο των προτεινόμενων ρυθμίσεων επί των οποίων γνωμοδοτεί σε προθεσμία πέντε (5) ημερών το κεντρικό ΣΧΟΠ, αναρτάται στην ιστοσελίδα της ΓΑΙΑΟΣΕ και αποστέλλεται προς άμεση ανάρτηση (μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες από την αποστολή της μελέτης και του σχεδίου) στους ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού, στην εδαφική περιφέρεια των οποίων βρίσκεται το συγκεκριμένο ακίνητο.

(ii) Οι εν λόγω ΟΤΑ, καθώς και το ενδιαφερόμενο κοινό, συμπεριλαμβανομένων των κατοίκων των ΟΤΑ αυτών, καθώς και οι ενδιαφερόμενοι για την αξιοποίηση, μπορούν να υποβάλουν απόψεις και ενστάσεις σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την ανάρτηση. Εν συνεχεία, και αφού ληφθούν υπόψη οι ως άνω απόψεις και ενστάσεις, διατυπώνεται μέσα σε πέντε (5) ημέρες από το κεντρικό ΣΧΟΠ, σε συνεργασία με τη ΓΑΙΑΟΣΕ, τελικό σχέδιο, το οποίο υποβάλλεται στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με βάση το οποίο εκπονείται σχέδιο προεδρικού διατάγματος υπογραφόμενο από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, τον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και τους τυχόν συναρμόδιους καθ’ ύλην Υπουργούς.

(iii) Η ως άνω διαδικασία ακολουθείται επίσης, αφ’ ενός για την ένταξη στο πολεοδομικό σχέδιο ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, αφ’ ετέρου δε για τη χωροταξική και πολεοδομική ρύθμιση των εκτός σχεδίου πόλεως ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, με την εκπόνηση ειδικής Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου.

γ) Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 11 του παρόντος άρθρου, η με οποιονδήποτε τρόπο δέσμευση των ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ και των συνδεδεμένων κατ’ άρθρο 42ε του κ.ν. 2190/1920 με αυτήν εταιριών για πολεοδομική ή άλλη αξιοποίηση, αίρεται αυτοδικαίως τριάντα (30) ημέρες μετά την αποστολή σχετικής όχλησης από τη ΓΑΙΑΟΣΕ προς τους φορείς που έχουν προβεί στη δέσμευση ή/και επωφελούνται από αυτή, εκτός εάν οι εν λόγω φορείς αποδείξουν εγγράφως προς τη ΓΑΙΑΟΣΕ ότι ενδιαφέρονται πραγματικά για την άμεση απόκτηση εμπράγματων δικαιωμάτων επί των εν λόγω ακινήτων και επιπλέον διαθέτουν ήδη και έχουν δεσμεύσει τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους για να το επιτύχουν.

Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης της ΓΑΙΑΟΣΕ, οι εν λόγω φορείς δύνανται να προσφύγουν μέσα σε πέντε (5) ημέρες στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, το οποίο αποφαίνεται υποχρεωτικά μέσα σε τριάντα (30) ημέρες για την άρση ή τη διατήρηση της δέσμευσης.

δ) Για τα πάσης φύσεως κτίσματα επί των ακινήτων κυριότητας ΟΣΕ ή και Δημοσίου, τα οποία διαχειρίζεται, κατά τις διατάξεις του παρόντος, η ΓΑΙΑΟΣΕ, και για τα οποία δεν έχουν εκδοθεί εν όλω ή εν μέρει οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία οικοδομικές και συναφείς άδειες, εισάγεται ειδική διαδικασία νομιμοποίησης μέσω της έκδοσης των σχετικών αδειών με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κατά τα προβλεπόμενα στην περίπτωση α΄ της παρούσας παραγράφου. Εφόσον απαιτείται τροποποίηση του υφιστάμενου πολεοδομικού καθεστώτος, ακολουθείται η διαδικασία της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου. Η διαδικασία νομιμοποίησης περατώνεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την υποβολή σχετικού αιτήματος εκ μέρους της ΓΑΙΑΟΣΕ χωρίς να επιβάλλονται οι προβλεπόμενες στο νόμο χρηματικές ή άλλες κυρώσεις.

13. Για τη βέλτιστη αξιοποίηση των ακινήτων που περιλαμβάνονται (ή ανήκουν) κάθε φορά στο κατά το άρθρο 9 Καταργημένο Δίκτυο δύναται να κινείται διαδικασία τακτοποίησης των ακινήτων αυτών με υποχρεωτικές συνενώσεις με όμορες ιδιοκτησίες είτε στο πλαίσιο αναδασμού, εφόσον εμπίπτουν σε αγροτικές εκτάσεις, είτε με προσκυρώσεις σε όμορες ιδιοκτησίες είτε με κάθε άλλον προβλεπόμενο τρόπο. Ειδικότερα θέματα σχετικά με τον τρόπο τακτοποίησης των ακινήτων αυτών καθορίζονται ύστερα από εισήγηση της ΓΑΙΑΟΣΕ με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

14. Για τα ακίνητα τα οποία διακατέχονται παρανόμως από τρίτους και περιέρχονται κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου στη διαχείριση της ΓΑΙΑΟΣΕ, εφαρμόζεται η προβλεπόμενη για την προστασία των δημόσιων κτημάτων νομοθεσία με την άμεση αποβολή των παρανόμως διακατεχόντων αυτά προσώπων και την εφαρμογή εν γένει της σχετικής προστατευτικής για τη δημόσια κτήση νομοθεσία. Αρμόδια για τη διενέργεια κάθε αναγκαίας προς τούτο διοικητικής ή δικαστικής ενέργειας είναι η ΓΑΙΑΟΣΕ.

15. Οι διατάξεις των άρθρων 21 και 22 του β.δ. 24.9/ 20.10.1958 «Περί Κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον Νόμου των ισχυουσών διατάξεων περί προσόδων των δήμων και κοινοτήτων», (ΦΕΚ 171 Α΄, όπως η παράγραφος 1 του άρθρου 21 του παραπάνω βασιλικού διατάγματος αντικαταστάθηκε με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 1080/1980 (ΦΕΚ 246 Α΄), και του άρθρου 10 του ν. 1080/1980, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, δεν εφαρμόζονται για τον υπολογισμό, την επιβολή και τη βεβαίωση των αντίστοιχων τελών για τα ακίνητα που βρίσκονται κατά το μήκος της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής και ανήκουν στον Διαχειριστή Υποδομής κατά την έννοια του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005 ή εμπίπτουν στη διαχειριστική του αρμοδιότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, στην έκταση που γι’ αυτά τα ακίνητα δεν παρέχονται ανταποδοτικές υπηρεσίες συναρτώμενες με την επιβολή των εν λόγω τελών. Τα μέχρι της δημοσίευσης του παρόντος βεβαιωθέντα από τα αρμόδια όργανα των Ο.Τ.Α., σε εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, τέλη, πρόστιμα ή προσαυξήσεις και κατά το μέρος αυτών που αφορούν στα παραπάνω ακίνητα, διαγράφονται εκτός από τα δικαστικώς κριθέντα. Κάθε αντίθετη στην παρούσα παράγραφο γενική ή ειδική διάταξη καταργείται.

16. Οι ρυθμίσεις των παραγράφων 10, 11, 12 και 14 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για τα ακίνητα που ανήκουν κατά κυριότητα στη ΓΑΙΑΟΣΕ.

17. Κάθε αντίθετη, άμεσα ή έμμεσα, προς τις διατάξεις του άρθρου αυτού ρύθμιση, καταργείται, θεωρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου ειδικότερων.

Άρθρο 7

Αρμοδιότητες ΤΡΑΙΝΟΣΕ

1. Στις αρμοδιότητες της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, περιλαμβάνονται:

α) η παροχή υπηρεσιών έλξης για τη σιδηροδρομική μεταφορά επιβατών και εμπορευμάτων,

β) η ανάπτυξη, οργάνωση και εκμετάλλευση αστικών, προαστιακών, περιφερειακών, υπεραστικών και διεθνών επιβατικών και εμπορευματικών σιδηροδρομικών μεταφορών, καθώς και μεταφορών πάσης φύσεως με συστήματα σταθερής τροχιάς,

γ) η ανάπτυξη, οργάνωση και εκμετάλλευση αστικών, προαστιακών, περιφερειακών, υπεραστικών και διεθνών λεωφορειακών επιβατικών και εμπορευματικών μεταφορών, στην αλλοδαπή ή την ημεδαπή,

δ) η ίδρυση και λειτουργία γραφείων γενικού τουρισμού της αλλοδαπής ή της ημεδαπής, καθώς και η πρακτόρευση μεταφορικών εταιριών και γραφείων γενικού τουρισμού,

ε) η παροχή πάσης φύσεως υπηρεσιών διαχείρισης εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics), καθώς και κάθε δραστηριότητα σχετιζόμενη με διαχείριση εφοδιαστικής αλυσίδας, όπως ενδεικτικώς, η πρακτόρευση, φύλαξη, διαλογή, ποιοτικός έλεγχος, ετικετοκόλληση, παλετοποίηση και κατασκευή, αγορά ή μίσθωση και διατήρηση των απαιτούμενων εγκαταστάσεων (όπως ενδεικτικώς αποθηκών και ειδικών κατασκευών), καθώς και κάθε είδους εξοπλισμού (όπως ενδεικτικώς οχημάτων, μηχανημάτων και λογισμικού) για την παροχή των υπηρεσιών εφοδιαστικής αλυσίδας και των συναφών υπηρεσιών,

στ) η οργάνωση, εκμετάλλευση και παροχή υπηρεσιών κατάκλισης και εστίασης επιβατών,

ζ) η οργάνωση και λειτουργία εργασιών κατασκευής, επισκευής και συντήρησης τροχαίου υλικού,

η) η ανάπτυξη, οργάνωση και εκμετάλλευση μεταφορών οι οποίες αποσκοπούν στη βελτίωση της συμπληρωματικότητας του συστήματος μεταφορών της χώρας και στην αρτιότερη εξυπηρέτηση του κοινού,

θ) η ανάπτυξη κάθε άλλης δραστηριότητας που αποσκοπεί στην ανάπτυξη του μεταφορικού έργου και την άρτια εξυπηρέτηση του κοινού, όπως η παροχή υπηρεσιών τουριστικού χαρακτήρα, η εκτέλεση διαμεταφορικού έργου, η θέση σε λειτουργία και η εκμετάλλευση τηλεπικοινωνιακού δικτύου, η κατασκευή έργων σχετικών με την εκπλήρωση του σκοπού της,

ι) η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και η εκπόνηση μελετών σχετικών με τις δραστηριότητές της,

ια) η παροχή πάσης φύσεως υπηρεσιών τουριστικών λεωφορείων,

ιβ) η παροχή πάσης φύσεως υπηρεσιών οδικών εμπορευματικών μεταφορών και

ιγ) κάθε άλλη δραστηριότητα που προβλέπεται από το καταστατικό της.

2. Για την εκπλήρωση των σκοπών της, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ μπορεί να ιδρύει θυγατρικές εταιρίες οποιασδήποτε μορφής ή να συμμετέχει σε εταιρίες ή σε κοινοπραξίες και να εκχωρεί ορισμένες από τις δραστηριότητές της.

3. Eντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ολοκληρώνονται οι απαραίτητες ενέργειες για την τροποποίηση του καταστατικού της ΤΡΑΙΝΟΣΕ προς το σκοπό της προσαρμογής του στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

4. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ.

2 περίπτωση στ΄ του ν.δ. 674/1970, δεν εφαρμόζονται στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ οι πάσης φύσεως φορολογικές ή άλλου είδους απαλλαγές, ατέλειες και εν γένει προνόμια που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφοι 15 και 17 του ν. 2229/1994 και του άρθρου ένατου παράγραφοι 1, 2, 3 και 5 του ν. 1955/1991.

Άρθρο 8

Μεταβίβαση τροχαίου υλικού

1. Μέσα σε δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 44 παρ. 1 του παρόντος εκδίδεται απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων στην οποία προβλέπεται η χωρίς αντάλλαγμα μεταβίβαση συγκεκριμένου τροχαίου υλικού:

α) από τον ΟΣΕ προς το Δημόσιο και από το Δημόσιο προς την ΤΡΑΙΝΟΣΕ με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης, ενδεικτικώς, της εισφοράς σε είδος σε αύξηση κεφαλαίου ή και

β) από τον ΟΣΕ προς την ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Με την εν λόγω απόφαση καθορίζεται κάθε σχετικό με τις μεταβιβάσεις θέμα και λεπτομέρεια, μπορεί δε να ρυθμίζεται και κάθε θέμα ως προς την απόκτηση τροχαίου υλικού από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, το οποίο είτε ανήκει στην EUROFIMA και χρησιμοποιείται από τον ΟΣΕ βάσει σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης είτε θα περιέλθει στη κυριότητα του ΟΣΕ βάσει των Προγραμματικών Συμφωνιών και Συμβάσεων Διαρκείας για την προμήθεια τροχαίου υλικού, τις οποίες κατάρτισε ο ΟΣΕ κατά το έτος 1997. Οι μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται βάσει της παρούσας παραγράφου απαλλάσσονται από οποιονδήποτε φόρο, συναλλαγής ή εισοδήματος ή άλλης φύσεως, τέλος ή δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου που τυχόν προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία σε βάρος του μεταβιβάζοντος ή του αποκτώντος.

2. Oι μηχανές έλξης ιδιοκτησίας ΟΣΕ που δεν μεταβιβάζονται στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ δυνάμει της ανωτέρω παραγράφου και δεν χρησιμοποιούνται από τον ΟΣΕ για την συντήρηση γραμμών, θα επιδιωχθεί να διατεθούν, εφόσον είναι δυνατόν, από τον ΟΣΕ σε τρίτους, με σκοπό την επικερδή αξιοποίησή τους, όπως η πώληση ή εκμίσθωσή τους.

Άρθρο 9

Διαχωρισμός Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής

1. Η Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή, όπως ορίζεται στην περίπτωση 16 του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005, διαχωρίζεται στις ακόλουθες κατηγορίες:

α) Κατηγορία 1: Ενεργό Δίκτυο: το σιδηροδρομικό δίκτυο στο οποίο διενεργούνται σιδηροδρομικές μεταφορές.

Στο Ενεργό Δίκτυο διενεργούνται κανονικά σιδηροδρομικές μεταφορές και εκτελούνται από τον Διαχειριστή Υποδομής όλες οι απαιτούμενες δράσεις και διαδικασίες για να εξασφαλίζεται η κυκλοφορία των συρμών σύμφωνα με τις υφιστάμενες εθνικές και κοινοτικές προδιαγραφές, κανόνες και νομοθεσία.

β) Κατηγορία 2: Δίκτυο υπό Κατασκευή: το σιδηροδρομικό δίκτυο που βρίσκεται στο στάδιο της κατασκευής.

Μετά την ολοκλήρωση των κατασκευών και τη διασύνδεσή του με το Ενεργό Δίκτυο, το ολοκληρωμένο πλέον τμήμα του σιδηροδρομικού δικτύου κατατάσσεται στην Κατηγορία 1.

Στο Δίκτυο υπό Κατασκευή εκτελούνται κανονικά όλα τα έργα κατασκευής ή βελτίωσης, προκειμένου να δοθεί στην κυκλοφορία σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα των έργων.

γ) Κατηγορία 3: Ενεργό Δίκτυο σε Προσωρινή Αναστολή Λειτουργίας: το σιδηροδρομικό δίκτυο στο οποίο αναστέλλεται η διενέργεια σιδηροδρομικών μεταφορών για διάρκεια όχι μεγαλύτερη του ενός έτους.

Στο Ενεργό Δίκτυο σε Προσωρινή Αναστολή Λειτουργίας διενεργούνται οι απολύτως απαραίτητες εργασίες συντήρησης και επισκευής προκειμένου να είναι δυνατή η διενέργεια σιδηροδρομικών μεταφορών σε περίπτωση που χαρακτηριστεί στο μέλλον ως Ενεργό Δίκτυο.

Κατά τη χρονική διάρκεια που τμήμα χαρακτηρίζεται ως Δίκτυο σε Αναστολή λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα από τον Διαχειριστή Υποδομής για τη φύλαξη των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού προκειμένου να διαφυλαχθεί η αρτιότητα του σιδηροδρομικού συστήματος και να αποφεύγονται τυχόν καταπατήσεις των ακινήτων, έτσι ώστε να είναι ευχερής η τυχόν υπαγωγή του στην κατηγορία 1.

δ) Κατηγορία 4: Καταργημένο Δίκτυο: το σιδηροδρομικό δίκτυο στο οποίο οριστικά δεν διενεργούνται σιδηροδρομικές μεταφορές.

Στο Καταργημένο Δίκτυο παύει οριστικά η διενέργεια σιδηροδρομικών μεταφορών και το σχετικό τμήμα παύει εφεξής να αποτελεί μέρος της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής. Τα ακίνητα που περιλαμβάνονται στο Καταργημένο Δίκτυο μπορούν να αξιοποιηθούν ελεύθερα για οποιονδήποτε σκοπό από τη ΓΑΙΑΟΣΕ.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδίδεται μετά από εισήγηση του Διαχειριστή Υποδομής και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προσδιορίζεται μέσα σε δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο διαχωρισμός της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής στις κατηγορίες της παραγράφου 1. Για την εισήγησή του ο Διαχειριστής Υποδομής λαμβάνει υπόψη του πίνακα δρομολογίων που πληροί τα κριτήρια δρομολόγησης τον οποίο του υποβάλλει η ΤΡΑΙΝΟΣΕ μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Ο διαχωρισμός της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής στις κατηγορίες της παραγράφου 1 αναθεωρείται ετησίως με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδίδεται μετά από εισήγηση του Διαχειριστή Υποδομής και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την εισήγησή του ο Διαχειριστής Υποδομής λαμβάνει υπόψη του πίνακες δρομολογίων που πληρούν τα κριτήρια δρομολόγησης και βιωσιμότητας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις υποβάλλουν τους πίνακες δρομολογίων μέσα σε ένα (1) μήνα από το σχετικό αίτημα του Διαχειριστή Υποδομής.

4. Η εξειδίκευση και ο ακριβής προσδιορισμός της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής πραγματοποιείται στη δήλωση δικτύου την οποία συντάσσει και δημοσιεύει ο Διαχειριστής Υποδομής κατά τις διατάξεις του π.δ. 41/ 2005.

5. Οι κατά τις παραπάνω παραγράφους 2 και 3 εισηγήσεις του Διαχειριστή Υποδομής θα πρέπει να είναι σύμφωνες με τις διατάξεις της κοινής συμφωνίας της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του π.δ. 41/2005 και των όρων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του π.δ. 41/2005.

Άρθρο 10

Διεταιρικές σχέσεις

1. Μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο ΟΣΕ συνάπτει σύμβαση με την ΕΡΓΟΣΕ, με την οποία προσδιορίζονται, κατ’ ελάχιστον, οι διαδικασίες ανάθεσης κατασκευής σιδηροδρομικών έργων, ο μηχανισμός παραλαβής τους, ο μηχανισμός παρακολούθησης, με πρόβλεψη για αναφορές της πορείας εκτέλεσης των έργων και αποκλίσεων από προγραμματισμό υλοποίησης του έργου χρονικό και οικονομικό, ενδεχόμενες ρήτρες, αρχές κοστολόγησης και τιμολόγησης της ΕΡΓΟΣΕ προς τον ΟΣΕ για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, οι οποίες θα πρέπει να προσδιορίζονται με κριτήρια κόστους και όρους αγοράς.

2. Μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο ΟΣΕ και η ΤΡΑΙΝΟΣΕ συνάπτουν συμβάσεις, για την παροχή υπηρεσιών πέραν αυτών που προβλέπονται ως ελάχιστη πρόσβαση στη Δήλωση Δικτύου και ενδεικτικά αφορούν τη χρήση χώρων και εγκαταστάσεων, την εκπαίδευση και κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού και υπηρεσιών υγειονομικού ελέγχου και υγείας και ασφάλειας της εργασίας.

3. Μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ αναθέτει στον ΟΣΕ τη μηχανοστασιακή και εργοστασιακή συντήρηση του τροχαίου υλικού, με βάση σύμβαση η οποία θα περιλαμβάνει τις αρχές χρέωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Εάν μέχρι τη σύναψη της σύμβασης δεν έχει ολοκληρωθεί η απορρόφηση του ΕΔΙΣΥ από τον ΟΣΕ κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του παρόντος, η ανάθεση διενεργείται προς τον ΕΔΙΣΥ αντί του ΟΣΕ, με τους παραπάνω όρους. Η σύμβαση αυτή θα έχει διετή διάρκεια με δυνατότητα παράτασης για ένα έτος. Κατά το διάστημα αυτό η ΤΡΑΙΝΟΣΕ θα διερευνήσει τις δυνατότητες της αγοράς ως προς τη μηχανοστασιακή και εργοστασιακή συντήρηση του τροχαίου υλικού και αναλόγως θα διενεργήσει διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση του έργου αυτού.

4. Οι συμβάσεις των παραγράφων 1 και 2 και των δύο πρώτων εδαφίων της παραγράφου 3, καθώς και οποιασδήποτε σύμβαση μεταξύ ΟΣΕ και ΤΡΑΙΝΟΣΕ για τη μίσθωση ή υπομίσθωση τροχαίου υλικού ή για οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα επί τροχαίου υλικού, συνάπτονται με όρους αγοράς και κατ’ εξαίρεση οποιωνδήποτε περιορισμών της εθνικής νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις όπως, ενδεικτικώς, σχετικά με τη διαδικασία κατάρτισής τους. Εάν οι συμβάσεις υπόκεινται βάσει νόμου σε προηγούμενο έλεγχο από το Ελεγκτικό Συνέδριο η προθεσμία για την ολοκλήρωσή τους συντέμνεται σε τριάντα (30) ημέρες. Βάσει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου δύνανται επίσης να μεταβιβάζονται ή εκμισθώνονται με απευθείας ανάθεση από τον ΟΣΕ προς την ΤΡΑΙΝΟΣΕ λεωφορεία δημοσίας χρήσεως.

5. Προς το σκοπό του προσδιορισμού των αρχών χρέωσης της σύμβασης της παραγράφου 3, το κόστος συντήρησης του τροχαίου υλικού, εκτιμάται με βάση τους πρότυπους χρόνους και τις προδιαγραφές του κατασκευαστή και υπολογίζεται σύμφωνα με τον παρακάτω τύπο:

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ

Όπου:

Ki = Ετήσιο κόστος συντήρησης τροχαίου υλικού i˙

Ai = Συνολικό ετήσιο κόστος αναλωθέντων υλικών, ανταλλακτικών και αναλωσίμων για τις εργασίες συντήρησης (βάσει λογιστικών εγγραφών) για το τροχαίο υλικό i˙

Ω = Μέσο ωριαίο κόστος του προσωπικού συντήρησης = 21,5 € ανά ώρα, το οποίο αναθεωρείται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως˙

m = Ο αριθμός των διαφορετικών εργασιών συντήρησης˙

Ni,j = Αριθμός επαναλήψεων της κάθε εργασίας j συντήρησης του τροχαίου υλικού i. Εξαιρούνται οι επαναλήψεις εργασιών λόγω μη επαρκούς ή/και ατελούς αρχικής εργασίας συντήρησης σύμφωνα με τα όσα θα ορίζονται στην ως άνω σύμβαση. Ομοίως εξαιρούνται αποκαταστάσεις βλαβών λόγω μη επαρκούς ή/και ατελούς αρχικής εργασίας συντήρησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ως άνω σύμβαση˙

ΠΧi,j = Πρότυπος χρόνος κάθε εργασίας j σε ώρες για το τροχαίο υλικό i. Ειδικότερα όπου πρότυποι χρόνοι (ΠΧi,j ) θεωρούνται τα εξής:

ΠΧi,j = min {πρότυποι χρόνοι κατασκευαστή, χρόνοι βάσει των τεχνικών εγχειριδίων της ΥΟΣΤΥ, πραγματικοί χρόνοι}, όπου όλα τα στοιχεία είναι διαθέσιμα˙

ΠΧi,j = min {85% x χρόνοι βάσει ΥΟΣΤΥ, πραγματικοί χρόνοι}, όταν δεν είναι διαθέσιμοι οι πρότυποι χρόνοι του κατασκευαστή˙

ΠΧi,j = {72% x πραγματικοί χρόνοι}, όταν οι πρότυποι χρόνοι του κατασκευαστή και οι χρόνοι βάσει ΥΟΣΤΥ δεν είναι διαθέσιμοι˙

ΥΟΣΤΥ = Υπηρεσία οργάνωσης συντήρησης τροχαίου υλικού.

Εξαιρούνται οι χρόνοι επανάληψης εργασιών λόγω μη επαρκούς ή/και ατελούς αρχικής εργασίας συντήρησης σύμφωνα με τα όσα θα ορίζονται στην ως άνω σύμβαση.

Ομοίως εξαιρούνται οι χρόνοι αποκατάστασης βλαβών λόγω μη επαρκούς ή/και ατελούς αρχικής εργασίας συντήρησης σύμφωνα με τα όσα θα ορίζονται στην ως άνω σύμβαση˙

ΔΚ = Πρόσθετο κόστος διοικητικών / διαχειριστικών εργασιών που σχετίζονται με τη συντήρηση του τροχαίου υλικού i = 2%. Το κόστος αυτό συνυπολογίζεται μόνο για διοικητικές / διαχειριστικές εργασίες ο χρόνος των οποίων δεν μπορεί να ενταχθεί με σαφήνεια στους ανωτέρω χρόνους ΠΧi,j.

6. Τα όργανα διοίκησης του ΟΣΕ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ θα διασφαλίζουν ότι δεν θα λαμβάνει χώρα οποιασδήποτε μορφής άμεση ή έμμεση σταυροειδής επιδότηση μεταξύ ΟΣΕ και ΤΡΑΙΝΟΣΕ.

Άρθρο 11

Τιμολογιακές υποχρεώσεις ΤΡΑΙΝΟΣΕ

1. Μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ καταρτίζει επιχειρησιακό σχέδιο για το σύνολο της δραστηριότητάς της, στο πλαίσιο του οποίου εξετάζονται ιδίως, οι παρεχόμενες υπηρεσίες, τα δρομολόγια τα οποία θα διενεργεί, οι όροι μεταφοράς και η τιμολογιακή της πολιτική με σκοπό την άμεση κερδοφορία της.

2. Στα δρομολόγια που διενεργεί η ΤΡΑΙΝΟΣΕ στο εθνικό ή προαστιακό δίκτυο, καταργούνται από 31.12.2010 κάθε είδους υφιστάμενες τιμολογιακές υποχρεώσεις. Ως τιμολογιακές υποχρεώσεις νοούνται κάθε είδους εκπτώσεις στα κόμιστρα, ειδικές τιμολογήσεις μεταφοράς, καθώς και κάθε άλλη υποχρέωση μεταφοράς επιβατών ή φορτίου με οικονομικούς όρους που δεν καλύπτουν το κόστος μεταφοράς της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και το εύλογο επιχειρηματικό της κέρδος, οι οποίες επιβάλλονται από διατάξεις νόμου ή κανονιστικές διατάξεις. Από την 1.1.2011, προκειμένου να επιβληθεί οποιαδήποτε τιμολογιακή υποχρέωση σε σιδηροδρομική επιχείρηση, αυτή πρέπει είτε να έχει τεθεί στο πλαίσιο σύμβασης ΥΔΥ σε επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές, που συνάπτεται σύμφωνα με το επόμενο άρθρο, είτε να καλύπτεται το κόστος μεταφοράς και το εύλογο κέρδος της σιδηροδρομικής επιχείρησης με αντισταθμιστική καταβολή, που προβλέπεται από ειδικές διατάξεις σύμφωνα και με τον Κανονισμό 1370/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2007 «για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των Κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70» (ΕΕ L 315/9.12.2007).

Άρθρο 12

Ανάθεση Υποχρεώσεων Δημόσιας Υπηρεσίας (ΥΔΥ)

1. Σε περίπτωση που δεν υποβάλλονται αιτήματα στον Διαχειριστή Υποδομής από σιδηροδρομικές επιχειρήσεις για τη διενέργεια επιβατικού δρομολογίου ή τα αιτήματα που έχουν υποβληθεί δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες περιφερειακής εξυπηρέτησης των επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών, είναι δυνατή η σύναψη σύμβασης με την οποία ανατίθεται η εκτέλεση σιδηροδρομικού επιβατικού δρομολογίου ως Υποχρέωση Δημόσιας Υπηρεσίας (ΥΔΥ).

2. Οι συμβάσεις ΥΔΥ στις επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές συνάπτονται με το Δημόσιο ή φορέα ΟΤΑ σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 1370/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2007, «για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των Κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70» (ΕΕ L 315/9.12.2007). Η ανάθεση των εν λόγω συμβάσεων ΥΔΥ θα πρέπει να είναι σύμφωνη με το άρθρο 5 του Κανονισμού 1370/2007/ΕΚ από 1.1.2014, ή και νωρίτερα, σε περίπτωση ανάθεσης ΥΔΥ μετά από λύση προϋφιστάμενης σύμβασης ΥΔΥ, ή σε περίπτωση έκδοσης σχετικής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δύναται να εξειδικεύεται η διαδικασία διαγωνισμού, το περιεχόμενο, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, οι τεχνικοί και οικονομικοί όροι, ο τρόπος υπολογισμού της αντιστάθμισης και κάθε απαραίτητη λεπτομέρεια για τη σύναψη συμβάσεων ΥΔΥ στις επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές.

4. Οι λογαριασμοί που αντιστοιχούν σε καθεμία από τις άνω υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας είναι ξεχωριστοί και τα αντίστοιχα στοιχεία του ισολογισμού κατανέμονται σύμφωνα με τους παραδεδεγμένους λογιστικούς κανόνες. Οι δαπάνες που αντιστοιχούν σε καθεμία από τις ως άνω ΥΔΥ ισοσκελίζονται από τα έσοδα εκμετάλλευσης και από τις καταβολές δυνάμει της σύμβασης ΥΔΥ, χωρίς να είναι δυνατή η μεταφορά πόρων από ή προς άλλον τομέα της δραστηριότητας της σιδηροδρομικής επιχείρησης. Τα προαναφερόμενα στοιχεία ισολογισμού σχετικά με τις συμβάσεις ΥΔΥ μπορούν να εξειδικεύονται περαιτέρω με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.

5. Για τους σκοπούς της πρώτης εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες υπηρεσίες προβαίνουν στην κατάλληλη προεργασία ώστε να καταστεί δυνατή η υπογραφή συμβάσεων ανάθεσης ΥΔΥ έως την 31.12.2010.

6. Το συνολικό ποσό αποζημιώσεων για ΥΔΥ στις επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) ευρώ ετησίως για τα έτη 2011, 2012 και 2013. Μετά την χρονική περίοδο που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο, το επίπεδο του συνολικού ετήσιου ποσού αποζημιώσεων για ΥΔΥ θα συμφωνεί πλήρως με την ελληνική και κοινοτική νομοθεσία για τις κρατικές ενισχύσεις και τον έλεγχο και εκτέλεση των δημοσιονομικών του Κράτους.

Άρθρο 13

Ρυθμίσεις χρεών

1. Μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 του παρόντος διαγράφονται τα χρέη της ΤΡΑΙΝΟΣΕ προς τον ΟΣΕ και τον ΕΔΙΣΥ με την υπουργική απόφαση της παρούσας παραγράφου στην έκταση και κατά τους ειδικότερους όρους που θα εγκριθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή από άποψη νομοθεσίας για τις κρατικές ενισχύσεις.

Προς το σκοπό αυτόν, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, η οποία εκδίδεται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 του παρόντος, εξειδικεύονται η έκταση και ο χρόνος της διαγραφής των χρεών της παρούσας παραγράφου, η διαδικασία διαπίστωσης, βεβαίωσης και διαγραφής τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Η λογιστική τακτοποίηση στα βιβλία των δύο εταιριών ολοκληρώνεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση της παραπάνω κοινής υπουργικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 του παρόντος τα χρέη του ΟΣΕ και του ΕΔΙΣΥ έναντι του Δημοσίου διαγράφονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων στην έκταση και κατά τους ειδικότερους όρους που θα εγκριθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή από άποψη νομοθεσίας για τις κρατικές ενισχύσεις. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να ορισθεί η ανάληψη χρεών του ΟΣΕ ή και του ΕΔΙΣΥ έναντι τρίτων από το Δημόσιο, η διαγραφή των χρεών της παρούσας παραγράφου από τις οικονομικές καταστάσεις του ΟΣΕ ή και του ΕΔΙΣΥ και να εξειδικεύονται η διαδικασία διαπίστωσης, συμψηφισμού, βεβαίωσης και ανάληψης των χρεών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

3. Οι υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται βάσει των παραπάνω παραγράφων 1 και 2 προβλέπουν ότι η διαγραφή ή και ανάληψη χρεών θα πραγματοποιηθούν μετά την υλοποίηση των κρίσιμων πράξεων που θα αναφέρονται για το σκοπό αυτόν στο επιχειρησιακό σχέδιο του άρθρου 14 παράγραφος 2. Οι πράξεις του παρόντος άρθρου απαλλάσσονται από οποιονδήποτε φόρο, τέλος ή δικαίωμα οποιασδήποτε φύσεως υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων.

Άρθρο 14

Παρακολούθηση υλοποίησης αναδιοργάνωσης σιδηροδρόμου

1. Η Διυπουργική Επιτροπή ΔΕΚΟ που προβλέπεται από το ν. 3429/2005 εγκρίνει τα στρατηγικά, επιχειρησιακά και επενδυτικά σχέδια των εταιριών που αναφέρονται στο άρθρο 2 του παρόντος νόμου, παρακολουθεί την πρόοδο υλοποίησής τους, παρέχει οδηγίες και κατευθύνει τις εμπλεκόμενες εταιρίες σε όλα τα σχετικά ζητήματα, ανεξάρτητα από το εάν οι εν λόγω εταιρίες υπόκεινται στις διατάξεις του ν. 3429/2005, με την επιφύλαξη πάντως της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

2. Με τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η Διυπουργική Επιτροπή ΔΕΚΟ εγκρίνει επιχειρησιακό σχέδιο για το σιδηροδρομικό τομέα, σύμφωνα με το κατά το άρθρο πρώτο του ν. 3845/ 2010 (ΦΕΚ 65 Α΄) μνημόνιο συνεννόησης, όπως μπορεί να τροποποιείται ή επικαιροποιείται.

3. Από 1.1.2011, ζητήματα συνδεόμενα με τιμολόγηση ή και δρομολόγια εξαιρούνται από οποιαδήποτε διαδικασία έγκρισης σε σχέση με την κατά το ν. 3429/2005 υποβολή από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ επιχειρησιακού σχεδίου στη Διυπουργική Επιτροπή ΔΕΚΟ. Η παράγραφος 1 παύει να εφαρμόζεται στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ μόλις η τελευταία παύσει να υπόκειται στις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3429/2005.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

Άρθρο 15

Ορισμοί

Ειδικά και μόνο στα άρθρα 15 − 21 οι ακόλουθες λέξεις έχουν την εξής έννοια:

«Εταιρία»: κάθε εταιρία που αναφέρεται στο άρθρο 2.

«Τακτικό Προσωπικό»: Όλοι οι εργαζόμενοι Εταιρίας, με σχέση εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, πλήρους ή μερικής απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων και των δικηγόρων με έμμισθη εντολή.

«Εργαζόμενος»: Μέλος τού Τακτικού Προσωπικού οποιασδήποτε Εταιρίας.

«Πλεονάζον Τακτικό Προσωπικό»: Ο αριθμός των Εργαζομένων της κάθε Εταιρίας που, κατά το Διοικητικό της Συμβούλιο, υπερβαίνει το απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη των κατά τον παρόντα νόμο σκοπών και αντικειμένων της, την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία της και τη διαχείριση του, κατά το άρθρο 9 του παρόντος νόμου, Ενεργού Δικτύου.

Την 1.9.2010 και αποκλειστικά για την πρώτη εφαρμογή της διαδικασίας μεταφοράς, ο αριθμός αυτός είναι (μειούμενος ανάλογα, σε περιπτώσεις συνταξιοδότησης ή αποχωρήσεων μετά την 1.9.2010):

Για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ: 751 Εργαζόμενοι συνολικά, δυνάμενοι να διακριθούν ανά τομέα λειτουργίας ως εξής:

Τομέας σιδηροδρομικής έλξης: 120.

Τομέας σιδηροδρομικής κίνησης: 380.

Τομέας οδικών μέσων και λεωφορείων: 30.

Τομέας ανάπτυξης, οικονομικής διαχείρισης, διοίκησης και υποστήριξης: 140.

Τομέας ζύγισης και φόρτωσης: 81.

Για τον ΟΣΕ μετά την ολοκλήρωση της απορρόφησης του ΕΔΙΣΥ (ή ενιαίως πριν από αυτή): 1.600 Εργαζόμενοι συνολικά, δυνάμενοι να διακριθούν ανά τομέα λειτουργίας ως εξής:

Τομέας σχεδίασης και διαχείρισης δικτύου και εγκαταστάσεων: 520.

Τομέας συντήρησης τροχαίου υλικού: 380.

Τομέας διαχείρισης κυκλοφορίας: 330.

Τομέας ανάπτυξης, οικονομικής διαχείρισης, διοίκησης και υποστήριξης: 370.

«Τακτικές μηνιαίες αποδοχές»: Οι καθοριζόμενες στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 20 του ν. 2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α΄), ρητώς εξαιρουμένων των κάθε είδους δευτερευουσών απολαβών και παροχών σε είδος.

«Φορέας Υποδοχής»: Κάθε δημόσια υπηρεσία (συμπεριλαμβανομένων των ανεξάρτητων αρχών), Ν.Π.Δ.Δ., ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού (δήμοι, περιφέρειες) και Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα.

«Μεταφορά»: Η μετάταξη Εργαζομένου από Εταιρία σε Φορέα Υποδοχής, σύμφωνα με τη διαδικασία τού άρθρου 16 ή / και 18.

Άρθρο 16

Διαδικασία Μεταφοράς Πλεονάζοντος Τακτικού Προσωπικού

1. Το, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, Πλεονάζον Τακτικό Προσωπικό κάθε Εταιρίας μεταφέρεται σε Φορείς Υποδοχής, σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου.

2. Κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου λήγει, τερματίζεται και ανακαλείται κάθε απόσπαση Εργαζομένου από οιαδήποτε Εταιρία σε οποιαδήποτε εταιρία, εντός ή εκτός ομίλου ΟΣΕ. Όλοι οι αποσπασμένοι σε εταιρία, εντός ή εκτός ομίλου ΟΣΕ, Εργαζόμενοι επιστρέφουν στην Εταιρία από την οποία έχουν αποσπαστεί.

3. Αν για μια Εταιρία στο άρθρο 15 δεν αναφέρεται αριθμός Πλεονάζοντος Τακτικού Προσωπικού, η κατά τις παραγράφους 4 −10 του παρόντος άρθρου πρώτη διαδικασία μεταφοράς δεν εφαρμόζεται στην Εταιρία αυτή. Εφαρμόζεται όμως διαδικασία μεταφοράς κατά το άρθρο 18.

4. Μέσα σε είκοσι πέντε (25) ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, η Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης αναζητά από τους Φορείς Υποδοχής κενές οργανικές θέσεις και υπηρεσιακές ανάγκες, συντάσσει κατάλογο ανά νομό και ειδικότητα και τον αποστέλλει στο Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Το Υπουργείο προωθεί τον κατάλογο σε κάθε Εταιρία στην οποία εφαρμόζεται η εκάστοτε διαδικασία μεταφοράς.

5. Μέσα σε τρεις (3) ημέρες από τη λήψη του καταλόγου το Διοικητικό Συμβούλιο κάθε Εταιρίας στην οποία εφαρμόζεται η εκάστοτε διαδικασία μεταφοράς ανακοινώνει στο Τακτικό Προσωπικό της τον κατάλογο και προσκαλεί κάθε ενδιαφερόμενο Εργαζόμενό της να υποβάλει αίτηση μεταφοράς. Στην αίτηση, η οποία υποβάλλεται μέσα σε επτά (7) ημέρες από τη σχετική ανακοίνωση του Διοικητικού Συμβουλίου, προσδιορίζονται ο νομός και τρεις (3) θέσεις προτίμησής του.

6. Μέσα σε δεκατέσσερις (14) ημέρες από το πέρας της επταήμερης προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου, κάθε Εταιρία στην οποία εφαρμόζεται η εκάστοτε διαδικασία μεταφοράς συντάσσει, ανά νομό προτίμησης, κατάλογο, όπου αναγράφει τα ονοματεπώνυμα, την πραγματική και αναγνωρισμένη προϋπηρεσία, τα τυπικά προσόντα, την εκπαιδευτική βαθμίδα, την ειδικότητα και τις θέσεις προτίμησης των συγκεκριμένων Εργαζομένων της που αποτελούν το Πλεονάζον Τακτικό Προσωπικό. Αυτοί είναι, ανά ειδικότητα ή τομέα λειτουργίας, οι έχοντες υποβάλει σχετική αίτηση και, εν συνεχεία, οι έχοντες τη μεγαλύτερη πραγματική και αναγνωρισμένη προϋπηρεσία σε μία ή περισσότερες από τις Εταιρίες, μέχρι τη συμπλήρωση των αριθμών τού άρθρου 15, όπως θα έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία αυτή. Αν σε όλους αυτούς συγκαταλέγονται Εργαζόμενοι ή κλάδος Εργαζομένων ή ειδικότητα Εργαζομένων, η μεταφορά των οποίων θα απειλούσε, κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, να προκαλέσει λειτουργικό πρόβλημα στην Εταιρία ή σε απλή εκμετάλλευση ή επιχείρηση ή γραφείο ή τμήμα ή γεωγραφική περιφέρεια ή κλάδο ή ειδικότητά της, το Διοικητικό Συμβούλιο με σεβασμό των αξιολογικών ορίων του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα, δικαιούται να απορρίψει όλες ή κάποιες από τις εν λόγω αιτήσεις ή / και να εξαιρέσει συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, κλάδους ή ειδικότητες από την παρούσα διαδικασία. Αν οι Εργαζόμενοι που υποβάλλουν αίτηση μεταφοράς, μετά από τις απορρίψεις και εξαιρέσεις, υπολείπονται των αριθμών του άρθρου 15, όπως θα έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία αυτή, ο κατάλογος συμπληρώνεται με τους επόμενους Εργαζόμενους, κατά το κριτήριο της μεγαλύτερης προϋπηρεσίας, μέχρι τη συμπλήρωση των συνολικών αριθμών του άρθρου 15, όπως θα έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία αυτή, χωρίς περιορισμό αριθμού ανά τομέα λειτουργίας. Αν οι Εργαζόμενοι που υποβάλλουν αίτηση μεταφοράς, μετά από τις τυχόν απορρίψεις και εξαιρέσεις, υπερβαίνουν τους αριθμούς του άρθρου 15, όπως θα έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία αυτή, το Διοικητικό Συμβούλιο εξαιρεί επιπροσθέτως από τον κατάλογο τους έχοντες τη μικρότερη προϋπηρεσία, μέχρι τη συμπλήρωση των συνολικών αριθμών του άρθρου 15, όπως θα έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία αυτή, χωρίς περιορισμό αριθμού ανά τομέα λειτουργίας. Αν Εργαζόμενος, που αναφέρεται στον κατάλογο, δεν έχει υποβάλει αίτηση μεταφοράς ή / και δεν έχει προσδιορίσει εγγράφως το νομό και τις τρεις θέσεις προτίμησής του, νομός προτίμησης είναι αυτός όπου ο Εργαζόμενος έχει την εργασιακή έδρα του κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου και θέση προτίμησης κάθε θέση εργασίας εντός τού νομού προτίμησης. Αφού συμπληρωθεί πλήρως, ο κατάλογος ανακοινώνεται στο Τακτικό Προσωπικό κάθε Εταιρίας στην οποία εφαρμόζεται η διαδικασία μεταφοράς και αποστέλλεται στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, με μέριμνα του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε Εταιρίας.

7. Η μεταφορά κάθε Εργαζόμενου που αναφέρεται στην κατάσταση της προηγούμενης παραγράφου γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, κατά σειρά προτεραιότητας:

α) σε κενή οργανική θέση προτίμησης σε Φορέα Υποδοχής,

β) αν δεν υπάρχει, σε κενή οργανική θέση παρεμφερούς ειδικότητας σε Φορέα Υποδοχής εντός του νομού προτίμησης,

γ) αν δεν υπάρχει, σε σύμφωνη με τα τυπικά του προσόντα, προσωποπαγή θέση σε Φορέα Υποδοχής εντός του νομού προτίμησης, η οποία συνιστάται με την απόφαση μεταφοράς. Στην περίπτωση αυτή, η μεταφορά διενεργείται με παράλληλη δέσμευση κενής οργανικής θέσης τακτικού προσωπικού, η οποία δεν πληρούται για όσο χρόνο υφίσταται η προσωποπαγής θέση. Για τη δέσμευση της θέσης γίνεται ρητή αναφορά στην απόφαση μεταφοράς. Η προσωποπαγής θέση καταργείται με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση αυτού που την κατέχει.

8. Αν περισσότεροι ενδιαφερόμενοι διεκδικούν την ίδια θέση, προτιμώνται οι εξής (κατά σειρά προτεραιότητας):

α) Όσοι υπέβαλαν οι ίδιοι, εθελοντικώς, εμπροθέσμως και εγγράφως, αίτηση μεταφοράς και προσδιόρισαν το νομό και τρεις θέσεις προτίμησής τους, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

β) Οι έχοντες τα περισσότερα και υπέρτερα τυπικά προσόντα που να απαιτεί η θέση.

γ) Τα άτομα με ειδικές ανάγκες και οι λοιπές κατηγορίες που αναφέρονται στις διατάξεις του ν. 2643/1998 (ΦΕΚ 220 Α΄), όπως εκάστοτε ισχύει.

δ) Οι άγαμοι ή χήροι ή διαζευγμένοι γονείς που έχουν επιμέλεια τέκνων (ανά αριθμό τέκνων).

ε) Οι έγγαμοι γονείς (κατά αριθμό τέκνων).

στ) Αυτοί των οποίων ο ή η σύζυγός τους συνυπηρετεί στον ίδιο νομό.

ζ) Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία.

η) Οι έχοντες τη μεγαλύτερη προϋπηρεσία.

9. Σε ό,τι αφορά στη σχέση του μεταφερόμενου με το Φορέα Υποδοχής του:

α. Η μεταφορά γίνεται με την ίδια σχέση εργασίας και στην ίδια εκπαιδευτική βαθμίδα και, προκειμένου για δικηγόρους, με σχέση έμμισθης εντολής.

β. Ο μεταφερόμενος κατατάσσεται σε βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας στις Εταιρίες. Ο συνολικός αυτός χρόνος αποτελεί πραγματική υπηρεσία για όλα τα ζητήματα υπηρεσιακής και μισθολογικής κατάστασης. Αν υπάρχει πλεονάζων χρόνος λογίζεται ως διανυθείς στο βαθμό κατάταξης.

γ. Για τις αποδοχές των μεταφερομένων εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 2515/ 1997 (ΦΕΚ 154 Α΄).

δ. Οι μεταφερόμενοι εξακολουθούν να υπάγονται στα ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης του φορέα από τον οποίο μεταφέρονται.

10. Η κατά τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων μεταφορά είναι υποχρεωτική. Όσοι δεν παρουσιαστούν μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη δημοσίευση της πράξης μεταφοράς τους για ανάληψη υπηρεσίας στο Φορέα Υποδοχής τους θεωρείται ότι κατήγγειλαν οι ίδιοι τη σύμβασή τους με το Φορέα Υποδοχής και δεν δικαιούνται αποζημίωσης για την αιτία αυτή.

Άρθρο 17

Τεκμήριο αποδοχής

Όσοι Εργαζόμενοι δεν μεταφερθούν σε Φορέα Υποδοχής, αλλά εξακολουθήσουν απασχολούμενοι σε Εταιρία, λογίζεται κατά τεκμήριο ότι αποδέχονται κάθε μεταβολή συλλογικών και ατομικών συμβάσεων, όρων και συνθηκών εργασίας σύμφωνα με τα άρθρα 15 − 21.

Άρθρο 18

Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας

1. Εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, το Διοικητικό Συμβούλιο κάθε Εταιρίας, λαμβάνοντας υπόψη τις λειτουργικές ανάγκες και ειδικότερες απαιτήσεις της, καταρτίζει Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας, που περιλαμβάνει τουλάχιστον τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 3429/2005, τίθεται σε ισχύ με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και κατισχύει κάθε άλλου.

2. Αν, συνεπεία της θέσης σε ισχύ του Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας κάθε Εταιρίας κατά την παράγραφο 1, καταργηθεί οργανική θέση Εργαζομένου, εξετάζεται η δυνατότητα μετάθεσής του σε κενή οργανική θέση της ίδιας Εταιρίας. Αν, κατά την κρίση τού Διοικητικού Συμβουλίου της, που ασκείται εντός των αξιολογικών ορίων του άρθρου 281 του Α.Κ. αυτό δεν ενδείκνυται, εξετάζεται η δυνατότητα μεταφοράς του σε κενή οργανική θέση άλλης Εταιρίας. Αν, κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου της άλλης Εταιρίας, που ασκείται εντός των αξιολογικών ορίων του άρθρου 281 του Α.Κ., αυτό δεν ενδείκνυται, ακολουθείται η διαδικασία μεταφοράς σε Φορέα Υποδοχής των παραγράφων 4 − 10 του άρθρου 16 συμπεριλαμβανομένων ιδίως των κριτηρίων επιλογής της παρ. 6 του άρθρου 16, κατ’ ανάλογη εφαρμογή. Η διαδικασία μεταφοράς αυτή εφαρμόζεται σε όλες τις Εταιρίες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών για τις οποίες δεν αναφέρονται συγκεκριμένοι αριθμοί στο άρθρο 15.

3. Αν, συνεπεία της θέσης σε ισχύ του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας κάθε Εταιρίας κατά την παράγραφο 1, προκύψουν κενές οργανικές θέσεις που δεν πληρώθηκαν από Τακτικό Προσωπικό της ίδιας ή άλλης Εταιρίας, αυτές συμπληρώνονται με προσωπικό που επιλέγεται σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες των άρθρων 18 και 19 του ν. 2190/1994 υπό τον έλεγχο και την εποπτεία τού Α.Σ.Ε.Π. και με βάση τις λοιπές ισχύουσες διατάξεις.

4. Η έκτακτη διαδικασία μεταφοράς της παραγράφου 2 και προσλήψεων της παραγράφου 3 εφαρμόζεται άπαξ, ειδικά προς αντιμετώπιση των συνεπειών θέσης σε ισχύ του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας κάθε Εταιρίας κατά την παράγραφο 1 και υπό την προϋπόθεση ότι η διοίκηση της Εταιρίας δεν θα έχει ανατεθεί σε ιδιωτικό φορέα. Μετά από την εφαρμογή τους αυτή, σε κάθε Εταιρία εφαρμόζεται το κοινό δίκαιο που προσήκει στη φύση και τη μετοχική της σύνθεση.

5. Εφόσον η διοίκηση Εταιρίας, πλην της ΕΡΓΟΣΕ, δεν θα έχει ανατεθεί σε ιδιωτικό φορέα, ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας της τροποποιείται με εισήγηση του Διοικητικού της Συμβουλίου και απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Εφόσον η διοίκηση Εταιρίας ανατεθεί σε ιδιωτικό φορέα και σε ό,τι αφορά στην ΕΡΓΟΣΕ σε κάθε περίπτωση, ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας της τροποποιείται με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου.

Άρθρο 19

Ειδική, κατ’ εξαίρεση, διαδικασία συλλογικής διαπραγμάτευσης

1. Μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου κάθε Εταιρία, πλην της ΓΑΙΑΟΣΕ που εξαιρείται από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, επιδίδει με δικαστικό επιμελητή στην πιο αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση του προσωπικού της πρόσκληση σε συλλογική διαπραγμάτευση σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Η πρόσκληση αυτή αποτελεί αυτοδικαίως και καταγγελία των ακόλουθων συλλογικών ρυθμίσεων, όσων ισχύουν στην κάθε Εταιρία:

α) Του Γενικού Κανονισμού Προσωπικού ΟΣΕ (άρθρο 13 του ν. 2671/1998).

β) Του Κανονισμού Ωρών Εργασίας και Ανάπαυσης Προσωπικού ΟΣΕ (άρθρο 14 του ν. 2671/1998).

γ) Του Κανονισμού Δευτερευουσών Απολαβών (τμήμα του οποίου περιλαμβάνεται και στο άρθρο 15 του ν. 2671/ 1998).

δ) Των από 3.8.1993, 26.5.1995, 8.5.1996, 7.5.1997, 9.6.1999, 6.6.2000, 19.6.2002, 3.7.2002, 11.7.2003, 17.1.2005, 22.5.2006, 20.7.2007, 12.3.2008 και 28.11.2008 Επιχειρησιακών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας Προσωπικού ΟΣΕ,

ε) Της από 25.11.2008 Επιχειρησιακής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για τους εργαζομένους στην ΕΡΓΟΣΕ και όλων των προηγούμενων Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας που έχουν κωδικοποιηθεί στο Παράρτημα αυτής, και

στ) Κάθε άλλης επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης, συλλογικής συμφωνίας, κανονισμού ή οργανισμού, εν ισχύ σε οποιαδήποτε Εταιρία, ή αναφερόμενης, αμέσως ή εμμέσως, σε σύμβαση ή διάταξη καταργούμενη με τον παρόντα νόμο.

2. Όλες οι διατάξεις και συμβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θα εξακολουθήσουν μεταβατικώς να ισχύουν και να εφαρμόζονται σε κάθε Εταιρία όπου ήδη σήμερα ισχύουν και εφαρμόζονται, μέχρι την κατάρτιση της επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας ή τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του νόμου της παράγραφου 5, οπότε θα έχουν καταργηθεί οριστικά.

3. Αντικείμενο της συλλογικής διαπραγμάτευσης σε επίπεδο κάθε Εταιρίας είναι ιδίως το μισθολόγιο του Τακτικού Προσωπικού της κάθε Εταιρίας, προσωπική διαφορά, ρυθμίσεις για την εκτός έδρας εργασία και την αμοιβή αυτής και γενικότερα οι συμπληρωματικοί του Κανονισμού Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας του προηγούμενου άρθρου, όροι αμοιβής και εργασίας του Τακτικού Προσωπικού κάθε Εταιρίας, καθώς και οποιοδήποτε άλλο θέμα τεθεί από οποιοδήποτε από τα μέρη.

4. Η αρμόδια συνδικαλιστική οργάνωση και η Διοίκηση της κάθε Εταιρίας θα διαπραγματευτούν ξεχωριστά ανά Εταιρία και οφείλουν να συναντηθούν για πρώτη φορά μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την επίδοση της πρόσκλησης της παραγράφου 1. Η συλλογική διαπραγμάτευση διαρκεί κατά μέγιστο τριάντα (30) ημέρες από την πρώτη συνάντηση και σε κάθε περίπτωση τριάντα πέντε (35) ημέρες από την επίδοση της πρόσκλησης της παραγράφου 1.

5. Σε κάθε Εταιρία στην οποία επιτυγχάνεται κατάρτιση συλλογικής σύμβασης εργασίας μέσα στην αποκλειστική προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, αυτή αντικαθιστά όλες τις διατάξεις και συμβάσεις που αναφέρονται στην παραγράφο 1. Αν για οποιονδήποτε λόγο η παραπάνω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, τα ζητήματα της παραγράφου 3 ρυθμίζονται με νόμο.

6. Η συλλογική σύμβαση εργασίας ή ο νόμος της προηγούμενης παραγράφου αντικαθιστά και κατισχύει κάθε αντίθετης συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης, πρωτόκολλου ή πρακτικού συμφωνίας, κανονισμού εργασίας ή λειτουργίας διευθύνσεων, υπηρεσιών, συνεργατών, απόφασης ή πράξης της διοίκησης, άλλου κανονισμού οποιουδήποτε αντικειμένου, επιχειρησιακής συνήθειας ή εργασιακού εθίμου, όπως και κάθε άλλη, πάσης μορφής και είδους, συλλογικής συμφωνίας και πηγής δικαίου, ανεξάρτητα από το νομικό τρόπο με τον οποίο αποτέλεσε ή φέρεται ότι αποτέλεσε μέρος της συλλογικής ή και ατομικής σύμβασης εργασίας, είτε από ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών είτε από ενσωμάτωση σε αυτήν με οποιονδήποτε τρόπο των ρυθμίσεων συλλογικών, ομαδικών ή ατομικών πηγών δικαίου, υπό οποιαδήποτε νομική μορφή και αιτιολογία, είτε από επιχειρησιακή συνήθεια ή εργασιακό έθιμο, είτε από προσχώρηση σε οποιαδήποτε συλλογική ρύθμιση, είτε κατά άλλον τρόπο.

7. Μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας τού παρόντος άρθρου απαγορεύεται κάθε μονομερής προσφυγή σε οποιασδήποτε φύσης υπηρεσίες τού Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας για τα θέματα των άρθρων 15−21.

8. Μετά από την ολοκλήρωση της διαδικασίας τού παρόντος άρθρου, η ατομική σύμβαση και γενικά η εργασιακή σχέση κάθε Εργαζομένου με την εργοδότριά του Εταιρία θα διέπεται αποκλειστικά και μόνο από το γενικό εργατικό δίκαιο, τον εκάστοτε Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του άρθρου 18 της εργοδότριας Εταιρίας, τη συλλογική σύμβαση εργασίας ή το νόμο της παραγράφου 5 για την εργοδότρια Εταιρία, τις τυχόν μελλοντικές, μετά από την υπογραφή της συλλογικής σύμβασης εργασίας ή τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του νόμου της παραγράφου 5, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, διαιτητικές αποφάσεις και συλλογικές συμφωνίες μεταξύ της εργοδότριας Εταιρίας και της πιο αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης του προσωπικού της και τις ατομικές συμφωνίες μεταξύ του εν λόγω Εργαζομένου και της εργοδότριας Εταιρίας, όπως τυχόν τροποποιούνται κατά το αμέσως επόμενο άρθρο.

9. Η διαδικασία τού παρόντος άρθρου είναι εξαιρετική και, μετά από την ολοκλήρωσή της, στις Εταιρίες θα εφαρμόζεται το κατά νόμο πλαίσιο συλλογικής διαπραγμάτευσης ή/και διαιτησίας που θα βρίσκεται τότε σε ισχύ.

Άρθρο 20

Λοιπά θέματα

1. Σε κάθε περίπτωση διαφοροποίησης ή απόκλισης των συμφωνιών κάποιας ατομικής σύμβασης από το μισθολογικό κλιμάκιο ή το μισθολογικό κλάδο ή εν γένει το μισθολογικό σύστημα του Εργαζομένου και της εργοδότριάς του Εταιρίας, ιδίως αναφορικά προς τις Τακτικές Μηνιαίες Αποδοχές, κατά την ημερομηνία υπογραφής της συλλογικής σύμβασης εργασίας ή δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του νόμου της παραγράφου 5 του προηγούμενου άρθρου η ατομική σύμβαση αυτή τροποποιείται αυτοδικαίως κατά τρόπο ώστε να συνάδει απολύτως προς το ως άνω μισθολογικό κλιμάκιο και κλάδο και σύστημα, ιδίως των προβλεπόμενων από την ατομική αυτή σύμβαση αποδοχών μειουμένων στο πλαίσιο των προβλέψεων του γενικού μισθολογικού συστήματος της κάθε Εταιρίας.

2. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου κάθε υφιστάμενη συμβατική, νόμιμη ή άλλη αποζημίωση που καταβάλλεται από Εταιρία λόγω καταγγελίας και εν γένει με αφορμή τη λύση υφιστάμενης ή μέλλουσας να συσταθεί σχέσης ή σύμβασης:

− εξαρτημένης εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, απαγορεύεται να υπερβαίνει τα όρια των νόμων 2112/ 1920 και 3198/1955, όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, για την αποζημίωση λόγω καταγγελίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου.

− ιδιόμορφης έμμισθης εντολής, απαγορεύεται να υπερβαίνει τα όρια του άρθρου 94 του ν.δ. 3026/1954, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, για την αποζημίωση λόγω καταγγελίας σύμβασης ιδιόμορφης έμμισθης εντολής.

3. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και γενικώς των άρθρων 15−21 δεν μπορεί να οδηγήσει σε ευθεία ή αναλογική εφαρμογή του άρθρου 7 του ν. 2112/ 1920.

Άρθρο 21

Κατεπείγον επιτακτικό γενικότερο δημόσιο συμφέρον και ρύθμιση γενικών όρων εργασίας

1. Οι διατάξεις των άρθρων 15 − 21 ρυθμίζουν γενικούς όρους εργασίας και τίθενται σε ισχύ, ισχύουν, ακολουθούνται και εξυπηρετούν λόγους κατεπείγοντος επιτακτικού γενικότερου δημόσιου συμφέροντος, που συνδέεται ιδίως με το πρόγραμμα εξυγίανσης και την ανάπτυξη της κάθε Εταιρίας, την προστασία και τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας και την ανόρθωση των δημόσιων οικονομικών εν γένει και κατισχύουν κάθε αντίθετης ή άλλης, γενικής ή ειδικής, διάταξης, συμφωνίας, όρου ή ρήτρας, νόμου, ή κανονισμού έχοντος ισχύ νόμου, κανονιστική ή άλλη ή συμβατικού ή οργανισμού ή συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητικής απόφασης ή συλλογικής συμφωνίας ή ατομικής σύμβασης ή συμφωνίας ή επιχειρησιακής πρακτικής ή εργασιακής συνήθειας ή άλλης, πάσης μορφής και είδους, πηγής δικαίου.

2. Κάθε ρύθμιση αντίθετη, άμεσα ή έμμεσα, προς τις διατάξεις των άρθρων 15−21 καταργείται, των διατάξεων των άρθρων 15−21 θεωρούμενων ως ειδικότερων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΣΥΣΤΑΣΗ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ

Άρθρο 22

Σύσταση

1. Συνιστάται ανεξάρτητη διοικητική αρχή με την επωνυμία «Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (Ρ.Α.Σ.)» και έδρα την Αθήνα.

2. Η Ρ.Α.Σ. απολαμβάνει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε έλεγχο από κυβερνητικά όργανα ή άλλη διοικητική αρχή. Η Ρ.Α.Σ. γνωστοποιεί τις αποφάσεις της στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Έκθεση πεπραγμένων της Ρ.Α.Σ. κοινοποιείται κατ’ έτος στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και στον Πρόεδρο της Βουλής. Η Ρ.Α.Σ. ενεργεί ανεξάρτητα από τον Διαχειριστή Σιδηροδρομικής Υποδομής, την Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρομικών Μεταφορών, την Επιτροπή Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων, οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση, κάθε αρμόδια αρχή που συμμετέχει στην ανάθεση υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τα συμφέροντα των οποίων συγκρούονται με την αποστολή και τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στη Ρ.Α.Σ..

Άρθρο 23

Συγκρότηση

1. Η Ρ.Α.Σ. συγκροτείται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τρία (3) ακόμη τακτικά μέλη, καθένα εκ των οποίων αναπληρώνεται από ένα αντίστοιχο αναπληρωματικό μέλος. Τα μέλη της Ρ.Α.Σ. είναι πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα στον τεχνικό, οικονομικό ή νομικό τομέα και απολαμβάνουν ευρείας κοινωνικής αποδοχής.

2. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα λοιπά μέλη της Ρ.Α.Σ. επιλέγονται και διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, και γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, με βάση τα όσα προβλέπει το άρθρο 14 περίπτωση η΄ του Κανονισμού της Βουλής. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ως Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Ρ.Α.Σ. δύο από τα τακτικά μέλη της. Ο διορισμός όλων των μελών της Ρ.Α.Σ. δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσης.

3. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όλα τα μέλη της Ρ.Α.Σ. απολαύουν λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας.

4. Η θητεία των μελών της Ρ.Α.Σ. είναι πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί μία μόνο φορά.

5. Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος της Ρ.Α.Σ. είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.

6. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Σ. προΐσταται όλων των υπηρεσιών της και διευθύνει το έργο της. Τα καθήκοντα του Αντιπροέδρου προσδιορίζονται από τη Ρ.Α.Σ..

Άρθρο 24

Ασυμβίβαστα − Υποχρεώσεις των μελών της Ρ.Α.Σ.

1. Τα μέλη της Ρ.Α.Σ. δεν επιτρέπεται να κατέχουν θέση στο Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και στους εποπτευόμενους από αυτό φορείς και νομικά πρόσωπα, στον Διαχειριστή Σιδηροδρομικής Υποδομής, στην Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρομικών Μεταφορών, στην Επιτροπή Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων ή σε οποιαδήποτε αρμόδια αρχή που συμμετέχει στην ανάθεση υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας (ΥΔΥ), ούτε να κατέχουν θέση σε οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση ή να συμμετέχουν στο κεφάλαιό της ή να έχουν άμεσο ή έμμεσο προσπορισμό οποιουδήποτε οφέλους από υπηρεσίες σιδηροδρομικών επιχειρήσεων ή από τρίτους, που επηρεάζονται άμεσα από τη δραστηριότητά τους, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, καθώς και για τα δύο (2) επόμενα έτη από τη λήξη της.

Αν τα μέλη της Ρ.Α.Σ. κατέχουν εταιρικά μερίδια ή μετοχές στον Διαχειριστή Σιδηροδρομικής Υποδομής, καθώς και σε οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση ή άλλη επιχείρηση ή νομικό πρόσωπο του προηγούμενου εδαφίου, που έχουν αποκτήσει από κληρονομική διαδοχή κατά τη διάρκεια της θητείας τους, υποχρεούνται να απέχουν από την ενάσκηση των δικαιωμάτων συμμετοχής και ψήφου στα όργανα διοίκησης, διαχείρισης και ελέγχου των εν λόγω επιχειρήσεων μέχρι τη συμπλήρωση δύο (2) ετών από τη λήξη της θητείας τους.

2. Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών τους, που απορρέουν από το παρόντα νόμο, τα μέλη της Ρ.Α.Σ.

υπέχουν πειθαρχική ευθύνη. Την πειθαρχική διαδικασία ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου κινεί ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων για τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τα λοιπά μέλη της Ρ.Α.Σ..

3. Το πειθαρχικό συμβούλιο της Ρ.Α.Σ. αποτελείται από έναν Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως πρόεδρο, έναν Αρεοπαγίτη και τρεις Καθηγητές Α.Ε.Ι. με γνωστικό αντικείμενο το δίκαιο. Χρέη γραμματέα του συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος της Ρ.Α.Σ.. Ο πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του συμβουλίου ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές. Για τα μέλη του συμβουλίου που είναι δικαστικοί λειτουργοί απαιτείται απόφαση του οικείου ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Το συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων με τριετή θητεία. Τα ασυμβίβαστα που αναφέρονται για τα μέλη της Ρ.Α.Σ. στην παράγραφο 1 ισχύουν και για τα μέλη του πειθαρχικού συμβουλίου. Η αμοιβή του προέδρου, των μελών και του γραμματέα του πειθαρχικού συμβουλίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Κάθε λεπτομέρεια σχετικά με την πειθαρχική ευθύνη των μελών της Ρ.Α.Σ.

και την πειθαρχική διαδικασία ρυθμίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας της Ρ.Α.Σ..

4. Η παράβαση της απαγόρευσης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, συνεπάγεται αυτοδίκαια έκπτωση του προσώπου από τη θέση που κατέχει στη Ρ.Α.Σ.. Για τη διαπίστωση της έκπτωσης κινείται η πειθαρχική διαδικασία σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Η κατά τα ως άνω έκπτωση δεν αποκλείει την ποινική ή αστική ευθύνη τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

5. Οι υποχρεώσεις και περιορισμοί της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και προκειμένου για τους συζύγους των εκεί αναφερόμενων προσώπων, καθώς και τους συγγενείς τους εξ αίματος και εξ αγχιστείας μέχρι του δεύτερου βαθμού.

6. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους τα μέλη της Ρ.Α.Σ. έχουν υποχρέωση τήρησης των αρχών της αντικειμενικότητας και αμεροληψίας. Τα μέλη της Ρ.Α.Σ. υποχρεούνται στην τήρηση της υποχρέωσης της εχεμύθειας για τέσσερα (4) έτη μετά την εκούσια ή ακούσια αποχώρησή τους από τη Ρ.Α.Σ..

7. Τα μέλη της Ρ.Α.Σ. υποβάλλουν κατ’ έτος στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου την, προβλεπόμενη από το ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α΄), όπως ισχύει, δήλωση περιουσιακής κατάστασης.

Άρθρο 25

Έλλειψη – Έκπτωση – Αναστολή μελών

1. Εάν κατά τη διάρκεια της θητείας κενωθεί για οποιονδήποτε λόγο θέση μέλους, διορίζεται νέο μέλος, με τη διαδικασία της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του παρόντος νόμου εφαρμοζομένης αναλόγως της διάταξης του άρθρου 13 του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 54 Α΄), για το υπόλοιπο της θητείας του μέλους που αποχώρησε.

2. Τα μέλη της Ρ.Α.Σ. εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους αν εκδοθεί σε βάρος τους αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.

3. Η ιδιότητα του μέλους αναστέλλεται αν εκδοθεί αμετάκλητο παραπεμπτικό βούλευμα για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, και μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Αν ανασταλεί η ιδιότητα μέλους διορίζεται νέο μέλος με τη διαδικασία της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του παρόντος νόμου. Η θητεία του νέου μέλους διαρκεί κατά το χρόνο αναστολής.

Άρθρο 26

Υπηρεσιακή κατάσταση μελών

1. Οι αποδοχές των μελών της Ρ.Α.Σ. καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Η δαπάνη που προκαλείται βαρύνει τις πιστώσεις της Ρ.Α.Σ..

2. Ο Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος της Ρ.Α.Σ. που προέρχεται από φορέα του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 2190/1994, πλην εκείνων της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του παρόντος νόμου, επανέρχεται αυτοδικαίως, μετά τη λήξη της θητείας του, στη θέση που κατείχε πριν από το διορισμό του. Εφόσον είναι μέλος Δ.Ε.Π. ή Ε.Π. Α.Ε.Ι., χορηγείται άδεια, κατά τη διάρκεια της θητείας στη Ρ.Α.Σ., κατά το άρθρο 17 παρ.4 περίπτωση α΄ του ν. 1268/1982 (ΦΕΚ 87 Α΄).

3. Η θητεία του Προέδρου ή Αντιπροέδρου στη Ρ.Α.Σ. λογίζεται ως πραγματική υπηρεσία για όλες τις συνέπειες και κατά τη διάρκειά της δεν διακόπτεται η βαθμολογική και η μισθολογική του εξέλιξη. Αν η θέση που κατείχε ή στην οποία έχει εξελιχθεί δεν είναι κενή ή έχει καταργηθεί, επανέρχεται σε ομοιόβαθμη προσωποπαγή στον ίδιο κλάδο και στον ίδιο βαθμό θέση που συνιστάται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Η επαναφορά του διενεργείται με παράλληλη δέσμευση κενής οργανικής θέσης τακτικού προσωπικού, η οποία δεν πληρούται για όσο χρόνο υφίσταται η προσωποπαγής θέση. Η προσωποπαγής θέση καταργείται με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση αυτού που την κατέχει.

4. Μέλος της Ρ.Α.Σ., υπαγόμενο στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., εάν κατά τη διάρκεια της θητείας του προαχθεί, ύστερα από αίτησή του στην υπηρεσία από την οποία προέρχεται, στο βαθμό του Διευθυντή ή του Γενικού Διευθυντή, επιστρέφει στην υπηρεσία του και ο διορισμός του ως μέλους της Ρ.Α.Σ. ανακαλείται αυτοδίκαια.

Άρθρο 27

Σύνθεση – Συνεδριάσεις – Λειτουργία Αποφάσεις της Ρ.Α.Σ.

1. Η Ρ.Α.Σ. συνέρχεται στην έδρα της ή και εκτός αυτής, αν τούτο έχει οριστεί προηγουμένως, τακτικώς μεν τουλάχιστον μία (1) φορά το μήνα και εκτάκτως όταν ζητηθεί από τον Πρόεδρο αυτής. Η Ρ.Α.Σ. συνεδριάζει νομίμως, εφόσον μετέχουν στη συνεδρίαση ο Πρόεδρος ή, απουσιάζοντος αυτού, ο Αντιπρόεδρος και τρία (3) τουλάχιστον μέλη (απαρτία). Η απαρτία πρέπει να υπάρχει σε όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης. Αν, κατά την πρώτη συνεδρίαση, διαπιστωθεί έλλειψη απαρτίας, η Ρ.Α.Σ. καλείται εκ νέου σε συνεδρίαση, η οποία πραγματοποιείται το νωρίτερο σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες, με την ίδια ημερήσια διάταξη. Κατά τη συνεδρίαση αυτή, υπάρχει απαρτία αν μετέχουν στη σύνθεση ο Πρόεδρος ή, απουσιάζοντος αυτού, ο Αντιπρόεδρος και τρία (3) τουλάχιστον μέλη. Τα τακτικά μέλη της Ρ.Α.Σ. δεν μπορούν να απουσιάζουν αδικαιολόγητα για περισσότερες από τρεις (3), κατά σειρά, συνεδριάσεις. Η Ρ.Α.Σ. μπορεί να λειτουργήσει, όχι όμως πέρα από ένα τρίμηνο, αν κάποια από τα μέλη της εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή απολέσουν την ιδιότητα βάσει της οποίας ορίστηκαν, εφόσον, κατά τις συνεδριάσεις της, τα λοιπά μέλη επαρκούν ώστε να υπάρχει απαρτία.

2. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Σ. καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο των συνεδριάσεων και καλεί τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη να συμμετάσχουν.

Η πρόσκληση, η οποία περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη, γνωστοποιείται, από τον Πρόεδρο, στα μέλη της Ρ.Α.Σ. τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση, μπορεί δε να γίνει και με τηλεφώνημα, τηλεγράφημα, τηλεομοιοτυπία ή άλλο πρόσφορο μέσο, εφόσον το γεγονός τούτο αποδεικνύεται από σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο, η οποία πρέπει να φέρει χρονολογία και την υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση. Η προθεσμία αυτή μπορεί, σε περίπτωση κατεπείγοντος, να συντμηθεί, η πρόσκληση όμως, τότε, πρέπει να είναι έγγραφη και να βεβαιώνονται σε αυτήν οι λόγοι που κατέστησαν τη σύντμηση αναγκαία.

Πρόσκληση των μελών της Ρ.Α.Σ. δεν απαιτείται όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε ημερομηνίες τακτές, που ορίζονται με απόφασή της, η οποία και γνωστοποιείται στα μέλη της.

Πρόσκληση δεν απαιτείται, επίσης, όταν μέλος της Ρ.Α.Σ. έχει δηλώσει, πριν από τη συνεδρίαση, κώλυμα συμμετοχής του σε αυτήν ή όταν το κώλυμα τούτο είναι γνωστό στον πρόεδρο της Ρ.Α.Σ..

3. Τα αναπληρωματικά μέλη της Ρ.Α.Σ. καλούνται προς αναπλήρωση απόντων ή κωλυόμενων μελών τα οποία έχουν οριστεί να αναπληρώνουν.

4. Αν κατά τη συνεδρίαση απουσιάσει τακτικό μέλος της Ρ.Α.Σ. το οποίο δεν είχε προσκληθεί, η συνεδρίαση είναι παράνομη. Το ίδιο ισχύει ακόμη και αν, αντ’ αυτού, είχε μετάσχει το αντίστοιχο αναπληρωματικό μέλος. Αν υπήρξαν πλημμέλειες ως προς την κλήτευση μέλους, η Ρ.Α.Σ. συνεδριάζει νομίμως αν αυτό είναι παρόν και δεν αντιλέγει για την πραγματοποίηση της συνεδρίασης.

5. Η νομιμότητα της σύνθεσης της Ρ.Α.Σ. δεν επηρεάζεται από την τυχόν εναλλαγή των μετεχόντων μελών σε διαδοχικές συνεδριάσεις.

6. Μέλη της Ρ.Α.Σ. τα οποία είναι σύζυγοι ή συνδέονται μεταξύ τους με συγγένεια έως και τέταρτου βαθμού εξ αίματος ή αγχιστείας δεν επιτρέπεται να μετάσχουν στην ίδια συνεδρίαση.

7. Η σύγκληση της Ρ.Α.Σ. προς συνεδρίαση είναι υποχρεωτική αν τρία (3) τουλάχιστον τακτικά μέλη της το ζητήσουν εγγράφως από τον Πρόεδρο, προσδιορίζοντας και το προς συζήτηση θέμα.

8. Η ημερήσια διάταξη συντάσσεται από τον Πρόεδρο της Ρ.Α.Σ., ο οποίος λαμβάνει προς τούτο υπόψη του και απόψεις που τυχόν διατυπώνονται από μέλη της Ρ.Α.Σ.. Χρέη εισηγητή ασκεί ο Πρόεδρος ή άλλο μέλος, που το ορίζει αυτός.

9. Αντικείμενο της συνεδρίασης είναι μόνο τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη. Κατ’ εξαίρεση, μπορούν να συζητηθούν και θέματα που δεν περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη αν είναι παρόντα όλα τα τακτικά μέλη και συμφωνούν για τη συζήτησή τους.

10. Οι συνεδριάσεις της Ρ.Α.Σ. είναι μυστικές. Η κατά τη συζήτηση παρουσία άλλων προσώπων, πλην των μελών, δεν επιτρέπεται. Η Ρ.Α.Σ. όμως μπορεί να καλέσει, προς παροχή πληροφοριών ή προσαγωγή στοιχείων, υπηρεσιακά ή άλλα πρόσωπα, τα οποία και αποχωρούν πριν από την έναρξη της συζήτησης.

11. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Σ. κηρύσσει την έναρξη και τη λήξη των συνεδριάσεων, διευθύνει τις εργασίες και φροντίζει για την εφαρμογή του νόμου και την εύρυθμη λειτουργία της Ρ.Α.Σ..

12. Οι αποφάσεις της Ρ.Α.Σ. λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε κάθε περίπτωση, αν υπάρξει ισοψηφία, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

13. Αν η συζήτηση της υπόθεσης διαρκεί περισσότερες από μια συνεδριάσεις, η απόφαση λαμβάνεται από τα μέλη που μετέχουν στην τελευταία συνεδρίαση, αφού προηγουμένως τα μέλη που δεν μετείχαν στις προηγούμενες συνεδριάσεις ενημερωθούν πλήρως ως προς τα ουσιώδη σημεία των κατ’ αυτές συζητήσεων. Η ενημέρωση πρέπει να προκύπτει από δήλωση των μελών αυτών, η οποία και καταχωρίζεται στα πρακτικά.

14. Η ψηφοφορία είναι φανερή.

15. Οι αποφάσεις της Ρ.Α.Σ. πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες και καταχωρίζονται σε ιδιαίτερο βιβλίο.

Μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την καταχώριση αυτή, ανακοινώνονται στην ιστοσελίδα της, εκτός αν αφορούν την εθνική άμυνα ή την ασφάλεια της χώρας, και κοινοποιούνται στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Η Ρ.Α.Σ. δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε πληροφορία, που καλύπτεται από το επαγγελματικό απόρρητο και ιδιαίτερα τις πληροφορίες σχετικά με τις επιχειρήσεις, τις επιχειρηματικές τους σχέσεις ή τα στοιχεία κόστους τους. Η υποχρέωση αυτή της Ρ.Α.Σ. δεν θίγει το δικαίωμά της να προβαίνει σε αποκάλυψη πληροφοριών που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της. Στην περίπτωση αυτή η αποκάλυψη πρέπει να βασίζεται στην αρχή της αναλογικότητας και να γίνεται με συνεκτίμηση των νόμιμων συμφερόντων των επιχειρήσεων για την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου τους. Οι αποφάσεις της Ρ.Α.Σ.

προσβάλλονται με προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίησή τους και δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της.

16. Για τις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Σ. συντάσσεται πρακτικό, στο οποίο μνημονεύονται, ιδίως, τα ονόματα και η ιδιότητα των παριστάμενων μελών, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν με συνοπτική αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενό τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που λήφθηκαν.

17. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν και τα ονόματα τούτων.

18. Αν πρόκειται για συνεδρίαση της Ρ.Α.Σ. προς διατύπωση απλής γνώμης, στο οικείο πρακτικό καταχωρίζονται υποχρεωτικώς όλες οι επί μέρους γνώμες που διατυπώθηκαν και τέθηκαν σε ψηφοφορία.

19. Το πρακτικό συντάσσεται από το μέλος που επιφορτίζεται με το καθήκον αυτό από τον Πρόεδρο και επικυρώνεται από τον Πρόεδρο. Τα τηρούμενα κατά τις συνεδριάσεις πρακτικά, καθώς και οι φάκελοι των υποθέσεων που διεκπεραιώθηκαν από την Ρ.Α.Σ. είναι προσιτά στους άμεσα ενδιαφερομένους, εκτός και εάν έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα.

20. Η υπογραφή του Προέδρου και, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός του, του Αντιπροέδρου, αρκεί για τη νόμιμη υπόσταση κάθε πράξης της Ρ.Α.Σ..

21. Τα μέλη της Ρ.Α.Σ. κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ενεργούν συλλογικά. Με απόφαση της Ρ.Α.Σ. ανατίθενται στον Πρόεδρο ή σε άλλα μέλη της ή υπάλληλό της συγκεκριμένα καθήκοντα διοίκησης ή και διαχείρισης. Ομοίως μπορεί να μεταβιβάζεται στον Πρόεδρο ή σε άλλα μέλη της η αρμοδιότητα έκδοσης ατομικών διοικητικών πράξεων. Η σχετική αρμοδιότητα μπορεί να ασκείται παράλληλα και από τη Ρ.Α.Σ. δρώντας συλλογικά.

22. Η Ρ.Α.Σ. εκπροσωπείται έναντι τρίτων, δικαστικώς και εξωδίκως, από τον Πρόεδρό της και όταν αυτός κωλύεται από τον Αντιπρόεδρο. Σε περίπτωση κωλύματος του τελευταίου, η Ρ.Α.Σ. ορίζει με απόφασή της το μέλος, που θα την εκπροσωπεί για συγκεκριμένη πράξη ή ενέργεια ή κατηγορία πράξεων ή ενεργειών.

23. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2690/ 1999 (ΦΕΚ 45 Α΄), όπως εκάστοτε ισχύει.

Άρθρο 28

Αρμοδιότητες της Ρ.Α.Σ.

Η Ρ.Α.Σ. είναι ο ρυθμιστικός φορέας για τις σιδηροδρομικές μεταφορές στην Ελλάδα, και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

1. Ασκεί τις αρμοδιότητες που εκάστοτε επιφυλάσσει η ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία για το ρυθμιστικό φορέα στις σιδηροδρομικές μεταφορές αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν προσφυγής. Εποπτεύει τη λειτουργία της σιδηροδρομικής αγοράς, την τήρηση των διατάξεων του παρόντος και της σχετικής νομοθεσίας. Επιπλέον, παρακολουθεί την τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού στην αγορά των σιδηροδρομικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών, εξασφαλίζει τη δίκαιη και χωρίς διακρίσεις αντιμετώπιση πάντων, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα και εκδίδει τις απαιτούμενες εκτελεστές πράξεις. Διενεργεί ελέγχους κατόπιν προσφυγών ή και αυτεπαγγέλτως για τα θέματα αρμοδιότητάς της.

Εάν το κρίνει αναγκαίο, η Ρ.Α.Σ. ενημερώνει την Επιτροπή Ανταγωνισμού και μπορεί να ζητεί τη συνδρομή της.

2. Αποφασίζει επί αναφορών, καταγγελιών και προσφυγών αιτούντων (όπως αυτοί ορίζονται στην περίπτωση 2 του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005), που, ενδεχομένως, έχουν υποστεί άδικη ή διακριτική μεταχείριση ή έχουν με οποιονδήποτε άλλον τρόπο αδικηθεί, ιδιαιτέρως εναντίον αποφάσεων του Διαχειριστή υποδομής, ιδίως, σχετικά με:

α) τη Δήλωση Δικτύου,

β) τα κριτήρια που αυτή περιέχει,

γ) τη διαδικασία κατανομής και τα αποτελέσματά της,

δ) το καθεστώς χρέωσης,

ε) το επίπεδο ή τη διάρθρωση των τελών υποδομής που απαιτούνται ή μπορεί να απαιτούνται να καταβληθούν,

στ) τις ρυθμίσεις για την πρόσβαση σύμφωνα με το άρθρο 9 του π.δ. 41/2005,

ζ) τις συμφωνίες−πλαίσιο, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση 17 του άρθρου 2 και στο άρθρο 25 του π.δ. 41/ 2005.

3. Εξασφαλίζει ότι τα τέλη που επιβάλλονται από τον Διαχειριστή Υποδομής συμφωνούν με το Κεφάλαιο VI του π.δ. 41/2005 και δεν εισάγουν διακρίσεις.

4. Επιβλέπει, υποχρεωτικά, τη διαπραγμάτευση μεταξύ των αιτούντων (όπως αυτοί ορίζονται στην περίπτωση 2 του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005) και του Διαχειριστή Υποδομής σχετικά με το επίπεδο των τελών χρήσεως της υποδομής.

5. Έχει το δικαίωμα να ζητήσει σχετικές πληροφορίες από τον Διαχειριστή Υποδομής, τους αιτούντες και τυχόν τρίτα μέρη που εμπλέκονται, οι οποίες πρέπει να παρέχονται χωρίς άσκοπη καθυστέρηση.

6. Αποφασίζει επί των προσφυγών για θέματα αρμοδιότητάς της, μέσα σε προθεσμία το πολύ δύο (2) μηνών από την περιέλευση σε αυτήν όλων των πληροφοριών, και λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να διορθώνεται η κατάσταση.

7. Παρακολουθεί τις εξελίξεις στη σιδηροδρομική αγορά και μπορεί να αποφασίζει αυτεπαγγέλτως τη λήψη μέτρων, ώστε να αποφεύγονται πιθανές δυσμενείς εξελίξεις. Κάθε απόφασή της είναι δεσμευτική για τους αποδέκτες της και υπόκειται στα ένδικα μέσα που προβλέπονται κατά την κείμενη νομοθεσία.

8. Χορηγεί άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τις ανακαλεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 41/ 2005.

9. Επεξεργάζεται και προτείνει κανονιστικό πλαίσιο στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων για θέματα αρμοδιότητάς της.

10. Συντάσσει και υποβάλλει εισηγήσεις προς συναρμόδια Υπουργεία για θέματα αρμοδιότητάς της.

11. Παρακολουθεί και ελέγχει την τήρηση της εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371 (ΕΕ L315/14 της 3.12.2007) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών, και λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα με τα οποία εξασφαλίζεται ο σεβασμός των δικαιωμάτων των επιβατών.

12. Εξετάζει καταγγελίες επιβατών για παραβίαση των διατάξεων του Κανονισμού (EK) αριθ. 1371 (ΕΕ L315/14 της 3.12.2007) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών. Έχει το δικαίωμα να ζητήσει πληροφορίες από σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, πωλητές εισιτηρίων, υπεύθυνους σταθμών, τον επιβάτη και τυχόν τρίτα μέρη που εμπλέκονται προς εξέταση της υποβληθείσας καταγγελίας.

13. Ασκεί τις αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί στο Εθνικό Συμβούλιο Σιδηροδρόμων με το π.δ. 41/2005.

14. Εγκρίνει τις συμφωνίες–πλαίσιο, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση 17 του άρθρου 2 και στο άρθρο 25 του π.δ. 41/2005.

15. Εξετάζει τις προσφυγές που προβλέπονται από το άρθρο 21 του π.δ. 104/2010 (ΦΕΚ 181 Α΄).

16. Ανταλλάσσει πληροφορίες και συνεργάζεται με τους αντίστοιχους φορείς των άλλων κρατών − μελών της Ε.Ε., όσον αφορά το έργο τους, καθώς και τις αρχές και πρακτικές που εφαρμόζει στη λήψη των αποφάσεών του, προκειμένου να επιτυγχάνεται ο συντονισμός των αρχών που διέπουν τη λήψη των αποφάσεων των Ρυθμιστικών φορέων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

17. Απευθύνει οδηγίες ή συστάσεις και επιβάλλει κυρώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 32 και 33 του παρόντος νόμου.

Άρθρο 29

Πόροι – Οικονομική Διαχείριση

1. Οι αναγκαίες για τη λειτουργία της Ρ.Α.Σ. πιστώσεις εγγράφονται υπό ίδιο φορέα στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Τον προϋπολογισμό κοινοποιεί στον Υπουργό Οικονομικών ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Σ., ο οποίος είναι και διατάκτης των δαπανών της. Οι σχετικές δαπάνες εκκαθαρίζονται από την αρμόδια Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.

2. Η Ρ.Α.Σ. έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και να δημοσιεύει ισολογισμό.

3. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο (2) ορκωτούς ελεγκτές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται σε δύο (2) ημερήσιες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Τα στοιχεία αυτά και ο προϋπολογισμός του επόμενου έτους υποβάλλονται στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και στον Πρόεδρο της Βουλής. Η Ρ.Α.Σ. υπόκειται στον προληπτικό και κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Άρθρο 30

Προσωπικό της Ρ.Α.Σ.

1. Η Ρ.Α.Σ. έχει ίδιο προσωπικό. Για τη στελέχωση της Ρ.Α.Σ. συνιστώνται συνολικά έως πενήντα (50) θέσεις προσωπικού, από τις οποίες έως είκοσι (20) είναι θέσεις τακτικού προσωπικού με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, έως είκοσι οκτώ (28) είναι θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μία (1) θέση δικηγόρου με έμμισθη εντολή και μία (1) θέση Νομικού Συμβούλου. Ο συνολικός αριθμός θέσεων προσωπικού και η διάκρισή του σε επί μέρους κατηγορίες δύναται να τροποποιηθεί με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης, εάν οι ανάγκες της Ρ.Α.Σ. το απαιτούν. Ως προσόντα πρόσληψης, για μεν το τακτικό προσωπικό ορίζονται τα προβλεπόμενα στο π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α΄), όπως εκάστοτε ισχύει, για δε το Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό τα προβλεπόμενα στο άρθρο 25 παρ. 2 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α΄) με επιστημονική εξειδίκευση στο αντικείμενο και τις αρμοδιότητες της Ρ.Α.Σ..

Η πλήρωση των θέσεων προσωπικού της Ρ.Α.Σ. πραγματοποιείται ύστερα από προκήρυξη που εκδίδει το Α.Σ.Ε.Π. σύμφωνα με την προβλεπόμενη από τη σχετική με το Α.Σ.Ε.Π. εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία.

2. Με κοινές αποφάσεις των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών κατόπιν εισήγησης της Ρ.Α.Σ. και ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων, είναι δυνατόν να αποσπώνται για συγκεκριμένο και από την ανωτέρω απόφαση προσδιοριζόμενο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν υπερβαίνει τη διετία, με δυνατότητα ανανέωσης για μία (1) ακόμη διετία, στη Ρ.Α.Σ. υπάλληλοι από δημόσιες υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ. ή ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού και Ν.Π.Ι.Δ.. του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 2190/1994 προς κάλυψη των άμεσων αναγκών της Ρ.Α.Σ., κατά παρέκκλιση των διατάξεων που ισχύουν, και υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας από τον οποίο προέρχεται ο υπάλληλος δεν είναι το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, φορέας ή νομικό πρόσωπο που εποπτεύεται από αυτό, ο Διαχειριστής Σιδηροδρομικής Υποδομής, η Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρομικών Μεταφορών, η Επιτροπή Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων ή οποιαδήποτε αρμόδια αρχή που συμμετέχει στην ανάθεση υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας (ΥΔΥ), καθώς και ότι ο υπάλληλος δεν κατέχει θέση σε οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση, ούτε συμμετέχει στο κεφάλαιό της, ούτε έχει άμεσο ή έμμεσο προσπορισμό οποιουδήποτε οφέλους από υπηρεσίες σιδηροδρομικών επιχειρήσεων ή από τρίτους, που επηρεάζονται άμεσα από τη δραστηριότητά τους. Για την απόσπαση των ανωτέρω υπαλλήλων, αναγκαία είναι η εμπειρία τους σε αντικείμενο συναφές προς αυτό της απασχόλησής τους στη Ρ.Α.Σ.. Η απόσπαση των ανωτέρω υπαλλήλων δύναται να διακόπτεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, μετά από εισήγηση της Ρ.Α.Σ..

Η μισθοδοσία των αποσπασμένων υπαλλήλων γίνεται από τη Ρ.Α.Σ., ενώ το σύνολο των τυχόν αποδοχών και των επιδομάτων της οργανικής θέσης των αποσπασμένων που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων τους στο φορέα από τον οποίο προέρχονται συνεχίζεται να καταβάλλεται από το φορέα από τον οποίο προέρχονται.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Yπουργού και σύμφωνη γνώμη της Ρ.Α.Σ., μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, είναι δυνατόν να μετατάσσονται σε υφιστάμενες κενές θέσεις τακτικού προσωπικού, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, υπάλληλοι στη Ρ.Α.Σ. από άλλες υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ. ή ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού και Ν.Π.Ι.Δ.. του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 2190/1994. Προϋπόθεση για τη μετάταξη των ανωτέρω υπαλλήλων είναι η προϋπηρεσία τους σε αντικείμενο συναφές με αυτό της απασχόλησής τους στην Ρ.Α.Σ.. Όσοι εκ των μετατασσόμενων υπαλλήλων, της κατηγορίας ΠΕ, έχουν προϋπηρεσία συναφή με το αντικείμενο της Ρ.Α.Σ. για τουλάχιστον δέκα (10) έτη μπορούν να καταλαμβάνουν θέσεις προϊσταμένων.

4. Οι θέσεις του τακτικού προσωπικού κατανέμονται κατά κατηγορίες και κλάδους ως εξής:

Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ): Κλάδος ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού θέσεις τρεις (3).

Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ): Κλάδος ΠΕ Μηχανικού, θέσεις επτά (7).

Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ): Κλάδος ΠΕ Πληροφορικής, θέσεις τρεις (3).

Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ): Κλάδος ΤΕ Κλάδος ΤΕ2 Τεχνολογικών Εφαρμογών, θέσεις τέσσερις (4).

Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ): Κλάδος ΔΕ, θέσεις δύο (2).

Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΥΕ): Κλάδος ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού, θέση μία (1).

5. Οι θέσεις του ειδικού επιστημονικού προσωπικού κατανέμονται ως εξής:

οκτώ (8) θέσεις διπλωματούχων μηχανολόγων μηχανικών,

επτά (7) θέσεις διπλωματούχων πολιτικών μηχανικών-συγκοινωνιολόγων,

επτά (7) θέσεις διπλωματούχων ηλεκτρολόγων μηχανικών, και

έξι (6) θέσεις πτυχιούχων οικονομικών επιστημών ή δημόσιας διοίκησης.

6. Ο Νομικός Σύμβουλος πρέπει να είναι δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, κάτοχος τουλάχιστον μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στο διοικητικό ή στο εμπορικό δίκαιο και με δεκαπενταετή τουλάχιστον εμπειρία συνολικά.

7. Οι αποδοχές και οι πρόσθετες απολαβές του προσωπικού της Ρ.Α.Σ. (περιλαμβανομένων των αποσπασμένων), καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.

Ειδικότερα, οι αποσπασμένοι υπάλληλοι θα συμψηφίζουν τις ανωτέρω πρόσθετες απολαβές με όμοιες που τυχόν διατηρούν από την οργανική τους θέση.

Άρθρο 31

Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης

1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ύστερα από γνώμη της Ρ.Α.Σ., θεσπίζεται ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης. Με τον Κανονισμό ρυθμίζονται:

α) η εσωτερική οργάνωση και λειτουργία της Ρ.Α.Σ.,

β) ο αριθμός των οργανικών της θέσεων και η διάκρισή τους σε κατηγορίες προσωπικού, όπως τακτικό ή ειδικό επιστημονικό προσωπικό και κλάδους,

γ) ο τρόπος διαχείρισης των πόρων της,

δ) ζητήματα προμηθειών και

ε) κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη λειτουργία της Ρ.Α.Σ. και του προσωπικού της.

2. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της Ρ.Α.Σ. ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Σ. ορίζεται ως διατάκτης, μπορεί να εκδίδει χρηματικά εντάλματα και να διαχειρίζεται το λογαριασμό της Ρ.Α.Σ., να συνάπτει συμβάσεις και να αποφασίζει για την ανάθεση προμηθειών, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

3. Η Ρ.Α.Σ. δύναται να προβαίνει στην ανάθεση μελετών, έργων παροχής υπηρεσιών και προμηθειών, για θέματα που άπτονται της λειτουργίας της. Η σύναψη και υλοποίηση των συμβάσεων αυτών διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της οικείας νομοθεσίας και από τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισής της.

4. Η Ρ.Α.Σ. διατηρεί ενημερωμένη ιστοσελίδα και τηλεφωνική γραμμή για την ενημέρωση και επικοινωνία των ενδιαφερομένων. Τόσο η ιστοσελίδα όσο και η τηλεφωνική γραμμή θα δημοσιοποιούνται με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η πληροφόρηση του κοινού, όπως ενδεικτικά, στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, εξειδικευμένα περιοδικά και φυλλάδια του Υπουργείου.

Άρθρο 32

Προσθήκη και τροποποίηση διατάξεων

1. Η περίπτωση 21 του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

«21. Φορέας Χορήγησης της Άδειας: Η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων, στην οποία ανατίθεται η έκδοση των αδειών σιδηροδρομικής επιχείρησης.»

2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 38 του π.δ. 41/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Ως Ρυθμιστικός Φορέας ορίζεται η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων.»

3. Προστίθεται νέο άρθρο 47Α στο π.δ. 41/2005 ως ακολούθως:

«Άρθρο 47Α

Ποινικές Κυρώσεις

1. Όποιος χρησιμοποιεί την Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή χωρίς την άδεια της περίπτωσης 1 του άρθρου 2 του παρόντος, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών.

2. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει και τη δήμευση του εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε κατά την τέλεση της παράβασης της προηγούμενης παραγράφου.»

4. Οι διατάξεις του άρθρου 47Α του π.δ. 41/2005 που προστίθεται με την προηγούμενη παράγραφο τίθενται σε ισχύ δώδεκα (12) μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Ρ.Α.Σ.. Η έναρξη εφαρμογής δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων για διάστημα μέχρι δώδεκα (12) ακόμη μηνών.»

5. Προστίθεται νέο άρθρο 47Β στο π.δ. 41/2005 ως ακολούθως:

«Άρθρο 47Β

Διοικητικές Κυρώσεις

1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος προεδρικού διατάγματος ή των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του, των συστάσεων για συμμόρφωση της Ρ.Α.Σ., και των όρων των αδειών που χορηγούνται, καθώς και σε περίπτωση παράλειψης ή μη προσήκουσας παροχής πληροφοριών σε σχετικό αίτημά της, η Ρ.Α.Σ. δύναται, με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή της και ύστερα από προηγούμενη κλήση για παροχή εξηγήσεων των ενδιαφερομένων, να επιβάλει στο υπαίτιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο, σωρευτικά ή διαζευκτικά, τις παρακάτω κυρώσεις:

α) σύσταση για συμμόρφωση σε συγκεκριμένη διάταξη της νομοθεσίας με προειδοποίηση επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση υποτροπής και/ή

β) πρόστιμο από 15.000 ευρώ έως το 15% του ετήσιου κύκλου εργασιών του υπαίτιου κατά την τρέχουσα ή την προηγούμενη της παράβασης χρήση. Για τον καθορισμό του προστίμου λαμβάνεται υπόψη, μετά άλλων, η φύση, η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης.

2. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ υπέρ του Δημοσίου.

3. Σε περιπτώσεις συστηματικής και κατ’ επανάληψη παραβίασης του νομοθετικού πλαισίου και των όρων, σύμφωνα με τους οποίους χορηγούνται οι προβλεπόμενες άδειες, η Ρ.Α.Σ. μπορεί να ανακαλεί τις άδειες αυτές. Η ανάκληση δεν αποκλείει την παράλληλη επιβολή προστίμου.»

6. Στο Κεφάλαιο ΙΧ του π.δ. 41/2005 με τίτλο «Άδειες σιδηροδρομικών επιχειρήσεων» κάθε αναφορά στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών αντικαθίσταται με «Φορέα Χορήγησης Άδειας».

7. Όπου στην ισχύουσα νομοθεσία γίνεται αναφορά στο Εθνικό Συμβούλιο Σιδηροδρόμων ή στον Φορέα Χορήγησης Άδειας, νοείται η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων.

8. Το ποσό του παραβόλου για τη χορήγηση άδειας σιδηροδρομικής επιχείρησης που προβλέπεται από την παρ. 1 του άρθρου 22 του ν. 3534/2007 (ΦΕΚ 40 Α΄) δύναται να αναπροσαρμόζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.

Άρθρο 33

Διοικητικές κυρώσεις για την παράβαση των διατάξεων του Κανονισμού 1371/2007

1. Σε περίπτωση παραβάσεως των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371 (ΕΕ L315/14 της 3.12.07) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών, η Ρ.Α.Σ. δύναται, με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή της και ύστερα από προηγούμενη κλήση για παροχή εξηγήσεων των ενδιαφερομένων, να επιβάλει στο υπαίτιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο, σωρευτικά ή διαζευκτικά, τις ακόλουθες κυρώσεις:

α) σύσταση για συμμόρφωση σε συγκεκριμένη διάταξη της νομοθεσίας, με προειδοποίηση επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση υποτροπής,

β) πρόστιμο έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ.

Για τον καθορισμό του προστίμου λαμβάνεται υπόψη, μετά άλλων, η φύση, η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης.

2. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ υπέρ του Δημοσίου.

Άρθρο 34

Μεταβατικές διατάξεις

Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Ρ.Α.Σ. και το διορισμό των μελών της, οι πράξεις, για την έκδοση των οποίων προβλέπεται γνώμη ή πρόταση της Ρ.Α.Σ., εκδίδονται από τον αρμόδιο φορέα, χωρίς τη σύμπραξή της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Άρθρο 35

Επιτροπή Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων

1. Η παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 3710/2008 (ΦΕΚ 216 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Η Επιτροπή εκπροσωπείται από τον Πρόεδρό της, ο οποίος είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και διορίζεται με βαθμό πρώτο (1ο) της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων. Για το χρόνο που κατέχει τη θέση του τελεί σε αναστολή της επαγγελματικής του δραστηριότητας, και εφόσον είναι μέλος ΔΕΠ Α.Ε.Ι., σε άδεια που του χορηγείται κατά το άρθρο 17 παρ. 4 περίπτωση Α΄ του ν. 1268/1982 (ΦΕΚ 87 Α΄).»

2. Η παρ. 6 του άρθρου 21 του ν. 3710/2008 αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Για τη διοικητική υποστήριξη και γενικότερα την υποβοήθηση του έργου της Επιτροπής, συνιστάται Υπηρεσιακή Μονάδα στο Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων σε επίπεδο αυτοτελούς Γραφείου, εφεξής καλούμενη «Γραφείο Διοικητικής και Γραμματειακής Υποστήριξης της Επιτροπής Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων». Το Γραφείο υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης του Υπουργείου και διοικείται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής. Στο Γραφείο προΐσταται υπάλληλος του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων του κλάδου ΤΕ Διοικητικού−Λογιστικού ή ΔΕ ΔιοικητικούΓραμματέων, ο οποίος επιλέγεται και τοποθετείται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες σχετικές διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα και στελεχώνεται με υπαλλήλους του Υπουργείου κατόπιν αιτήσεών τους. Σε περίπτωση μη υποβολής αιτήσεων τοποθετούνται υπάλληλοι με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Η αρμοδιότητα του Γραφείου αυτού συνίσταται αποκλειστικά στη διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής.»

3. Η παρ. 13 του άρθρου 21 του ν. 3710/2008 αντικαθίσταται ως εξής:

«13. Οι δαπάνες για τη σύσταση και λειτουργία της Επιτροπής βαρύνουν παγίως τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Στον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής καταβάλλονται οι αποδοχές που καθορίζονται σύμφωνα με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Τα έξοδα μετακίνησης, διανυκτέρευσης και άλλα έξοδα καταβάλλονται στους δικαιούχους, μέλη της Επιτροπής, Διερευνητές, τεχνικούς συμβούλους και άλλα δικαιούμενα πρόσωπα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ρυθμίζονται τα θέματα εκπαίδευσης και εξέτασης των Διερευνητών και καθορίζονται η κατ’ αποκοπή αμοιβή τους για κάθε έρευνα που διενεργούν, καθώς και το ύψος της αμοιβής των τεχνικών συμβούλων.»

Άρθρο 36

Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία μέτρων που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της διαδικασίας του άρθρου 5α (Κανονιστική διαδικασία με έλεγχο) της απόφασης 1999/468/ΕΚ

Μέτρα που εκδίδονται από την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 3 και την περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 5α, και του άρθρου 7 της απόφασης 1999/ 468/ΕΚ, όπως ισχύει, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης, και αφορούν στις Οδηγίες 2004/49/ΕΚ της 29ης Απριλίου 2004 (ΕΕ L 220 της 21.6.2004), 2007/58/ΕΚ της 23ης Οκτωβρίου 2007 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007), 2007/59/ΕΚ της 23ης Οκτωβρίου 2007 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007) και 2008/57/ΕΚ της 17ης Ιουνίου 2008 (ΕΕ L 191 της 18.7.2008), ενσωματώνονται στην ελληνική νομοθεσία με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.

Άρθρο 37

Υπεύθυνος φορέας συντήρησης των σιδηροδρομικών εμπορευματικών φορταμαξών

1. Για τη συντήρηση κάθε σιδηροδρομικής εμπορευματικής φορτάμαξας, πριν τεθεί σε λειτουργία ή χρησιμοποιηθεί στο δίκτυο, πρέπει να καθορίζεται ο υπεύθυνος για αυτή φορέας. Για κάθε σιδηροδρομική εμπορευματική φορτάμαξα που καταχωρίζεται στο Εθνικό Μητρώο Οχημάτων, σύμφωνα με την Απόφαση 2007/756/ΕΚ της Επιτροπής για τη θέσπιση κοινής προδιαγραφής για το εθνικό μητρώο οχημάτων (EE L 305/30 της 23.11.2007), καταχωρίζεται και ο υπεύθυνος φορέας συντήρησής της.

Όταν ο υπεύθυνος φορέας συντήρησης σιδηροδρομικών εμπορευματικών φορταμαξών είναι σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής τότε η συντήρηση διενεργείται στο πλαίσιο συστήματος συντήρησης σιδηροδρομικών εμπορευματικών φορταμαξών, το οποίο αποτελεί μέρος του οικείου συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας της σιδηροδρομικής επιχείρησης και του Διαχειριστή Υποδομής, που προβλέπεται στα άρθρα 10 και 11 αντίστοιχα του π.δ. 160/2007.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 4 του π.δ. 160/2007, ο υπεύθυνος φορέας συντήρησης εμπορευματικών φορταμαξών εξασφαλίζει ότι τα οχήματα για τη συντήρηση των οποίων είναι υπεύθυνος βρίσκονται σε ασφαλή κατάσταση κυκλοφορίας. Για το σκοπό αυτόν διασφαλίζει ότι τα οχήματα συντηρούνται σύμφωνα με:

α) το βιβλίο συντήρησης εκάστου οχήματος,

β) τις σχετικές με τα οχήματα ισχύουσες απαιτήσεις της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων συντήρησης και των διατάξεων των Τεχνικών Προδιαγραφών Διαλειτουργικότητας (ΤΠΔ).

3. Η Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρομικών Μεταφορών εγκρίνει το σύστημα συντήρησης σιδηροδρομικών εμπορευματικών φορταμαξών στο πλαίσιο της έγκρισης της ασφάλειας του Διαχειριστή Υποδομής ή της πιστοποίησης της ασφάλειας της σιδηροδρομικής επιχείρησης, όπως προβλέπεται στα άρθρα 10 και 11 του π.δ. 160/2007.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι απαιτήσεις για το σύστημα συντήρησης σιδηροδρομικών εμπορευματικών φορταμαξών, καθώς και οι σχετικοί έλεγχοι που διενεργούνται από την Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρομικών Μεταφορών.

Άρθρο 38

Πρατήρια Καυσίμων

Στο άρθρο 1 του ν.δ. 511/1970 (ΦΕΚ 91 Α΄) προστίθεται νέα παράγραφος 5 ως ακολούθως:

«5. Οι εγκαταστάσεις διάθεσης υγρών καυσίμων εφοδιασμού των ντηζελομηχανών του Διαχειριστή Υποδομής ή σιδηροδρομικών επιχειρήσεων δεν υπόκεινται στους όρους και προϋποθέσεις των κατά την παράγραφο 2 εκδοθησομένων προεδρικών διαταγμάτων.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι όροι, προϋποθέσεις και διαδικασίες ίδρυσης και λειτουργίας των εφεξής ιδρυόμενων πρατηρίων υγρών καυσίμων για τον εφοδιασμό των ντηζελομηχανών του Διαχειριστή Υποδομής ή σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, καθώς και η προσαρμογή των ήδη λειτουργούντων πρατηρίων στις διατάξεις της.»

Άρθρο 39

Οδηγοί Ηλεκτροδηζελαμαξών

1. Στο τέλος του άρθρου 1 του π.δ. 397/1984 (ΦΕΚ 139 Α΄) προστίθεται περίπτωση στ΄, ως εξής:

«στ) Άδεια οδηγού ηλεκτροδηζελαμαξών μητροπολιτικού σιδηροδρόμου (Α΄ Κατηγορίας) πολλαπλών μονάδων με αυτόματη επιτάχυνση.»

2. Η υποπερίπτωση αα΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του π.δ. 397/1984 αντικαθίσταται ως εξής:

«αα) Ο υποψήφιος οδηγός ηλεκτροκίνητων λεωφορείων με κεραία και ηλεκτροκίνητων τροχιοδρόμων και σιδηροδρόμων, καθώς και ηλεκτροδηζελαμαξών μητροπολιτικού σιδηροδρόμου, τουλάχιστον 16/10 κανονική και 20/10 διορθωμένη.»

3. Στο τέλος της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του π.δ. 397/1984 προστίθεται υποπερίπτωση δδ΄ ως εξής:

«δδ) Για υποψήφιο οδηγό ηλεκτροδηζελαμαξών μητροπολιτικού σιδηροδρόμου πρέπει να πιστοποιείται επιπλέον ότι έχει υποστεί δίμηνη τουλάχιστον εκπαίδευση με σύνολο ωρών εκπαίδευσης, το λιγότερο διακοσίων (200).»

4. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του π.δ. 397/1984, όπως αντικαταστάθηκε με το π.δ. 122/1986 (ΦΕΚ 41 Α΄), προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Επίσης ο περιορισμός της κατά το πρώτο εδάφιο της παρούσας περίπτωσης των σαράντα (40) ετών δεν έχει ισχύ και για τους οδηγούς ηλεκτροδηζελαμαξών μητροπολιτικού σιδηροδρόμου εφόσον έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21ο) και δεν έχουν υπερβεί το πεντηκοστό (50ό) έτος της ηλικίας τους και εφόσον συντρέχουν και οι άλλες προϋποθέσεις και τηρηθούν οι διαδικασίες που θεσπίζονται με τις διατάξεις του διατάγματος αυτού.»

5. Στο άρθρο 3 του π.δ. 397/1984 προστίθεται παράγραφος 3, ως εξής:

«3. Ειδικά για την απόκτηση άδειας οδηγού ηλεκτροδηζελαμαξών μητροπολιτικού σιδηροδρόμου πολλαπλών μονάδων με αυτόματη επιτάχυνση, ο υποψήφιος απαιτείται να έχει, εκτός από όσα προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, και τα εξής προσόντα:

α) απολυτήριο λυκείου ή πτυχίο μέσης τεχνικής σχολής, τριετούς φοίτησης, ειδικότητας ηλεκτρολόγου ή μηχανολόγου ή ηλεκτρονικού, ή εναλλακτικά

β) απολυτήριο τριτάξιου γυμνασίου ή ισότιμης τεχνικής σχολής και προϋπηρεσία τουλάχιστον πέντε (5) έτη στην ΑΜΕΛ ως τεχνικός στις Υπηρεσίες συντήρησης.»

Άρθρο 40

Είσπραξη προστίμων

1. Οι επιβάτες που διακινούνται με σιδηροδρομικά οχήματα από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ υποχρεούνται να καταβάλλουν το νόμιμο κατά περίπτωση κόμιστρο της αντίστοιχης διαδρομής, και να φυλάσσουν το αποδεικτικό καταβολής, όταν τούτο εκδίδεται, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής και να το επιδεικνύουν όταν τους το ζητήσει ο αρμόδιος ελεγκτής. Ειδικά για τις περιπτώσεις του σιδηροδρομικού δικτύου που οι σιδηροδρομικοί σταθμοί εξυπηρετούνται αποκλειστικά από ακυρωτικά μηχανήματα, οι επιβάτες υποχρεούνται όπως φυλάσσουν και επιδεικνύουν εισιτήριο νόμιμα ακυρωμένο κατά το χρόνο παραμονής τους εντός των σιδηροδρομικών σταθμών στο χώρο μετά τα ακυρωτικά μηχανήματα.

2. Σε όσους δεν επιδεικνύουν το αποδεικτικό καταβολής κομίστρου ή νόμιμα ακυρωμένο εισιτήριο, καθώς και σε όσους παραλείπουν να καταβάλουν το νόμιμο κόμιστρο επιβάλλεται το κατά περίπτωση προβλεπόμενο από τις κείμενες διατάξεις νόμου ή κανονιστικών πράξεων πρόστιμο, το οποίο δεν δύναται να είναι κατώτερο του 50% του εκάστοτε νόμιμου κομίστρου της αντίστοιχης διαδρομής.

3. Αρμόδια για τη διενέργεια του ελέγχου καταβολής κομίστρου και για την επιβολή του προστίμου είναι η ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Η επιβολή των προβλεπόμενων από τις κείμενες διατάξεις προστίμων, καθώς και η βεβαίωση αυτών σε περίπτωση μη καταβολής τους από τον επιβάτη, γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του ν. 1214/ 1981 (ΦΕΚ 286 Α΄). Λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία επιβολής του προστίμου και βεβαίωσης αυτού δύνανται να ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.

4. Στους διακινούμενους με σιδηροδρομικά οχήματα στο προαστιακό σιδηροδρομικό δίκτυο εντός της περιοχής αρμοδιότητας ΟΑΣΑ, για το ύψος του προστίμου, τη διαδικασία και τα όργανα επιβολής του προστίμου, καθώς και τη βεβαίωση αυτού, εξακολουθούν να ισχύουν τα ήδη προβλεπόμενα στο άρθρο 2 του ν. 1214/1981.

5. Για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται με το παρόν άρθρο εξακολουθούν να ισχύουν και εφαρμόζονται οι λοιπές διατάξεις που αφορούν καθορισμό και είσπραξη προστίμων για διακίνηση με σιδηροδρομικά οχήματα.

Άρθρο 41

Τροποποιήσεις διατάξεων του π.δ. 41/2005 για σιδηροδρομικά θέματα

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 8 του π.δ. 41/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις τηρούν και δημοσιεύουν χωριστούς λογαριασμούς αποτελεσμάτων χρήσεως, καθώς και ισολογισμούς ή ετήσιες καταστάσεις ενεργητικού και παθητικού για τις δραστηριότητες που αφορούν την παροχή υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών και μεταφοράς φορτίου. Τα κονδύλια που καταβάλλονται για τις δραστηριότητες που αφορούν στην παροχή υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών ως υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας (ΥΔΥ) ή οποιασδήποτε δημόσιας επιδότησης, πρέπει να εμφανίζονται χωριστά στους σχετικούς λογαριασμούς και να μην μεταφέρονται σε δραστηριότητες που αφορούν στην παροχή άλλων υπηρεσιών μεταφορών ή οποιαδήποτε άλλα θέματα.»

2. Στο άρθρο 14 του π.δ. 41/2005 προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 ως εξής:

«4. Η συμφωνία της προηγούμενης παραγράφου συνάπτεται μέχρι την 31.3.2011 το αργότερο. Με τη συμφωνία ρυθμίζονται μεταξύ άλλων:

α) Το εύρος της συμφωνίας σχετικά με την υποδομή και την παροχή υπηρεσιών, σύμφωνα με τις υπηρεσίες που παρέχει ο Διαχειριστής Υποδομής στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις όπως περιγράφονται στη δήλωση δικτύου. Πρέπει να καλύπτονται όλες οι πτυχές της ανάπτυξης υποδομής, συμπεριλαμβανομένης της συντήρησης και της ανανέωσης της ήδη λειτουργούσας υποδομής. Η κατασκευή νέας υποδομής μπορεί να συμπεριληφθεί ως ένα ξεχωριστό αντικείμενο.

β) Το ποσό των συμφωνηθέντων πληρωμών ανάλογα με τις υπηρεσίες που παρέχει ο Διαχειριστής Υποδομής στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις όπως περιγράφονται στη δήλωση δικτύου, στη συντήρηση, στην κατασκευή νέας υποδομής και στην αντιμετώπιση της ήδη εκκρεμούσας συντήρησης.

γ) Οι στόχοι απόδοσης με επίκεντρο τον καταναλωτή, υπό τη μορφή δεικτών και κριτηρίων ποιότητας, που περιλαμβάνουν:

i) απόδοση των συρμών και ικανοποίηση των καταναλωτών,

ii) δυνατότητα δικτύου,

iii) διαχείριση περιουσιακών στοιχείων,

iv) βαθμό δραστηριότητας,

v) επίπεδα ασφάλειας και

vi) περιβαλλοντική προστασία.

δ) Η ποσότητα της πιθανής εκκρεμούσας συντήρησης, η επιτρεπόμενη δαπάνη για την αντιμετώπισή της και τα περιουσιακά στοιχεία που θα διαχωρισθούν από τη χρήση και θα επιφέρουν ως αποτέλεσμα οικονομική εκροή.

ε) Τα κίνητρα για τη μείωση του κόστους της υποδομής.

στ) Οι ελάχιστες υποχρεώσεις αναφοράς από το Διαχειριστή Υποδομής σε επίπεδο συχνότητας και περιεχομένου αναφοράς, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιεύονται ετησίως.

ζ) Ένα μηχανισμό που εξασφαλίζει ότι σημαντικό μέρος των περικοπών δαπανών αντικατοπτρίζεται σε όφελος των καταναλωτών υπό τη μορφή μείωσης τιμών.

η) Η συμφωνημένη διάρκεια της συμφωνίας, που θα πρέπει να είναι συγχρονισμένη και σύμφωνη με τη διάρκεια του επιχειρηματικού σχεδίου, των δεσμεύσεων ή της άδειας του Διαχειριστή Υποδομής, και με το πλαίσιο κοστολόγησης και κανόνων που τίθεται από το Κράτος.

θ) Κανόνες για την αντιμετώπιση μεγάλων αναταραχών λειτουργίας και επειγουσών καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένου ενός ελάχιστου επιπέδου παροχής υπηρεσιών σε περιπτώσεις απεργιών, μίας πρόωρης διακοπής και πληροφόρησης των χρηστών και

ι) Μέτρα που θα ληφθούν εάν οποιοδήποτε από τα μέρη παραβιάζει τις συμβατικές του υποχρεώσεις. Αυτά περιλαμβάνουν προϋποθέσεις και διαδικασίες για επαναδιαπραγμάτευση και πρόωρη διακοπή, λαμβανομένου υπόψη του ρόλου του ρυθμιστικού φορέα.

5. Η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 κρατική χρηματοδότηση ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον 70% των δαπανών και προσδιορίζεται ειδικότερα με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για τον προσδιορισμό του ποσοστού λαμβάνεται υπόψη το επιχειρησιακό σχέδιο του Διαχειριστή Υποδομής που υποβάλλεται στη Διυπουργική Επιτροπή ΔΕΚΟ κατά το ν. 3429/2005.»

3. Στο άρθρο 19 του π.δ. 41/2005 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

«3. Το σύστημα επιδόσεων θεσπίζεται μέχρι την 31.3.2011 το αργότερο.»

4. Στο παράρτημα ΙΙΙ του άρθρου 49 του π.δ. 41/2005 προστίθεται περίπτωση 4 ως εξής:

«4. Πρότυπο σύμβασης πρόσβασης, ως παράρτημα 1.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 42

Εφαρμογή διατάξεων του ν. 3429/2005

Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 προστίθεται περίπτωση δ΄ ως εξής:

«δ) στις ανώνυμες εταιρίες των οποίων το δικαίωμα διορισμού της πλειοψηφίας των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή των οργάνων της διοίκησης ή το δικαίωμα άσκησης της διαχείρισης της επιχείρησης έχει μεταβιβασθεί εν όλω ή εν μέρει από το Δημόσιο σε τρίτους που δεν αποτελούν πρόσωπα της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων του ν. 3049/2002 (ΦΕΚ 212 Α΄) εφόσον το Δημόσιο ή νομικά πρόσωπα της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να συμμετέχουν στο μετοχικό τους κεφάλαιο με οποιοδήποτε ποσοστό συμμετοχής.»

Άρθρο 43

Καταργούμενες διατάξεις

1. Από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καταργούνται:

α) Το άρθρο 9 του ν. 2671/1998.

β) Οι παράγραφοι 3, 4 και 5 του άρθρου 6 του ν.δ. 674/ 1970, όπως προστέθηκαν με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 39 του ν. 3710/2008 (ΦΕΚ 216 Α΄) και

γ) Οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 3710/2008 και το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 38 του π.δ. 41/2005, όπως προστέθηκε με το άρθρο 7 του π.δ. 149/2009.

2. Από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της κοινής υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στο άρθρο 6 παρ. 1 του παρόντος, καταργούνται:

α) η παράγραφος 1, τα εδάφια τρίτο και τέταρτο της παραγράφου 2 και η παράγραφος 3 του άρθρου 3 και το άρθρο 6 του ν. 2671/1998 και

β) η παράγραφος 6 του άρθρου 7 του ν. 2576/1998 (ΦΕΚ 25 Α΄).

3. Με την επίδοση της πρόσκλησης της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του παρόντος καταργούνται οι εκεί αναφερόμενες διατάξεις, όροι, συμβάσεις και συμφωνίες.

Άρθρο 44

Έναρξη ισχύος

1. Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 8, 13, 16, 18 και 19 του νόμου αρχίζει σε χρόνο που προσδιορίζεται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης λαμβάνοντας υπόψη την έκβαση των αιτήσεων που θα υποβληθούν, όπου απαιτείται, για την παροχή έγκρισης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με ζητήματα κρατικών ενισχύσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 93, 107, 108 και 109 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώην άρθρα 73, 87, 88 και 89 αντίστοιχα της ΣΕΚ).

2. Η ισχύς των λοιπών διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 4 Νοεμβρίου 2010

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Ι. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
Κ. ΜΠΙΡΜΠΙΛΗ

ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
Δ. ΡΕΠΠΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Λ.−Τ. ΚΑΤΣΕΛΗ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 4 Νοεμβρίου 2010

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ

       Εκτύπωση σελίδας
Πίσω Αρχή Aρχική σελίδα


ΓΡΑΦΕΙΑ: ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1, ΜΑΡΟΥΣΙ, Τ.Κ. 151 22. ΤΗΛ. 210 3217721, 210 3310096, 210 3240557, FAX: 210 3216671