ΜΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
"ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ & ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ"

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΟΣ "ΝΟΜΟΙ - NOMOI Π.Δ."
Πίσω Aρχική σελίδα

 ΘΕΜΑ:  
ΝΟΜΟΣ 3723/2008 (ΦΕΚ Α΄ 250/09.12.2008)

Ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης και άλλες διατάξεις

Πρωτότυπο έγγραφο

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΑΡΘΡΟ 1

1. Ανώνυμες τραπεζικές εταιρίες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος, ανεξαρτήτως αν οι κινητές αξίες τους είναι εισηγμένες σε οργανωμένες αγορές ή όχι, δύνανται να αυξάνουν το μετοχικό τους κεφάλαιο με την έκδοση προνομιούχων μετοχών. Η αύξηση αυτή γίνεται κατά παρέκκλιση των καταστατικών τους διατάξεων, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων που λαμβάνεται κατά τα προβλεπόμενα στην επόμενη παράγραφο, το αργότερο έως την 1.2.2009. Η απόφαση αυτή δεν ανακαλείται. Ως τιμή διάθεσης των ως άνω μετοχών ορίζεται η ονομαστική αξία των κοινών μετοχών της τελευταίας έκδοσης. Οι μετοχές αναλαμβάνονται μέχρι 31.12.2009 από το Ελληνικό Δημόσιο με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εισηγείται με εποπτικά κριτήρια περί του ποσού που διατίθεται ανά τράπεζα για την ανάληψη των μετοχών του παρόντος άρθρου, εντός του συνολικώς διατιθέμενου από το Ελληνικό Δημόσιο ανωτάτου ποσού των 5 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Οι ως άνω προνομιούχες μετοχές εξαγοράζονται από την τράπεζα υποχρεωτικά, στην τιμή διάθεσης, μετά πάροδο πέντε ετών ή και προαιρετικά σε προγενέστερο χρόνο και πάντως μετά την 1.7.2009, με έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, οι προνομιούχες μετοχές που εκδίδονται σύμφωνα με τα ανωτέρω μετατρέπονται σε κοινές ή μετοχές άλλης υφιστάμενης κατά το χρόνο της μετατροπής κατηγορίας, εφόσον δεν είναι δυνατή η κατά τα ως άνω εξαγορά λόγω του ότι δεν πληρούται ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας που θέτει η Τράπεζα της Ελλάδος.

Οι μετοχές εκδίδονται με δικαίωμα ψήφου στη Γενική Συνέλευση των προνομιούχων μετόχων και παρέχουν τα προνόμια της παραγράφου 3 του παρόντος.

Οι μετοχές αυτές δεν μεταβιβάζονται από το Ελληνικό Δημόσιο σε τρίτα πρόσωπα και δεν είναι δεκτικές εισαγωγής σε οργανωμένη αγορά.

2. Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της παραγράφου 1, με την οποία προβλέπεται και η κατάργηση του δικαιώματος προτιμήσεως, λαμβάνεται με την απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 29 παράγραφοι 1 και 2 και 31 παράγραφος 1 του κ.ν.2190/1920, όπως ισχύει.

Διατάξεις νόμων ή των καταστατικών των εταιρειών της παραγράφου 1 που θέτουν περιορισμούς ως προς τη σχέση προνομιούχων μετοχών προς κοινές μετοχές δεν ισχύουν.

Για τους σκοπούς του παρόντος η προθεσμία για τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης και των επαναληπτικών αυτής, καθώς και για την υποβολή εγγράφων στις εποπτικές αρχές συντέμνεται στο ένα τρίτο των προθεσμιών που προβλέπονται στον κ.ν.2190/1920.

3. Οι προνομιούχες μετοχές του παρόντος άρθρου παρέχουν δικαίωμα σταθερής απόδοσης 10% επί του εισφερόμενου κεφαλαίου και σε κάθε περίπτωση έχουν τις εν γένει ιδιότητες βάσει των οποίων γίνονται δεκτές ως κύρια στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3601/2007 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενων αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος.

Οι προνομιούχες μετοχές του παρόντος άρθρου παρέχουν στο Ελληνικό Δημόσιο το δικαίωμα συμμετοχής στο Διοικητικό Συμβούλιο, μέσω εκπροσώπου του, που δύναται να ορίζεται ως πρόσθετο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Ο εκπρόσωπος αυτός έχει το δικαίωμα αρνησικυρίας στη λήψη οποιασδήποτε απόφασης σχετικής με τη διανομή μερισμάτων και την πολιτική παροχών προς τον Πρόεδρο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και τους γενικούς διευθυντές και τους αναπληρωτές τους, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ή εφόσον κρίνει ότι η απόφαση αυτή δύναται να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των καταθετών ή να επηρεάσει ουσιωδώς τη φερεγγυότητα και την εύρυθμη λειτουργία της Τράπεζας.

Σε κάθε περίπτωση οι ως άνω αποδοχές δεν μπορούν να υπερβαίνουν το σύνολο των αποδοχών του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι πάσης φύσεως πρόσθετες απολαβές (bonus) των ιδίων προσώπων καταργούνται για το χρονικό διάστημα εφαρμογής του παρόντος άρθρου. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, η διανομή μερισμάτων στους μετόχους δεν μπορεί να υπερβεί το ποσοστό 35% που προβλέπει ως ελάχιστο ποσοστό το άρθρο 3 παράγραφος 1 του α.ν. 148/1967 (ΦΕΚ 173 Α΄), όπως ισχύει. Ο ίδιος εκπρόσωπος παρίσταται στη Γενική Συνέλευση των κοινών μετόχων και έχει δικαίωμα αρνησικυρίας κατά τη συζήτηση και λήψη απόφασης για τα ίδια ως άνω θέματα.

Ο εκπρόσωπος έχει ελεύθερη πρόσβαση στα βιβλία και στοιχεία της Τράπεζας, για τους σκοπούς του παρόντος νόμου.

Σε περίπτωση εκκαθάρισης της Τράπεζας, το Ελληνικό Δημόσιο ως μέτοχος ικανοποιείται από το προϊόν εκκαθάρισης προνομιακά έναντι όλων των άλλων μετόχων.

4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως επί των συνεταιριστικών τραπεζών.

5. Συμπληρωματικώς προς τους όρους του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, του ν.1667/1986 και της τραπεζικής νομοθεσίας.

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ρυθμίζονται οι όροι εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

ΑΡΘΡΟ 2

1. Παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, μέχρι του συνολικού ποσού των 15 δισεκατομμυρίων ευρώ, προς τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον καλύπτουν το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας που θέτει η Τράπεζα της Ελλάδος, για δάνεια που θα συναφθούν μέχρι 31.12.2009 με ή χωρίς έκδοση τίτλων και θα έχουν διάρκεια από τρεις μήνες έως τρία έτη. Η ανωτέρω εγγύηση παρέχεται έναντι προμήθειας ή και επαρκών, κατά την κρίση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, εξασφαλίσεων. Το κατά περίπτωση ύψος της προμήθειας και το είδος των εξασφαλίσεων, καθώς και οι λοιποί όροι εφαρμογής του παρόντος άρθρου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εισηγείται με εποπτικά κριτήρια περί του ποσού της παρεχόμενης εγγυήσεως ανά τράπεζα, εντός του συνολικώς διατιθεμένου από το Ελληνικό Δημόσιο ποσού.

2. Η κατά την παράγραφο 3 του προηγούμενου άρθρου συμμετοχή εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου στο Διοικητικό Συμβούλιο των πιστωτικών ιδρυμάτων ισχύει και εν προκειμένω, με τα ίδια έννομα αποτελέσματα, μέχρι τη λήξη της παρεχόμενης εγγύησης.

ΑΡΘΡΟ 3

Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) δύναται να εκδίδει μέχρι 31.12.2009 τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου διάρκειας έως τρία έτη μέχρι συνολικού ύψους 8 δισεκατομμυρίων ευρώ και να τους διαθέτει απευθείας στα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος, και εφόσον καλύπτουν το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας που θέτει η Τράπεζα της Ελλάδος, έναντι σχετικής προμήθειας που καταβάλλουν τα εν λόγω ιδρύματα και επαρκών, κατά την κρίση της Τράπεζας της Ελλάδος, εξασφαλίσεων. Για τη διάθεση των τίτλων συνάπτονται διμερείς συμβάσεις, στη λήξη των οποίων οι τίτλοι επιστρέφονται και ακυρώνονται. Η διαδικασία διενέργειας της διάθεσης των τίτλων και οι όροι έκδοσης καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Στις ίδιες αποφάσεις καθορίζεται το ύψος της καταβαλλόμενης προμήθειας και το είδος των εξασφαλίσεων, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εισηγείται με εποπτικά κριτήρια και για τον αριθμό των διατιθεμένων τίτλων ανά πιστωτικό ίδρυμα, εντός του συνολικώς διατιθέμενου από το Ελληνικό Δημόσιο ποσού.

ΑΡΘΡΟ 4

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι δυνατόν τα κονδύλια που διατίθενται από το Ελληνικό Δημόσιο για την εφαρμογή των άρθρων 2 και 3 του παρόντος νόμου να ανακατανέμονται ανά κατηγορία ρυθμίσεων αναλόγως της απορροφητικότητας και των εν γένει αναγκών που προκύπτουν, διατηρουμένου πάντως του ανώτατου συνολικού ύψους των κονδυλίων αυτών στο ποσό των 23 δισεκατομμυρίων ευρώ.

ΑΡΘΡΟ 5

Τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία διατίθενται τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου κατά το άρθρο 3 του παρόντος οφείλουν να χρησιμοποιούν το προϊόν της ρευστοποίησης των τίτλων για χορήγηση δανείων στεγαστικών και προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις με ανταγωνιστικούς όρους, η δε παρεχόμενη εγγύηση κατά το άρθρο 2 δύναται να αφορά σε χορηγήσεις προς επιχειρήσεις ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της Χώρας.

ΑΡΘΡΟ 6

1. Προς εξασφάλιση δανείων ή πιστώσεων προς πιστωτικά ιδρύματα δύναται να παρέχεται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου ή της Τράπεζας της Ελλάδος ασφάλεια επί απαιτήσεων του δανειοδοτούμενου πιστωτικού ιδρύματος κατά τρίτων με μόνη τη σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου ή της Τράπεζας της Ελλάδος και του δανειοδοτούμενου πιστωτικού ιδρύματος. Με την επιφύλαξη του προηγούμενου εδαφίου και διατάξεων για την παροχή ασφάλειας επί αξιογράφων, η ασφάλεια συνιστάται έγκυρα κατά το χρόνο σύναψης της σχετικής σύμβασης και αντιτάσσεται έναντι παντός τρίτου χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη διατύπωση, όπως ιδίως αναγγελία στον οφειλέτη, επίδοση της δανειακής σύμβασης ή δημοσίευση κατά τις διατάξεις του ν.2844/2000 ή άλλες διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.

2. Από την παροχή ασφάλειας κατά την προηγούμενη παράγραφο δεν θίγονται τυχόν δικαιώματα που τρίτοι είχαν αποκτήσει επί των απαιτήσεων έως και την ημέρα που προηγείται της σύναψης της κατά την προηγούμενη παράγραφο σύμβασης.

3. Σε περίπτωση μερικής ή ολικής είσπραξης από το δανειοδοτούμενο πιστωτικό ίδρυμα των απαιτήσεων, επί των οποίων παρέχεται ασφάλεια κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το Ελληνικό Δημόσιο ή η Τράπεζα της Ελλάδος έχει αξίωση κατά του δανειοδοτούμενου πιστωτικού ιδρύματος προς απόδοση των εισπραχθέντων, η οποία ικανοποιείται προνομιακά από την περιουσία του πιστωτικού ιδρύματος πριν από τη σειρά των απαιτήσεων που ορίζεται στην περίπτωση 3 του άρθρου 975 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει και πριν από τη διαίρεση κατά το άρθρο 977 του ΚΠολΔ.

4. Ως ασφάλεια στο πλαίσιο του άρθρου αυτού νοούνται ιδίως η ενεχύραση και η εκχώρηση απαιτήσεων.

ΑΡΘΡΟ 7

1. Συνιστάται Συμβούλιο Εποπτείας, υπό την προεδρία του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με τη συμμετοχή του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών αρμόδιου για το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και των εκπροσώπων του Δημοσίου στα Διοικητικά Συμβούλια των τραπεζών που θα ενταχθούν στις διατάξεις του παρόντος νόμου. Το Συμβούλιο αυτό θα συνέρχεται μια φορά το μήνα προκειμένου να συντονίζει την ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και να διασφαλίζει ότι η δημιουργούμενη ρευστότητα θα χρησιμοποιηθεί προς όφελος των καταθετών, των δανειοληπτών και γενικότερα της ελληνικής οικονομίας. Οι αρμοδιότητες της Τράπεζας της Ελλάδος δεν θίγονται από τη σύσταση και λειτουργία του Συμβουλίου Εποπτείας. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζονται οι όροι και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.

2. Σε περίπτωση παράβασης των προϋποθέσεων και των όρων υπό τους οποίους οι τράπεζες θα υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος νόμου επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 55Α του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, καθώς και η μερική ή ολική ανάκληση των μέτρων ενίσχυσης της ρευστότητας που προβλέπονται στον παρόντα νόμο, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

ΑΡΘΡΟ 8

1. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 39 του ν.3259/2004 (ΦΕΚ 149 Α΄) προστίθεται η εξής ερμηνευτική διάταξη:

«Η αληθής έννοια του παραπάνω εδαφίου είναι ότι σε περίπτωση περισσοτέρων συμβάσεων δανείων ή πιστώσεων λαμβάνεται υπόψη το ληφθέν κεφάλαιο του κάθε δανείου ή πίστωσης χωριστά και ότι τα τιθέμενα ως άνω όρια του αρχικού κεφαλαίου των 400.000 ευρώ και της οφειλής των 2.201.000 ευρώ, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί την 31.10.1999, λαμβάνονται υπόψη διαζευκτικά και όχι σωρευτικά.»

2. Οι οφειλέτες ή εγγυητές που αποκλείσθηκαν από την υπαγωγή τους στις ρυθμίσεις του ν.3259/2004, λόγω διαφορετικής ερμηνείας της διάταξης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 39, διατηρούν το δικαίωμα να ζητήσουν την υπαγωγή των οφειλών τους στις ρυθμίσεις του ν.3259/2004, υπό τις λοιπές προϋποθέσεις του νόμου αυτού, με αίτησή τους, την οποία θα πρέπει να υποβάλουν στα πιστωτικά ιδρύματα εντός ενός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

ΑΡΘΡΟ 9

Η προβλεπόμενη από τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου δεύτερου του ν.3640/2008 (ΦΕΚ 22 Α΄) προθεσμία για την έκδοση προκήρυξης με αντικείμενο τη χορήγηση τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών αδειών παρατείνεται αφότου έληξε μέχρι την 30.6.2009.

ΑΡΘΡΟ 10

Το προσωπικό που υπηρετεί στις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, σε θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού και στη συνέχεια εκλέγεται ως μέλος της ίδιας Αρχής, μπορεί να επιλέγει είτε τις αποδοχές της θέσης που κατέχει είτε τις αποδοχές του μέλους.

Η διάταξη αυτή ισχύει από 1.3.2008.

ΑΡΘΡΟ 11

Οι διατάξεις του παρόντος νόμου ισχύουν από την κατάθεσή του στη Βουλή των Ελλήνων.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 28 Νοεμβρίου 2008

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ  ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ

       Εκτύπωση σελίδας
Πίσω Αρχή Aρχική σελίδα


ΓΡΑΦΕΙΑ: ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1, ΜΑΡΟΥΣΙ, Τ.Κ. 151 22. ΤΗΛ. 210 3217721, 210 3310096, 210 3240557, FAX: 210 3216671