ΜΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
"ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ & ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ"

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΟΣ "ΝΟΜΟΙ - NOMOI Π.Δ."
Πίσω Aρχική σελίδα

 ΘΕΜΑ:  
ΝΟΜΟΣ 3365/2005 (ΦΕΚ Α΄ 161/23.6.2005)

Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, καθώς και του Μνημονίου Συμφωνίας που τη συνοδεύει μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών - μελών της αφενός και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν αφετέρου

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενσταιν που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με το Ν. 3312/2005 (ΦΕΚ 35 Α΄), καθώς και το Μνημόνιο Συμφωνίας που τη συνοδεύει μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών – μελών της αφενός και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν αφετέρου, το κείμενο των οποίων σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:

ΣΥΜΦΩΝ1Α

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που θεσπίζονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ, εφεξής Κοινότητα»,

και

ΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΤΟΥ ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΙΝ, εφεξής «Λιχτενστάτν»,

ή το «συμβαλλόμενο μέρος» ή τα «συμβαλλόμενα μέρη» ανάλογα με τα συμφραζόμενα,

αφού επαναβεβαίωσαν το κοινό συμφέρον που παρουσιάζει η περαιτέρω ανάπτυξη των προτιμησιακών σχέσεων μεταξύ της Κοινότητας και του Λιχτενστάιν,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΣΤΑ ΕΞΗΣ:

αρθρο 1 - Παρακράτηση από φορείς πληρωμής του Λιχτενστάιν

1. Οι πληρωμές τόκων προς τους πραγματικούς δικαιούχους κατά την έννοια του άρθρου 4 οι οποίοι είναι κάτοικοι κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφεξής «κράτος μέλος», από φορέα πληρωμής εγκατεστημένο στο έδαφος του Λιχτενστάιν υπόκεινται με την επιφύλαξη του άρθρου 2 σε παρακράτηση από το ποσό του καταβαλλόμενου τόκου. Το ποσοστό της παρακράτησης ανέρχεται σε 15 % κατά τα τρία πρώτα έτη από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, σε 20 % για τα επόμενα τρία έτη και σε 35% στη συνέχεια.

2. Το Λιχτενστάιν θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίσει ότι τα καθήκοντα που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας αναλαμβάνονται από τους φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος του Λιχτενστάιν και προβλέπει ειδικές διατάξεις για τις διαδικασίες και τις κυρώσεις.

αρθρο 2 - Εθελοντική γνωστοποίηση

1. Το Λιχτενστάιν προβλέπει διαδικασία η οποία επιτρέπει στον πραγματικό δικαιούχο, όπως ορίζεται στο άρθρο 4, να αποφύγει την παρακράτηση που διευκρινίζεται στο άρθρο 1 εξουσιοδοτώντας ρητά το φορέα πληρωμής του στο Λιχτενστάιν να υποβάλει τις πληρωμές τόκων στην αρμόδια αρχή αυτού του κράτους μέλους. Αυτή η εξουσιοδότηση θα κάλυπτα όλες τις πληρωμές τόκων προς τον πραγματικό δικαιούχο από τον εν λόγω φορέα πληρωμής.

2. Το ελάχιστο επίπεδο πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλεται από τον φορέα πληρωμής σε περίπτωση ρητής εξουσιοδότησης από τον πραγματικό δικαιούχο περιλαμβάνει:

α) τα στοιχεία ταυτότητας και την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 5.

β) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής

γ) τον αριθμό λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που αποτελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων, και

δ) το ποσό της πληρωμής των τόκων που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3.

3. Η αρμόδια αρχή του Λιχτενστάιν κοινοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου. Αυτές οι κοινοποιήσεις διεξάγονται αυτομάτως τουλάχιστον μία φορά το έτος, εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους του Λιχτενστάιν, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.

4. Εάν ο πραγματικός δικαιούχος επιλέξει την παρούσα διαδικασία εθελοντικής κοινοποίησης ή δηλώσει με άλλο τρόπο στις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους κατοικίας του το εισόδημα από τόκους που απέκτησε από φορέα πληρωμής του Λιχτενστάιν, το εν λόγω εισόδημα από τόκους υπόκειται σε φορολογία σ’ αυτό το κράτος μέλος με τους ίδιους συντελεστές που εφαρμόζονται για το ίδιο εισόδημα σ’ αυτό το κράτος.

αρθρο 3 - Βάση αξιολόγησης για την παρακράτηση

1. Ο φορέας πληρωμής παρακρατεί το φόρο στην πηγή σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 ως εξής:

α) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α): επί του ακαθάριστου ποσού των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων

β) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή δ): επί του ποσού των τόκων ή του εισοδήματος που αναφέρεται στα στοιχεία αυτά-

γ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο γ) επί του ποσού των τόκων που αναφέρεται σε αυτή την παράγραφο.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η παρακράτηση εκπίπτει κατ’ αναλογία για την περίοδο κατά την οποία ο πραγματικός δικαιούχος κατέχει χρεωστικό τίτλο. Εάν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει την περίοδο με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει, τότε θεωρεί άτι ο πραγματικός δικαιούχος είχε στην κατοχή του το χρεωστικό τίτλο από την αρχή της ύπαρξης του, εκτός εάν αυτός απόδειξα την ημερομηνία αγοράς.

3. Οι φόροι και οι παρακρατήσεις εκτός από την παρακράτηση που προβλέπεται στην παρούσα συμφωνία για την ίδια πληρωμή τόκων πιστώνονται έναντι του ποσού της παρακράτησης που υπολογίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Αυτό ειδικότερα περιλαμβάνει το Couponsteuer του Λιχτενστάιν με ποσοστό 4%.

αρθρο 4 - Ορισμός του πραγματικού δικαιούχου

1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται το φυσικό πρόσωπο που εισπράττει τόκους για ίδιο σκοπό ή οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο μπορεί να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι δεν έχει είσπραξη ή εξασφαλίσει την πληρωμή τόκων για δικό του λογαριασμό. Ένα φυσικό πρόσωπο δεν θεωρείται πραγματικός δικαιούχος όταν:

α) ενεργεί ως φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 6, ή

β) ενεργεί εξ ονόματος νομικού προσώπου, εταιρείας επενδύσεων ή συγκρίσιμου ή ισοδύναμου οργανισμού για κοινές επενδύσεις σε τίτλους ή

γ) ενεργεί εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου που είναι ο πραγματικός δικαιούχος και αποκαλύπτει στο φορέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του και το κράτος κατοικίας.

2. Στην περίπτωση που ο φορέας πληρωμής έχει στη διάθεση του στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το φυσικό πρόσωπο στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η πληρωμή τόκων ενδεχομένως να μην είναι ο πραγματικός δικαιούχος, ο εν λόγω φορέας λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να προσδιόρισα την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου. Αν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει τον πραγματικό δικαιούχο, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θεωρείται ως πραγματικός δικαιούχος.

αρθρο 5 - Στοιχεία ταυτότητας και κατοικία του πραγματικού δικαιούχου

Για να προσδιοριστεί η ταυτότητα και η κατοικία του πραγματικού δικαιούχου όπως ορίζονται στο άρθρο 4, ο φορέας πληρωμής τηρεί βιβλίο με το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και την κατοικία λεπτομερώς σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις του Λιχτενστάιν για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που έχουν συναφθεί, ή τις συναλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί χωρίς συμβατικές σχέσεις, την 1η Ιανουαρίου 2004 ή μετά, για τα φυσικά πρόσωπα που προσκομίζουν διαβατήριο ή επίσημη ταυτότητα που έχει εκδώσει κράτος μέλος, τα οποία δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι κράτους εκτός από τα κράτη μέλη και το Λιχτενστάιν, η κατοικία προσδιορίζεται με βάση το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που έχει εκδώσει η αρμόδια αρχή του κράτους της οποίας το φυσικό πρόσωπο διατείνεται ότι είναι κάτοικος. Εάν δεν προσκομιστεί αυτό το πιστοποιητικό, ως κράτος κατοικίας θεωρείται το κράτος μέλος που εξέδωσε το διαβατήριο ή άλλη επίσημη ταυτότητα.

αρθρο 6 - Ορισμός του φορέα πληρωμής

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως «φορέας πληρωμής» στο Λιχτενστάιν νοούνται οι τράπεζες βάσει του τραπεζικού νόμου του Λιχτενστάιν, οι έμποροι χρεογράφων, φυσικά ή νομικά πρόσωπα που κατοικούν ή έχουν την έδρα τους στο Λιχτενστάιν καθώς και οικονομικοί φορείς που διέπονται από το νόμο του Λιχτενστάιν περί φυσικών και νομικών προσώπων (Personen – und Gesellschaftstrecht), οι εταιρικές σχέσεις και οι μόνιμες εγκαταστάσεις ξένων εταιρειών, οι οποίες έστω και περιστασιακά, αποδέχονται, κατέχουν, επενδύουν ή μεταβιβάζουν περιουσιακά στοιχεία τρίτων μερών ή απλώς καταβάλλουν ή εξασφαλίζουν την καταβολή τόκων κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους.

αρθρο 7 - Ορισμός των τόκων

1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως «τόκοι» νοούνταν

α) οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι από πάσης φύσεως απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των τόκων που καταβάλλονται επί καταθέσεων σε καταπιστευματική βάση από φορείς πληρωμής του Λιχτενστάιν υπέρ των πραγματικών δικαιούχων όπως ορίζονται στο άρθρο 4, που συνοδεύονται ή όχι από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως δε τα εισοδήματα από τίτλους του δημοσίου και ομολογιακά δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των πριμοδοτήσεων και δώρων που συνδέονται με αυτά, αλλά με εξαίρεση τους τόκους από δάνεια μεταξύ ιδιωτικών φυσικών προσώπων που δεν ενεργούν στα πλαίσια των δραστηριοτήτων τους. Οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται ως τόκοι·

β) οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α)·

γ) το εισόδημα που προκύπτει από τόκους είτε άμεσα είτε μέσω φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιευθείς, εφεξής η «οδηγία», που διανέμεται από:

i) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων με έδρα σε κράτος μέλος ή στο Λιχτενστάιν,

ii) οντότητες με έδρα σε κράτος μέλος, που ασκεί το δικαίωμα επιλογής βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 3 της οδηγίας και ενημερώνουν σχετικά το φορέα πληρωμής,

iii) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους των συμβαλλόμενων μερών,

δ) το εισόδημα που προκύπτει από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση μετοχών ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς και φορείς, αν επενδύουν άμεσα ή έμμεσα μέσω άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ή φορέων που αναφέρονται παρακάτω, ποσοστό ανώτερο του 40 % του ενεργητικού τους σε χρεωστικούς τίτλους που αναφέρονται στο στοιχείο α):

i) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων με έδρα σε κράτος μέλος ή στο Λιχτενστάιν,

ii) οργανισμούς με έδρα σε κράτος μέλος, που ασκούν το δικαίωμα επιλογής βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 3 της οδηγίας και που ενημερώνουν σχετικά το φορέα πληρωμής,

iii) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους των συμβαλλόμενων μερών.

2. Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο γ), σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεση του στοιχεία σχετικά με το μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από πληρωμή τόκων, το συνολικό ποσό του εισοδήματος θεωρείται ως πληρωμή τόκων.

3. Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο δ), σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεση του στοιχεία σχετικά με το ποσοστό του ενεργητικού που επενδύεται σε χρεωστικούς τίτλους ή σε μετοχές ή μερίδια που προβλέπονται στη συγκεκριμένη παράγραφο, το ποσοστό αυτό θεωρείται ότι υπέρβαινα το 40 %. Εάν ο φορέας πληρωμής δεν μπορεί να προσδιορίσει το ποσό του εισοδήματος που συγκεντρώνει ο πραγματικός δικαιούχος, το εισόδημα θεωρείται ότι αντιστοιχεί στο προϊόν της πώλησης, της εξαγοράς ή της εξόφλησης των μετοχών ή μεριδίων.

4. Το εισόδημα των επιχειρήσεων ή φορέων που έχουν επένδυσα έτος το 15% του ενεργητικού τους σε χρεωστικούς τίτλους κατά την έννοια της παραγράφου 1 στοιχείο α) δεν θεωρείται τόκος σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ).

5. Το ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 3 θα είναι, από την 1η Ιανουαρίου 2011, 25%.

6. Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 4 καθορίζονται βάσει της επενδυτικής πολιτικής όπως ορίζεται στον κανονισμό ή στα καταστατικά έγγραφα των εν λόγω επιχειρήσεων ή φορέων και, ελλείψει αυτών, βάσει της πραγματικής σύνθεσης των στοιχείων του ενεργητικού των εν λόγω επιχειρήσεων ή φορέων.

αρθρο 8 - Κατανομή των εσόδων

1. Το Λιχτενστάιν διατηρεί το 25 % των εσόδων από την παρακράτηση βάσει της παρούσας συμφωνίας και μεταβιβάζει το 75% των εσόδων στο κράτος μέλος κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου.

2. Η μεταβίβαση αυτή πραγματοποιείται για κάθε έτος σε μία δόση ανά κράτος μέλος το αργότερο εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους στο Λιχτενστάιν.

αρθρο 9 - Εξάλειψη της διπλής φορολογίας

1. Όταν επί των τόκων που εισπράττει ο πραγματικός δικαιούχος έχει παρακρατηθεί φόρος από το φορέα πληρωμής στο Λιχτενστάιν, το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου του χορηγεί πίστωση φόρου ίση με το παρακρατηθέν ποσό. Αν το ποσό αυτό υπερβαίνει το ποσό του οφειλόμενου φόρου επί του συνολικού ποσού των τόκων που υπόκεινται σε παρακράτηση σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας επιστρέφει το επιπλέον ποσό του παρακρατηθέντος φόρου στον πραγματικό δικαιούχο.

2. Όταν επί των τόκων που εισπράττει ο πραγματικός δικαιούχος έχουν παρακρατηθεί φόροι και ποσά άλλα από αυτά που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία και το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας χορηγεί, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή τις συμβάσεις περί διπλής φορολογίας, πίστωση φόρου γι’ αυτούς τους φόρους και τα άλλα ποσά, τότε οι φόροι αυτοί και τα ποσά πιστώνονται πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στην παρ. 1. Το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας αποδέχεται τα πιστοποιητικά που εκδίδουν οι φορείς πληρωμής του Λιχτενστάιν ως ακριβές αποδεικτικό στοιχείο του φόρου ή της παρακράτησης εφόσον εξυπακούεται ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους φορολογικής κατοικίας μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή του Λιχτενστάιν να ελέγξει τις πληροφορίες που αναφέρονται στα πιστοποιητικά που έχουν εκδώσει οι φορείς πληρωμής του Λιχτενστάιν.

3. Το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου μπορεί να αντικαταστήσει το μηχανισμό της πίστωσης φόρου ίου αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 με την επιστροφή της παρακράτησης που αναφέρεται στο άρθρο 1.

αρθρο 10 - Ανταλλαγή πληροφοριών

1. Οι αρμόδιες αρχές του Λιχτενστάιν και κάθε κράτους μέλους ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με συμπεριφορά που συνιστά φορολογική απάτη βάσει των νόμων του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, ή παρόμοιες περιπτώσεις για εισόδημα που διέπει η παρούσα συμφωνία. Στις «παρόμοιες περιπτώσεις» περιλαμβάνονται μόνο αδικήματα με το ίδιο επίπεδο σφάλματος όπως στην περίπτωση της φορολογικής απάτης δυνάμει των νόμων του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Σε απάντηση προς δεόντως αιτιολογημένη αίτηση, το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση παρέχει, σύμφωνα με τους διαδικαστικούς κανόνες του, πληροφορίες σχετικά με τα θέματα του αστικού ή ποινικού δικαίου που ερευνά, ή ενδέχεται να ερευνήσει το αιτούν κράτος. Όλες οι πληροφορίες που λαμβάνονται από το Λιχτενστάιν ή από κράτος μέλος αντιμετωπίζονται ως απόρρητες κατά τον ίδιο τρόπο με εκείνες που λαμβάνονται δυνάμει του εσωτερικού δικαίου του εν λόγω κράτους και αποκαλύπτονται μόνο στα πρόσωπα ή στις αρχές (περιλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών οργάνων) που είναι επιφορτισμένα με την αξιολόγηση ή τη συλλογή τους, την εφαρμογή ή την άσκηση δίωξης σε σχέση με αυτές ή την υποβολή προσφυγών σε σχέση με τη φορολογία εισοδήματος που καλύπτει η συμφωνία. Τα εν λόγω άτομα και αρχές χρησιμοποιούν τις πληροφορίες μόνο για τους σκοπούς αυτούς. Έχουν τη δυνατότητα να γνωστοποιούν τις πληροφορίες σε δημόσιες διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίου ή σε δικαστικές αποφάσεις.

2. Για να καθορίσει εάν μπορεί να παράσχει τις πληροφορίες που ζητά μια αίτηση, το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση εφαρμόζει τις διατάξεις περί παραγραφής που ισχύουν δυνάμει της νομοθεσίας του αιτούντος κράτους και όχι τις διατάξεις περί παραγραφής του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

3. Το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση παρέχει πληροφορίες εφόσον το αιτούν κράτος έχει εύλογες υπόνοιες ότι η συμπεριφορά αποτελεί φορολογική απάτη ή παρόμοια περίπτωση. Η υπόνοια φορολογικής απάτης ή παρόμοιας περίπτωσης του αιτούντος κράτους μπορεί να βασίζεται σε:

α) έγγραφα, επικυρωμένα ή μη, που περιλαμβάνουν αλλά δεν περιορίζονται σε επαγγελματικά έγγραφα, λογιστικά βιβλία ή πληροφορίες για τραπεζικό λογαριασμό

β) πληροφορίες από μαρτυρία του φορολογουμένου·

γ) πληροφορίες που προέρχονται από πληροφοριοδότη ή άλλο τρίτο πρόσωπο που επιβεβαιώθηκαν ανεξάρτητα ή μπορεί να είναι αξιόπιστες ή

δ) έμμεσες αποδείξεις.

4. Εφόσον ζητηθεί από οιοδήποτε κράτος μέλος, το Λιχτενστάιν θα αρχίσει διμερείς διαπραγματεύσεις με αυτό το κράτος για να καθόρισα τις διάφορες κατηγορίες περιπτώσεων που εξομοιώνονται με τις «παρόμοιες περιπτώσεις» σύμφωνα με τη διαδικασία φορολόγησης που εφαρμόζει αυτό το κρότος.

αρθρο 11 - Αρμόδιες αρχές

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας ως αρμόδιες αρχές νοούνται οι αρχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

αρθρο 12 - Διαβουλεύσεις

Εάν προκύψει διαφωνία μεταξύ της αρμόδιας αρχής του Λιχτενστάιν και μιας ή περισσοτέρων από τις άλλες αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 11 όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, καταβάλλουν προσπάθεια να την επιλύσουν με αμοιβαία συμφωνία. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων τους. Όσον αφορά τα προβλήματα ερμηνείας, η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει μέρος στις διαβουλεύσεις εφόσον το ζητήσει μία από τις αρμόδιες αρχές.

αρθρο 13 - Επανεξέταση

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη διεξάγουν διαβουλεύσεις μεταξύ τους τουλάχιστον κάθε τρία έτη ή εφόσον το ζητήσει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη με σκοπό να εξετάσουν και, εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη κρίνουν απαραίτητο, να βελτιώσουν την τεχνική λειτουργία της παρούσας συμφωνίας και να αξιολογήσουν τις διεθνείς εξελίξεις. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εντός μηνός από την αίτηση ή το ταχύτερο δυνατόν σε επείγουσες περιπτώσεις.

2. Με βάση αυτή την αξιολόγηση, τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να προβούν σε διαβουλεύσεις για να εξετάσουν κατά πόσο είναι απαραίτητες οι τροποποιήσεις της παρούσας συμφωνίας λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις.

3. Μόλις υπάρξει επαρκής εμπειρία από την πλήρη εφαρμογή του όρθρου 1 παράγραφος 1, τα συμβαλλόμενα μέρη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις για να εξετάσουν κατά πόσο είναι απαραίτητες οι τροποποιήσεις της συμφωνίας λαμβανομένων υπόψη των διεθνών εξελίξεων.

4. Για τους σκοπούς των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενημερώνει το. άλλο συμβαλλόμενο μέρος για τις πιθανές εξελίξεις που είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ομαλή λειτουργία της συμφωνίας. Σ΄ αυτές περιλαμβάνεται η σύναψη οιασδήποτε σχετικής συμφωνίας μεταξύ ενός συμβαλλόμενου μέρους και τρίτου κράτους.

αρθρο 14 - Σχέσεις με τις διμερείς συμβάσεις περί διπλής φορολογίας

Οι διατάξεις των συμβάσεων περί διπλής φορολογίας μεταξύ του Λιχτενστάιν και των κρατών μελών δεν εμποδίζουν την επιβολή της παρακράτησης που προβλέπει η παρούσα συμφωνία.

αρθρο 15 - Μεταβατικές διατάξεις για τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους (1)

1. Από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας μέχρις ότου τουλάχιστον ένα κράτος μέλος εφαρμόσει επίσης παρόμοιες διατάξεις, και έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010 το αργότερο, οι εγχώριες και διεθνείς ομολογίες και άλλοι διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά πριν από την 1η Μαρτίου 2001 ή που τα ενημερωτικά φυλλάδια για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο έχουν εγκριθεί πριν από αυτή την ημερομηνία από τις αρμόδιες αρχές του κράτους έκδοσης, δεν θεωρούνται απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν πραγματοποιούνται επιπλέον εκδόσεις των εν λόγω διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής.

Ωστόσο, επί όσο χρονικό διάστημα τουλάχιστον ένα κράτος μέλος εφαρμόζει επίσης παρόμοιες διατάξεις, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να ισχύουν πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2010 για διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους:

- για τους οποίους προβλέπονται ρήτρες αντιστάθμισης φόρου και πρόωρης εξόφλησης, και

- εφόσον ο φορέας πληρωμής, όπως ορίζεται στο άρθρο 6, είναι εγκατεστημένος στο Λιχτενστάιν, και

- ο εν λόγω φορέας πληρωμής καταβάλλει απευθείας τόκους στον πραγματικό δικαιούχο εγκατεστημένο σε κράτος μέλος, ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού.

Εάν και εφόσον όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας παύσουν να εφαρμόζουν παρόμοιες διατάξεις, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να εφαρμόζονται μόνο για τους διαπραγματεύσιμους τίτλους:

- που προβλέπουν ρήτρες αντιστάθμισης φόρου και πρόωρης εξόφλησης, και

- εφόσον ο φορέας πληρωμής του εκδότη είναι εγκατεστημένος στο Λτχτενστάιν, και

(1) Όπως στην οδηγία, οι μεταβατικές αυτές διατάξεις εφαρμόζονται επίσης στους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους που κατέχουν εταιρείες επενδύσεων.

Σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν επιπλέον εκδόσεις των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής, από κυβέρνησης ή εξομοιούμενους οργανισμούς που ενεργούν ως δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συμφωνία (που περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος II της παρούσας συμφωνίας), η συνολική έκδοση αυτών των τίτλων, αποτελούμενη από την αρχική έκδοση και τις νέες εκδόσεις, θεωρείται απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί περαιτέρω έκδοση των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από άλλο εκδότη που δεν καλύπτεται από το τέταρτο εδάφιο, η περαιτέρω αυτή έκδοση θεωρείται απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α).

2. Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει το Λιχτενστάιν και τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να επιβάλλουν φόρο στα εισοδήματα που απορρέουν από τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους που αναφέρονται παραπάνω στην παράγραφο 1, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους.

αρθρο 16 - Υπογραφή, έναρξη ισχύος και διάρκεια ισχύος

1. Η παρούσα συμφωνία πρέπει να κυρωθεί ή να εγκριθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις οικείες διαδικασίες. Τα συμβαλλόμενα μέρη γνωστοποιούν αμοιβαία την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών. Η συμφωνία τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την τελευταία γνωστοποίηση.

2. Με την επιφύλαξη της εκπλήρωσης των συνταγματικών απαιτήσεων του Λιχτενστάιν και των απαιτήσεων του κοινοτικού δικαίου όσον αφορά τη σύναψη διεθνών συμφωνιών και με την επιφύλαξη του άρθρου 17, το Λιχτενστάιν και ενδεχομένως η Κοινότητα θέτουν σε εφαρμογή την παρούσα συμφωνία μέχρι την 1η Ιουλίου 2005 και προβαίνουν σε αμοιβαία κοινοποίηση της εν λόγω εφαρμογής.

3. Η παρούσα συμφωνία παραμένει σε ισχύ εφόσον δεν την καταγγείλει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη.

4. Έκαστο συμβαλλόμενο μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα συμφωνία με γραπτή γνωστοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Στην περίπτωση αυτή, η συμφωνία παύει να ισχύει δώδεκα μήνες από την ημερομηνία γνωστοποίησης.

αρθρο 17 - Εφαρμογή και αναστολή της εφαρμογής

1. Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας εξαρτάται από την έγκριση και εφαρμογή από τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη των κρατών μελών που αναφέρονται στην έκθεση του Συμβουλίου (Οικονομικά & δημοσιονομικά θέματα) στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Φέιρα, της 19ης και 20ής Ιουνίου 2000, καθώς και από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, την Ελβετία, την Ανδόρα, το Μονακό και το Σαν Μαρίνο, αντίστοιχα, μέτρων που είναι σύμφωνα ή ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην οδηγία ή στην παρούσα συμφωνία, και τον καθορισμό των ίδιων ημερομηνιών εφαρμογής.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίζουν, με κοινή συμφωνία, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2, κατά πόσον ο όρος που τίθεται στην παράγραφο 1 πληρούται όσον αφορά τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος των σχετικών μέτρων στις τρίτες χώρες και στα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη. Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίσουν ότι δεν πληρούται ο όρος, εγκρίνουν, με κοινή συμφωνία, νέα ημερομηνία για τους σκοπούς του άρθρου 16 παράγραφος 2.

3. Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας ή μερών αυτής δύναται να ανασταλεί με άμεση ισχύ από έκαστο συμβαλλόμενο μέρος μέσω κοινοποίησης στο άλλο μέρος εφόσον η οδηγία ή μέρος της οδηγίας παύει να ισχύει είτε προσωρινά είτε μόνιμα σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο ή σε περίπτωση που κράτος μέλος αναστείλει την εφαρμογή των οικείων διατάξεων εφαρμογής.

4. Οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας μέσω κοινοποίησης στο άλλο μέρος σε περίπτωση που ένα από τα τρία κράτη ή τα εδάφη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παύσουν στη συνέχεια να εφαρμόζουν τα μέτρα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο. Η αναστολή της εφαρμογής πραγματοποιείται το νωρίτερο δύο μήνες μετά τη γνωστοποίηση. Η εφαρμογή της συμφωνίας αποκαθίσταται μόλις αποκατασταθούν και τα μέτρα.

αρθρο 18 - Απαιτηθείς και τελική ρύθμιση

1. Σε περίπτωση καταγγελίας της παρούσας συμφωνίας ή αναστολής της εφαρμογής της είτε πλήρως είτε εν μέρει, οι απαιτήσεις των φυσικών προσώπων σύμφωνα με το άρθρο 9 δεν επηρεάζονται.

2. Σ΄ αυτή την περίπτωση, το Λιχτενστάιν κατάρτιζα λογαριασμό κλεισίματος έως το τέλος της ισχύος της συμφωνίας και πραγματοποιεί τελική πληρωμή στα κράτη μέλη.

αρθρο 19 - Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται, αφενός, στα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, υπό τους όρους που προβλέπει η συνθήκη αυτή και, αφετέρου, στο έδαφος του Λιχτενστάιν.

αρθρο 20 - Παραρτήματα

1. Τα παραρτήματα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας συμφωνίας.

2. Ο κατάλογος των αρμοδίων αρχών που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι δύναται να τροποποιηθεί με απλή κοινοποίηση στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος από το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, όσον αφορά την αρχή που αναφέρεται στο σημείο α) του παραρτήματος και από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όσον αφορά τις άλλες αρχές.

Ο κατάλογος των εξομοιούμενων οργανισμών που περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ δύναται να τροποποιηθεί με αμοιβαία συμφωνία.

αρθρο 21 - Γλώσσες

1. Η παρούσα συμφωνία συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λιθουανική, λεττονική, ουγγρική, ολλανδική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβένικη, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα, και τα κείμενα σε όλες αυτές τις γλώσσες είναι εξίσου αυθεντικά.

2. Το κείμενο στην μαλτέζικη γλώσσα θα επικυρωθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει ανταλλαγής επιστολών. Θα είναι και αυτό αυθεντικό, όπως και τα κείμενα στις γλώσσες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας «αρμόδιες αρχές» είναι:

α) στο Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν: Die Regierung des Furstentums Liechtenstein ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

β) στο Βασίλειο του Βελγίου: De Minister van Financien / Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

γ) στην Τσεχική Δημοκρατία: Ministr finance ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

δ) στο Βασίλειο της Δανίας: Skatteministeeren ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ε) στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας: Der Bundesminister der Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

στ) στη Δημοκρατία της Εσθονίας: Rahandusminister ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ζ) στην Ελληνική Δημοκρατία: Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

η) στο Βασίλειο της Ισπανίας: El MInistro de Economia y Hacienda ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

θ) στη Γαλλική Δημοκρατία: Le Ministro charge du budget ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ι) στην Ιρλανδία: The Revenue Commissioners ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι τους,

ια) στην Ιταλική Δημοκρατία: Il Capo del Dipartimento per le Politiche Fiscali ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιβ) στην Κυπριακή Δημοκρατία: Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιγ) στη Δημοκρατία της Λεττονίας: Finansu ministrs ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιδ) στη Δημοκρατία της Λιθουανίας: Finansu ministras ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιε) στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου: Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος, ωστόσο, για τους σκοπούς του άρθρου 10 η αρμόδια αρχή θα είναι «le Procureur General d΄ Etat luxembourgeois»,

ιστ) στη Δημοκρατία της Ουγγαρίας: A penzugyminiszter ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιζ) στη Δημοκρατία της Μάλτας: II – Ministru responsabbli ghall – Finanzi ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιη) στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών: De Minister van Financien, ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιθ) στη Δημοκρατία της Αυστρίας: Der Bundesminister fur Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κ) στη Δημοκρατία της Πολωνίας: Minister Finansow ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κα) στην Πορτογαλική Δημοκρατία: O Ministro das Financas ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κβ) στη Δημοκρατία της Σλοβενίας: Minister za finance ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κγ) στη Σλοβακική Δημοκρατία: Minister financii ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κδ) στη Δημοκρατία της Φινλανδίας: Valtiovarainministerio / Finansministeriet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κε) στο Βασίλειο της Σουηδίας: Chefen for Finansdepartementet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κστ) στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας και στα ευρωπαϊκά εδάφη για τις εξωτερικές σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο το Ηνωμένο Βασίλειο: the Commissioners of Inland Revenue ή οι εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι τους και η αρμόδια αρχή του Γιβραλτάρ, την οποία θα ορίσει το Ηνωμένο Βασίλειο με βάση τις συμφωνηθείσες ρυθμίσεις σχετικά με τις αρχές του Γιβραλτάρ στο πλαίσιο των μέσων της ΕΕ και της ΕΚ και των σχετικών συμφωνιών που γνωστοποιήθηκαν στα κράτη μέλη και στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 19 Απριλίου 2000, αντίγραφο των οποίων θα κοινοποίησα στο Λιχτενστάιν ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και που θα ισχύουν νια την παρούσα συμφωνία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ «ΕΞΟΜΟΙΟΥΜΕΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ»

Για τους σκοπούς του άρθρου 15 της παρούσας συμφωνίας, οι ακόλουθοι οργανισμοί θεωρούνται ως «εξομοιούμενοι προς δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη:

ΟΡΓΑΝ1ΣΜΟΙ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ:

Βέλγιο

φλαμανδική περιοχή

περιοχή της Βαλλονίας

περιοχή των Βρυξελλών

γαλλική κοινότητα

φλαμανδική κοινότητα

γερμανόφωνη κοινότητα

Ισπανία

κυβέρνηση της αυτόνομης περιφέρειας της Γαλικίας

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Ανδαλουσίας

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Εστρεμαδούρας

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης - Λαμάντσα

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης - Λεόν

κυβέρνηση ειδικού νομικού καθεστώτος της Ναβάρας

κυβέρνηση των Βαλεαρίδων Νήσων

κυβέρνηση της Καταλονίας

κυβέρνηση της Βαλένσιας

γενικό Συμβούλιο της Αραγωνίας

κυβέρνηση των Καναρίων Νήσων

κυβέρνηση της Μουρθίας

κυβέρνηση της Μαδρίτης

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της χώρας των Βάσκων

Συμβούλιο ειδικού ιστορικού καθεστώτος της Γκουδιούσκοα

Συμβούλιο ειδικού ιστορικού καθεστώτος της Βισκαϊκής

Συμβούλιο ειδικού ιστορικού καθεστώτος της Άλαβα

δήμος της Μαδρίτης

δήμος της Βαρκελώνης

συμβούλιο της Νήσου Γκραν Κανάρια

συμβούλιο της Νήσου Τενερίφης

πιστωτικό δημόσιο Ίδρυμα

χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της Καταλονίας

χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της Βαλένσιας

Ελλάδα

Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος

Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος

Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού

Γαλλία

ταμείο απόσβεσης κοινωνικού χρέους

γαλλικός οργανισμός ανάπτυξης

δίκτυο σιδηροδρόμων της Γαλλίας

εθνικό ταμείο αυτοκινητοδρόμων

κρατική περίθαλψη, νοσοκομεία των Παρισίων

ανθρακωρυχεία της Γαλλίας

μεταλλευτική και χημική επιχείρηση

Ιταλία

Περιφέρειες

Επαρχίες

Δήμοι

Ταμείο παρακαταθηκών και δανείων

Λετονία

τοπικές αρχές

Πολωνία

κοινότητες

περιφέρειες

επαρχίες

ενώσεις κοινοτήτων

ενώσεις περιφερειών

ένωση επαρχιών

πρωτεύουσα - Βαρσοβία

Οργανισμός για την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας

Γραφείο Γεωργικής Ιδιοκτησίας

Πορτογαλία

αυτόνομη περιοχή της Μαδέρας

αυτόνομη περιοχή των Αζορών

Δήμοι

Σλοβακία

δήμοι

Σλοβακική εταιρεία σιδηροδρόμων

Κρατικό ταμείο διαχείρισης οδικού δικτύου

Σλοβακικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής

Water Economy Building Company

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ:

Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης

Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων

Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης

Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης

Παγκόσμια Τράπεζα / ΔΤΑΑ / ΔΝΤ

Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδότησης

Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης

Ταμείο Κοινωνικής Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης

ΕΥΡΑΤΟΜ

Ευρωπαϊκή Κοινότητα

Χρηματοδοτική Συνεργασία για την Ανάπτυξη των Άνδεων (CAF)

Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τη Χρηματοδότηση σιδηροδρομικού υλικού

Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα & Χάλυβα

Επενδυτική Τράπεζα των Βορειοευρωπαϊκών χωρών

Αναπτυξιακή Τράπεζα της Καραϊβικής

Οι διατάξεις του άρθρου 15 δεν θίγουν τυχόν διεθνείς υποχρεώσεις που τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν αναλάβει έναντι των προαναφερόμενων διεθνών οργανισμών.

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ:

Οι εν λόγω οργανισμοί πληρούν τα εξής κριτήρια:

1. Ο οργανισμός θεωρείται σαφώς ως δημόσιος σύμφωνα με τα εθνικά κριτήρια.

2. Ο δημόσιος αυτός οργανισμός δραστηριοποιείται εκτός του εμπορικού τομέα, διαχειρίζεται και χρηματοδοτεί σύνολο κοινωφελών δραστηριοτήτων παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες εκτός του εμπορικού τομέα και ελέγχεται όντως από τη γενική κυβέρνηση.

3. Ο δημόσιος αυτός οργανισμός εκδίδει τακτικά και μεγάλα ομολογιακά δάνεια.

4. Το συγκεκριμένο κράτος είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι ο δημόσιος αυτός οργανισμός δεν θα προβεί σε πρόωρη εξόφληση σε περίπτωση ρήτρας αντιστάθμισης φόρου (gross – up clauses)

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

Μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του Βασιλείου του Βελγίου, της Τσεχικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Δανίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Ελληνικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, του Βασιλείου της Σουηδίας, του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ,

Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ,

Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΕΤΤΟΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡ1ΑΣ,

Η ΠΟΛΩΝΙΑ,

Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝ1ΑΣ,

Η ΣΛΟΒΑΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ.

ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ

και

ΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΤΟΥ ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΙΝ, εφεξής καλούμενο «Λιχτενστάιν»

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το Λιχτενστάιν και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα συνάπτουν συμφωνία που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που θεσπίζονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (εφεξής, η οδηγία). Το παρόν μνημόνιο συμφωνίας συμπληρώνει αυτή τη συμφωνία.

2. ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΙΣΟΔΥΝΑΜΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

Κατά τη μεταβατική περίοδο που προβλέπεται στην οδηγία, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα θα άρχισα συζητήσεις με άλλα σημαντικά χρηματοοικονομικά κέντρα με σκοπό την προώθηση της υιοθέτησης από αυτούς τους οργανισμούς μέτρων ισοδύναμων με εκείνα που εφάρμοζα η Κοινότητα.

3. ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΘΕΣΕΩΝ

Οι υπογράφοντες το παρόν μνημόνιο συμφωνίας δηλώνουν ότι θεωρούν ότι η συμφωνία που αναφέρεται στο σημείο 1 και το παρόν μνημόνιο αποτελούν μία αποδεκτή και ισορροπημένη ρύθμιση η οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι διασφαλίζει τα συμφέροντα των μερών. Συνεπώς θα εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα μέτρα με καλή πίστη και δεν θα ενεργήσουν μονομερώς για να υπονομεύσουν αδικαιολόγητα την παρούσα ρύθμιση.

Εάν διαπιστωθεί σημαντική διαφορά μεταξύ του περιεχομένου της οδηγίας όπως εκδόθηκε στις 3 Ιουνίου 2003 και του περιεχομένου της συμφωνίας, ιδίως όσον αφορά το άρθρο 6 της συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη αρχίζουν αμέσως διαβουλεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 της συμφωνίας για να διασφαλιστεί ότι διατηρούνται τα ισοδύναμα μέτρα που προβλέπονται στη συμφωνία.

Το Λιχτενστάιν αναλαμβάνει να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να καθόρισα χωρίς καθυστέρηση το αποδεκτό μιας δεόντως αιτιολογημένης αίτησης ανταλλαγής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 10 της Συμφωνίας, με βάση τους διαδικαστικούς κανόνες του.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της θα λάβουν υπόψη την απόφαση του Λιχτενστάιν να πρόβλεψα μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που προβλέπονται στην οδηγία κατά τη συνεργασία τους με το Λιχτενστάιν, περιλαμβανομένης της συνεργασίας σε φορολογικά θέματα. Οι υπογράφοντες συμφωνούν στο πλαίσιο αυτό ότι κάθε μέρος που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 4 της συμφωνίας, δύναται να θέτει παράλληλα με τις διαπραγμάτευσης αυτές και άλλα φορολογικά θέματα, περιλαμβανομένων των θεμάτων που αφορούν την κατάργηση ή τη μείωση της διπλής φορολογίας εισοδημάτων.

Υπεγράφη στις Βρυξέλλες στις 7.12.2004 σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, ουγγρική, ολλανδική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβένικη, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα, και τα κείμενα σε όλες αυτές τις γλώσσες είναι εξίσου αυθεντικά.

Το κείμενο στην μαλτέζικη γλώσσα θα επικυρωθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει ανταλλαγής επιστολών. Θα είναι και αυτό αυθεντικό, όπως και τα κείμενα στις γλώσσες που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο.

Άρθρο δεύτερο

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την 1η Ιουλίου 2005 και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 16 αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

       Εκτύπωση σελίδας
Πίσω Αρχή Aρχική σελίδα


ΓΡΑΦΕΙΑ: ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1, ΜΑΡΟΥΣΙ, Τ.Κ. 151 22. ΤΗΛ. 210 3217721, 210 3310096, 210 3240557, FAX: 210 3216671