ΜΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
"ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ & ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ"

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΟΣ "ΝΟΜΟΙ - NOMOI Π.Δ."
Πίσω Aρχική σελίδα

 ΘΕΜΑ:  
ΝΟΜΟΣ 3363/2005 (ΦΕΚ Α΄ 159/23.6.2005)

Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, του Μνημονίου Συμφωνίας που τη συνοδεύει μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών - μελών της αφενός και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας αφετέρου, καθώς και της Συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με την ημερομηνία εφαρμογής της ως άνω Συμφωνίας

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παράγραφος 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/ 48/ΕΚτου Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με το Ν. 3312/2005 (ΦΕΚ 35 Α΄), και το Μνημόνιο Συμφωνίας που τη συνοδεύει μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών - μελών της αφενός και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας αφετέρου, καθώς και η Συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με την ημερομηνία εφαρμογής της ως άνω Συμφωνίας, το κείμενο των οποίων σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:

ΣΥΜΦΩΝΙΑ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 200 3/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ εφεξής «Κοινότητα»,

και

Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ εφεξής «Ελβετία»,

ή τα συμβαλλόμενα μέρη,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΝΑ ΣΥΝΑΨΟΥΝ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ:

Αρθρο 1 - Παρακράτηση από ελβετικούς φορείς πληρωμής

1. Οι πληρωμές τόκων προς τους πραγματικούς δικαιούχους κατά την έννοια του άρθρου 4 οι οποίοι είναι κάτοικοι κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφεξής «κράτος μέλος», από φορέα πληρωμής εγκατεστημένο στο έδαφος της Ελβετίας υπόκεινται σε παρακράτηση από το ποσό του καταβαλλόμενου τόκου, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 και του άρθρου 2. Το ποσοστό της παρακράτησης ανέρχεται σε 15% κατά τα τρία πρώτα έτη από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, σε 20 % για τα επόμενα τρία έτη και σε 35 % στη συνέχεια.

2. Οι πληρωμές τόκων για απαιτήσεις που έχουν εκδώσει οφειλέτες που είναι κάτοικοι της Ελβετίας ή που ανήκουν σε μόνιμες εγκαταστάσεις μη κατοίκων που ευρίσκονται στην Ελβετία εξαιρούνται από την παρακράτηση. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» έχει την ίδια έννοια που έχει βάσει της σχετικής σύμβασης περί διπλής φορολογίας μεταξύ της Ελβετίας και του κράτους κατοικίας του οφειλέτη. Εάν δεν υπάρχει τέτοια σύμβαση, ως «μόνιμη εγκατάσταση» νοείται σταθερός τόπος επιχείρησης όπου λειτουργεί πλήρως ή εν μέρα η επιχείρηση του οφειλέτη.

3. Ωστόσο, σε περίπτωση που η Ελβετία μειώσει σε κάτω του 35% το ποσοστό του προκαταβληθέντος φόρου εισοδήματος επί των τόκων από ελβετική πηγή που καταβάλλονται σε φυσικά πρόσωπα που κατοικούν σε κράτη μέλη, τότε πρέπει να επιβάλει παρακράτηση στις εν λόγω πληρωμές τόκων. Το ποσοστό της παρακράτησης αυτής είναι η διαφορά μεταξύ του ποσοστού παρακράτησης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 και του νέου ποσοστού προκαταβολικού φόρου. Ωστόσο, δεν υπερβαίνει το ποσοστό που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

Εάν η Ελβετία περιορίσει το πεδίο εφαρμογής του νόμου της περί προκαταβληθέντος φόρου εισοδήματος επί των πληρωμών τόκων σε φυσικά πρόσωπα που κατοικούν σε κράτη μέλη, οι πληρωμές τόκων που εξαιρούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο από τον προκαταβολικό φόρο θα υπόκεινται σε παρακράτηση των ποσοστών που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

4. Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται στους τόκους που καταβάλλουν ελβετικές εταιρείες επενδύσεων οι οποίες, κατά το χρόνο έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία, απαλλάσσονται από τον ελβετικό προκαταβλητέο φόρο εισοδήματος επί των πληρωμών τους σε φυσικά πρόσωπα που είναι κάτοικοι κράτους μέλους.

5. Η Ελβετία θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίσει ότι τα καθήκοντα που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας εκτελούνται από τους φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος της Ελβετίας και προβλέπει ειδικές διατάξεις σχετικές με τις διαδικασίες και τις κυρώσεις.

αρθρο 2 - Εθελοντική γνωστοποίηση

1. Η Ελβετία προβλέπει διαδικασία η οποία επιτρέπει στον πραγματικό δικαιούχο όπως ορίζεται στο άρθρο 4 να αποφύγει την παρακράτηση που διευκρινίζεται στο άρθρο 1 εξουσιοδοτώντας ρητά το φορέα πληρωμής του στην Ελβετία να υποβάλει τις πληρωμές τόκων στην αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους Αυτή η εξουσιοδότηση θα κάλυπτα όλες τις πληρωμές τόκων προς τον πραγματικό δικαιούχο από τον εν λόγω φορέα πληρωμής.

2. Στις ελάχιστες πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλει ο φορέας πληρωμής σε περίπτωση ρητής εξουσιοδότησης από τον πραγματικό δικαιούχο περιλαμβάνονται:

α) τα στοιχεία ταυτότητας και η κατοικία του πραγματικού δικαιούχου που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσας συμφωνίας

β) το όνομα και η διεύθυνση του φορέα πληρωμής

γ) ο αριθμός λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που αποτελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων, και

δ) το ποσό της πληρωμής των τόκων που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3.

3. Η ελβετική αρμόδια αρχή κοινοποιεί τις. πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στην αρμόδια αρχή του, κράτους μέλους κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου. Οι κοινοποιήσεις, αυτές διεξάγονται αυτομάτως τουλάχιστον άπαξ του έτους, εντός εξαμήνου από το τέλος του ελβετικού φορολογικού έτους, ως προς το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.

4. Εάν ο πραγματικός δικαιούχος επιλέξει την παρούσα διαδικασία εθελοντικής κοινοποίησης ή δηλώσει με άλλο τρόπο στις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους κατοικίας του το εισόδημα από τόκους που απέκτησε από ελβετικό φορέα πληρωμής, το εν λόγω εισόδημα από τόκους υπόκειται σε φορολογία στο κράτος μέλος αυτό με τους ίδιους συντελεστές που εφαρμόζονται για παρόμοιο εισόδημα στο εν λόγω κράτος.

αρθρο 3 - Βάση αξιολόγησης για την παρακράτηση

1. Ο φορέας πληρωμής παρακρατεί το φόρο στην πηγή σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 ως εξής:

α) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α): επί του ακαθάριστου ποσού των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων,

β) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή δ): επί του ποσού των τόκων ή του εισοδήματος που αναφέρεται στα στοιχεία αυτά,

γ) ενεργεί εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου που είναι ο πραγματικός δικαιούχος και δηλώνει στο φορέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του και το κράτος κατοικίας.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η παρακράτηση εκπίπτει κατ’ αναλογία για την περίοδο κατά την οποία ο πραγματικός δικαιούχος κατέχει χρεωστικό τίτλο. Εάν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει την περίοδο με βάση τις πληροφορίες πού διαθέτει, τότε θεωρεί ότι ο πραγματικός δικαιούχος είχε στην κατοχή του το χρεωστικό τίτλο από την αρχή της ύπαρξης του, εκτός εάν αυτός αποδείξει την ημερομηνία κτήσης.

3. Οι φόροι και οι παρακρατήσεις εκτός από την παρακράτηση που προβλέπεται στην παρούσα συμφωνία για την ίδια πληρωμή τόκων πιστώνονται έναντι του ποσού της παρακράτησης που υπολογίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 δεν επηρεάζουν το άρθρο 1 το άρθρο 3.

αρθρο 4 - Ορισμός του πραγματικού δικαιούχου

1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο εισπράττει τόκους για ίδιο σκοπό ή προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι δεν "έχει εισπράξει ή εξασφαλίσει την πληρωμή τόκων για ίδιο λογαριασμό. Ένα φυσικό πρόσωπο δεν θεωρείται ως πραγματικός δικαιούχος όταν:

α) ενεργεί ως φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 6 ή

β) ενεργεί εξ ονόματος νομικού προσώπου, εταιρείας επενδύσεων ή συγκρίσιμου ή ισοδύναμου οργανισμού για κοινές επενδύσεις σε τίτλους ή.

γ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 7 παρ. 1 στοιχείο γ): επί του ποσού των τόκων που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο.

2. Στην περίπτωση που ο φορέας πληρωμής έχει στη διάθεση του στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το φυσικό πρόσωπο στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η πληρωμή τόκων ενδεχομένως να μην είναι ο πραγματικός δικαιούχος, λαμβάνει τα κατάλληλα, μέτρα για να προσδιορίσει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου. Αν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει τον πραγματικό δικαιούχο, θεωρεί το εν λόγω φυσικό πρόσωπο ως πραγματικό δικαιούχο.

αρθρο 5 - Στοιχεία ταυτότητας και κατοικία του πραγματικού δικαιούχου

Για να προσδιοριστεί η ταυτότητα και η κατοικία του πραγματικού δικαιούχου όπως ορίζονται στο άρθρο 4, ο φορέας πληρωμής τηρεί βιβλίο με το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και την κατοικία λεπτομερώς σύμφωνα με τις ελβετικές νομικές διατάξεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που. έχουν συναφθεί, ή τις συναλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί χωρίς συμβατικές σχέσεις, την 1η Ιανουαρίου 2004 ή μετά, για τα φυσικά πρόσωπα που προσκομίζουν διαβατήριο ή επίσημη ταυτότητα που έχει εκδώσει κράτος μέλος, τα οποία δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι κράτους εκτός από τα κράτη μέλη και την Ελβετία, η κατοικία προσδιορίζεται με βάση το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που έχει εκδώσει η. αρμόδια αρχή του κράτους του οποίου το φυσικό πρόσωπο διατείνεται ότι είναι κάτοικος. Εάν δεν προσκομιστεί το εν λόγω πιστοποιητικό, ως κράτος κατοικίας θεωρείται το κράτος μέλος που εξέδωσε το διαβατήριο ή άλλη επίσημη ταυτότητα.

αρθρο 6 - Ορισμός του φορέα πληρωμής

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως «φορέας πληρωμής» στην Ελβετία νοούνται Οι τράπεζες βάσει του ελβετικού τραπεζικού νόμου, οι έμποροι χρεογράφων βάσει του ομοσπονδιακού νόμου για τα χρηματιστήρια και την αγοραπωλησία χρεογράφων, τα φυσικά και νομικά, πρόσωπα που κατοικούν ή είναι εγκατεστημένα στην Ελβετία, οι εταιρικές σχέσεις και μόνιμες εγκαταστάσεις ξένων εταιρειών, οι οποίες έστω και περιστασιακά, αποδέχονται, κατέχουν, επενδύουν ή μεταβιβάζουν περιουσιακά στοιχεία τρίτων μερών ή απλώς καταβάλλουν ή εξασφαλίζουν την καταβολή τόκων κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους.

αρθρο 7 - Ορισμός των τόκων

1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως «τόκοι» νοούνται:

α) οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι από πάσης φύσεως απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των τόκων που καταβάλλονται επί πιστωτικών καταθέσεων από ελβετικούς φορείς πληρωμής υπέρ των πραγματικών δικαιούχων όπως ορίζονται στο άρθρο 4, ανεξαρτήτως του αν συνοδεύονται από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως δε τα εισοδήματα από τίτλους του δημοσίου και ομολογιακά δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των πριμοδοτήσεων και δώρων που συνδέονται με αυτά, αλλά με εξαίρεση τους τόκους από δάνεια μεταξύ ιδιωτικών φυσικών προσώπων που δεν ενεργούν στα πλαίσια των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους. Οι τάκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι·

β) οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α)

γ) το εισόδημα που προκύπτει από τόκους, είτε άμεσα είτε μέσω φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (εφεξής «η οδηγία»), το οποίο διανέμεται από:

i) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων με έδρα σε κράτος μέλος,

ii) οργανισμούς με έδρα σε κράτος μέλος, που ασκούν το δικαίωμα επιλογής βάσει του άρθρου 4. παράγραφος 3 της οδηγίας και που ενημερώνουν σχετικά το φορέα πληρωμής,

iii) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους των συμβαλλόμενων μερών

iv) ελβετικές εταιρείες επενδύσεων που κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία απαλλάσσονται από τον ελβετικό προκαταβλητέο φόρο εισοδήματος επί των πληρωμών τους σε φυσικά πρόσωπα που είναι κάτοικοι κράτους μέλους.

δ) το εισόδημα που προκύπτει από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση μετοχών ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς καν φορείς, αν επενδύουν άμεσα ή έμμεσα μέσω άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ή φορέων που αναφέρονται παρακάτω, ποσοστό ανώτερο του 40% του ενεργητικού τους σε χρεωστικούς τίτλους που αναφέρονται στο στοιχείο α):

i) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων με έδρα σε κράτος μέλος

ii) οργανισμούς με έδρα σε κράτος μέλος, που ασκούν το δικαίωμα επιλογής βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 3 της οδηγίας και ενημερώνουν σχετικά το φορέα πληρωμής·

iii οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων πού είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους των συμβαλλόμενων μερών

iv) ελβετικές εταιρείες επενδύσεων οι οποίες κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία απαλλάσσονται από τον ελβετικό προκαταβλητέο φόρο εισοδήματος επί των πληρωμών τους σε φυσικά πρόσωπα που είναι κάτοικοι κράτους μέλους

2. Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο γ), σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεση του στοιχεία σχετικά με το μέρος του εισοδήματος πού προέρχεται από πληρωμή τόκων, το συνολικό ποσό του εισοδήματος θεωρείται ως πληρωμή τόκων.

3. Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο δ), σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεση του στοιχεία σχετικά με το ποσοστό, του ενεργητικού που επενδύεται σε. χρεωστικούς τίτλους ή σε μετοχές ή μερίσματα που προβλέπονται στο συγκεκριμένο στοιχείο, το ποσοστό αυτό θεωρείται ότι υπερβαίνει το 40 %. Εάν ο εν λόγω φορέας πληρωμής δεν μπορεί να προσδιορίσει το ποσό του εισοδήματος που συγκεντρώνει ο πραγματικός δικαιούχος, το εισόδημα θεωρείται ότι αντιστοιχεί στο προϊόν της πώλησης, της εξαγοράς ή της εξόφλησης των μετοχών ή μεριδίων.

4. Το εισόδημα των επιχειρήσεων ή φορέων που έχουν επένδυσα έως το 15 % του ενεργητικού τους σε χρεωστικούς τίτλους κατά την έννοια της παραγράφου 1 στοιχείο α) δεν θεωρείται τόκος σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ).

5. Το ποσοστό που αναφέρεται «την παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 3 είναι, από την 1η Ιανουαρίου 2011, 25%.

6. Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 4 καθορίζονται βάσει της επενδυτικής πολιτικής όπως ορίζεται στον κανονισμό ή στα καταστατικά έγγραφα των εν λόγω επιχειρήσεων ή φορέων και, ελλείψει αυτών, βάσει της πραγματικής σύνθεσης των στοιχείων του ενεργητικού των εν λόγω επιχειρήσεων ή φορέων.

αρθρο 8 - Κατανομή των εσόδων

1. Η Ελβετία διατηρεί το 25 % των εσόδων από την παρακράτηση βάσει της παρούσας συμφωνίας και μεταβιβάζει το 75 % των εσόδων στο κράτος μέλος κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου.

2. Η μεταβίβαση αυτή πραγματοποιείται για κάθε έτος σε μία δόση ανά κράτος μέλος το αργότερο εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους στην Ελβετία.

αρθρο 9 - Εξάλειψη της διπλής φορολογίας

1. Όταν επί των τόκων που εισπράττει ο πραγματικός δικαιούχος έχει παρακρατηθεί φόρος από το φορέα πληρωμής στην Ελβετία, το κρότος μέλος φορολογικός κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου του χορηγεί πίστωση φόρου ίση με το παρακρατηθέν ποσό. Αν το ποσό αυτό υπερβαίνει -ίο ποσό του οφειλόμενου φόρου επί του συνολικού ποσού των τόκων που υπόκεινται σε παρακράτηση σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας επιστρέφει το επιπλέον ποσό του παρακρατηθέντος φόρου στον πραγματικό δικαιούχο.

2. Όταν επί των τόκων που εισπράττει ο πραγματικός δικαιούχος έχουν παρακρατηθεί φόροι και ποσά άλλα από αυτά που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία και το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας χορηγεί, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή τις συμβάσεις περί διπλής φορολογίας, πίστωση φόρου γι’ αυτούς τους φόρους και τα άλλα ποσά, τότε οι φόροι αυτοί και τα ποσά πιστώνονται πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1. Το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας αποδέχεται τα πιστοποιητικά που εκδίδουν οι ελβετικοί φορείς πληρωμής ως ακριβές αποδεικτικό στοιχείο του φόρου ή της παρακράτησης εφόσον εξυπακούεται ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους φορολογικής κατοικίας μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια κρατική αρχή να ελέγξει τις πληροφορίες που αναφέρονται στα πιστοποιητικά που έχουν εκδώσει οι ελβετικοί φορείς πληρωμής.

3. Το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου μπορεί να αντικαταστήσει το μηχανισμό της πίστωσης φόρου που αναφέρεται στις παραγρ. 1 και 2 με την επιστροφή της παρακράτησης που αναφέρεται στο άρθρο 1.

αρθρο 10 - Ανταλλαγή πληροφοριών

1. Οι αρμόδιες αρχές της Ελβετίας και κάθε κράτους μέλους ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με συμπεριφορά που συνιστά φορολογική απάτη, βάσει των νόμων ίου κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, ή με παρόμοιες περιπτώσεις νια εισόδημα που διέπεται από την παρούσα συμφωνία. Στις «παρόμοιες περιπτώσεις» περιλαμβάνονται μόνο αδικήματα της ίδιας βαρύτητας με τη φορολογική απάτη βάσει των νόμων του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Σε απάντηση προς δεόντως αιτιολογημένη αίτηση, το κράτος «το οποίο υποβάλλεται η αίτηση παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα ζητήματα που άπτονται του διοικητικού, αστικού ή ποινικού δικαίου τα οποία ερευνά ή ενδέχεται να ερευνήσει το αιτούν κράτος. Με την επιφύλαξη του εύρους της ανταλλαγής πληροφοριών όπως καθορίζεται στην παρούσα παράγραφο, οι πληροφορίες ανταλλάσσονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζουν οι συμβάσεις περί διπλής φορολογίας μεταξύ της Ελβετίας και των κρατών, μελών και εξετάζονται ως εμπιστευτικές σύμφωνα με τον τρόπο που προβλέπεται στις εν λόγω συμβάσεις.

2. Για να καθορίσει εάν μπορεί να παράσχει τις πληροφορίες που ζητούνται με αίτηση, το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση εφαρμόζει τις διατάξεις περί παραγραφής που ισχύουν βάσει της νομοθεσίας του αιτούντος κράτους και όχι τις διατάξεις περί παραγραφής του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

3. Το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση παρέχει πληροφορίες εφόσον το αιτούν κράτος έχει εύλογες υπόνοιες ότι η συμπεριφορά συνιστά φορολογική απάτη ή παρόμοια περίπτωση. Η υπόνοια φορολογικής απάτης ή παρόμοιας περίπτωσης του αιτούντος κράτους μπορεί να βασίζεται σε:

α) έγγραφα, επικυρωμένα ή μη, που περιλαμβάνουν αλλά δεν περιορίζονται σε επαγγελματικά έγγραφα, λογιστικά βιβλία ή πληροφορίες για τραπεζικό λογαριασμό

β) πληροφορίες από μαρτυρία του φορολογουμένου·

γ) πληροφορίες που προέρχονται από πληροφοριοδότη ή από άλλο τρίτο πρόσωπο οι οποίες έτυχαν ανεξάρτητης επιβεβαίωσης ή μπορεί να είναι αξιόπιστες, ή

δ) έμμεσες αποδείξεις.

4. Η Ελβετία θα αρχίσει διμερείς διαπραγματεύσεις με κάθε κράτος μέλος για να καθόρισα ξεχωριστές κατηγορίες των περιπτώ­σεων που εμπίπτουν στις «παρόμοιες περιπτώσεις» σύμφωνα με τη διαδικασία φορολόγησης που εφαρμόζουν αυτές οι χώρες.

αρθρο 11 - Αρμόδιες αρχές

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας ως αρμόδιες αρχές νοούνται οι αρχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

αρθρο 12 - Διαβουλεύσεις

Εάν προκύψει διαφωνία μεταξύ της ελβετικής αρμόδιας αρχής και μιας ή περισσότερων από τις άλλες αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 11 όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, οι οικείες αρχές καταβάλλουν προσπάθεια να την επιλύσουν με αμοιβαία συμφωνία Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή και στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων τους. Σχετικά με προβλήματα ερμηνείας, η Επιτροπή λαμβάνει ενδεχομένως μέρος στις διαβουλεύσεις εφόσον το ζητήσει μία από τις αρμόδιες αρχές.

αρθρο 13 - Επανεξέταση

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη διεξάγουν διαβουλεύσεις μεταξύ τους τουλάχιστον κάθε τρία έτη εφόσον το ζήτησα ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη με σκοπό να εξετάσουν και, εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη το κρίνουν απαραίτητο, να βελτιώσουν την τεχνική λειτουργία της παρούσας συμφωνίας και να αξιολογήσουν τις διεθνείς εξέλιξης. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εντός μηνός από την αίτηση ή το ταχύτερο δυνατό σε επείγουσες περιπτώσεις.

2. Βάσει της εν λόγω αξιολόγησης, τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να προβούν σε διαβουλεύσεις για να εξετάσουν κατά πόσο είναι απαραίτητες οι τροποποιήσεις της παρούσας συμφωνίας λαμβανομένων υπόψη των διεθνών εξελίξεων.

3. Μόλις υπάρξει επαρκής εμπειρία από την πλήρη εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 1, τα συμβαλλόμενα μέρη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις για να εξετάσουν κατά πόσο είναι απαραίτητες οι τροποποιήσεις της παρούσας συμφωνίας λαμβανομένων ο διεθνών εξελίξεων.

4. Για τους σκοπούς των διαβουλεύσεων των παραγράφων 1, 2 και 3, κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενημερώνει το άλλο μέρος νια τις πιθανές εξελίξεις που ενδέχεται να επηρεάσουν την ορθή λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, όπως π.χ. μία σχετική συμφωνία μεταξύ ενός από τα συμβαλλόμενα μέρη και τρίτον κράτους.

αρθρο 14 - Σχέσεις με τις διμερείς συμβάσεις περί διπλής φορολογίας

Οι διατάξεις των συμβάσεων περί διπλής φορολογίας μεταξύ της Ελβετίας και των κρατών μελών δεν εμποδίζουν την επιβολή της παρακράτησης που προβλέπει η παρούσα συμφωνία.

 

αρθρο 15 - Μερίσματα, πληρωμές τόκων και δικαιωμάτων μεταξύ εταιρειών

1. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής, στην Ελβετία και στα κράτη μέλη, των εθνικών διατάξεων ή των διατάξεων που βασίζονται σε συμφωνία για την πρόληψη της απάτης ή των καταχρήσεων, τα μερίσματα που καταβάλλονται από θυγατρικές εταιρείες σε μητρικές εταιρείες δεν υπόκεινται σε φορολογία στο κράτος της παρακράτησης στη πηγή εφόσον:

- η μητρική εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή 25% στο μετοχικό κεφάλαιο της εν λόγω θυγατρικής επί τουλάχιστον δύο έτη, και

- μία εταιρεία έχει φορολογική κατοικία σε κράτος μέλος και η άλλη εταιρεία έχει φορολογική κατοικία στην Ελβετία, και

- βάσει συμφωνιών περί διπλής φορολογίας με τρίτα κράτη, καμία από τις δύο εταιρείες δεν έχει φορολογική κατοικία στο εν λόγω τρίτο κράτος, και

- οι δύο εταιρείες υπόκεινται στο φόρο εταιρειών χωρίς να απαλλάσσονται και υιοθετούν και οι δύο τη μορφή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης (1)

Η Εσθονία δύναται, εντούτοις, για όσο χρονικό διάστημα επιβάλλει φόρο εισοδήματος επί των διανεμημένων κερδών χωρίς να φορολογεί τα αδιανέμητα κέρδη και το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008, να εξακολουθήσει να επιβάλλει τον εν λόγω φόρο στα κέρδη που διανέμουν οι θυγατρικές εταιρείες στις μητρικές τους εταιρείες που εδρεύουν στην Ελβετία.

2. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής, στην Ελβετία και. στα κράτη μέλη, των εθνικών διατάξεων ή διατάξεων που βασίζονται σε συμφωνία για την πρόληψη της απάτης και των καταχρήσεων, οι καταβολές τόκων και δικαιωμάτων μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών ή των μόνιμων εγκαταστάσεων τους δεν υπόκεινται σε φορολογία στο κράτος της παρακράτησης στην πηγή, εφόσον:

- οι εν λόγω εταιρείες συνδέονται με άμεση ελάχιστη συμμετοχή 25% για τουλάχιστον δύο έτη ή τις κατέχει και τις δύο τρίτη εταιρεία η οποία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή 25% στο μετοχικό κεφάλαιο τόσο της πρώτης εταιρείας, όσο και της δεύτερης εταιρείας επί τουλάχιστον δυο έτη, και

- μία εταιρεία έχει φορολογική κατοικία ή μία μόνιμη εγκατάσταση ευρίσκεται σε κράτος μέλος και η άλλη εταιρεία έχει φορολογική κατοικία ή άλλη μόνιμη εγκατάσταση που ευρίσκεται στην Ελβετία, και

- βάσει συμφωνιών περί διπλής φορολογίας με τρίτα κράτη, καμία από τις εταιρείες δεν έχει φορολογική κατοικία στο εν λόγω τρίτο κράτος και καμία από τις μόνιμες εγκαταστάσεις δεν ευρίσκεται στο τρίτο κράτος αυτό, και

- όλες οι εταιρείες υπόκεινται στο φόρο εταιρειών χωρίς να απαλλάσσονται ειδικά από τις καταβολές τόκων και δικαιωμάτων και η κάθε εταιρεία υιοθετεί τη μορφή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης

Ωστόσο, εφόσον η οδηγία 2003/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών, προβλέπει μεταβατική περίοδο για ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος, το εν λόγω κράτος διασφαλίζει την πρόβλεψη των παραπάνω ρυθμίσεων για τις πληρωμές τόκων και δικαιωμάτων μόνο μετά τη λήξη αυτής της περιόδου.

3. Οι υφιστάμενες συμφωνίες περί διπλής φορολογίας μεταξύ της Ελβετίας και των κρατάν μελών που προβλέπουν ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση των μερισμάτων και πληρωμών τόκων και δικαιωμάτων κατά το χρόνο έγκρισης της παρούσας συμφωνίας παραμένουν ως έχουν.

αρθρο 16 - Μεταβατικές διατάξεις για τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους

1. Από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας μέχρις ότου τουλάχιστον ένα κράτος μέλος εφαρμόσει επίσης παρόμοιες διατάξεις και έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010 το αργότερο, οι εγχώριες και διεθνείς ομολογίες και άλλοι διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά πριν από την 1η Μαρτίου 2001 ή που τα ενημερωτικά φυλλάδια για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο έχουν εγκριθεί πριν από αυτή την ημερομηνία από τις αρμόδιες αρχές του κράτους έκδοσης δεν θεωρούνται απαίτησης κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν πραγματοποιούνται επιπλέον εκδόσεις των εν λόγω διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής.

Ωστόσο, επί όσο χρονικό διάστημα ένα τουλάχιστον κράτος μέλος εφαρμόζει επίσης παρόμοιες διατάξεις, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να ισχύουν πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2010 για. διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους του είδους αυτού:

- που περιέχουν ρήτρες επανενσωμάτωσης του φόρου που εξέπεσε, και

- εφόσον ο φορέας πληρωμής όπως ορίζεται στο άρθρο 6, είναι εγκατεστημένος στην Ελβετία, και

- εφόσον ο εν λόγω φορέας πληρωμής καταβάλλει απευθείας τόκους στον πραγματικό δικαιούχο εγκατεστημένο σε κράτος μέλος ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού.

Εάν και εφόσον όλα τα κράτη μέλη παύσουν να εφαρμόζουν παρόμοιες διατάξεις, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να εφαρμόζονται μόνο για τους διαπραγματεύσιμους τίτλους:

- που περιέχουν ρήτρες επανενσωμάτωσης του φόρου που εξέπεσε, και

- εφόσον ο φορέας πληρωμής του εκδότη είναι εγκατεστημένος στην Ελβετία και

- εφόσον ο εν λόγω φορέας πληρωμής καταβάλλει απευθείας τόκους στον πραγματικό δικαιούχο εγκατεστημένο σε κράτος μέλος, ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού.

Σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν νέες εκδόσεις των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1 Μαρτίου 2002 και εξής, από κυβερνήσεις ή εξομοιούμενους οργανισμούς που ενεργούν ως δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη (που περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος Π της παρούσας συμφωνίας), η συνολική έκδοση των εν λόγω τίτλων, αποτελούμενη από την αρχική έκδοση και τις νέες εκδόσεις, θεωρείται απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχειό α).

Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί νέα έκδοση των προαναφερόμενών διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από άλλο εκδότη που δεν καλύπτεται από το τέταρτο εδάφιο, η νέα αυτή έκδοση θεωρείται απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α).

2. Το παρόν άρθρο δεν εμπόδιζα την Ελβετία και τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να επιβάλλουν φόρο στα εισοδήματα που απορρέουν από τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία.

αρθρο 17 - Υπογραφή, έναρξη ισχύος και διάρκεια ισχύος

1. Η παρούσα συμφωνία πρέπει να κυρωθεί ή να εγκριθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις οικίες διαδικασίες Τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να ειδοποιήσουν το ένα το άλλο σχετικά με την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών. Η συμφωνία τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα από την τελευταία γνωστοποίηση.

2. Με την επιφύλαξη της εκπλήρωσης των συνταγματικών απαντήσεων της Ελβετίας και των απαιτήσεων του κοινοτικού δικαίου όσον αφορά τη σύναψη διεθνών συμφωνιών, καθώς και με την επιφύλαξη του άρθρου 18, η Ελβετία και, κατά περίπτωση, η Κοινότητα θέτουν σε εφαρμογή την παρούσα συμφωνία από την 1η Ιανουαρίου 2005 και προβαίνουν σε αμοιβαία κοινοποίηση της εν λόγω εφαρμογής.

3. Η παρούσα συμφωνία παραμένει σε ισχύ εφόσον δεν την καταγγείλει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη.

4. Έκαστο συμβαλλόμενο μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα συμφωνία με γραπτή γνωστοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Στην περίπτωση αυτή, η συμφωνία παύει να ισχύει δώδεκα μήνες από την ημερομηνία γνωστοποίησης.

αρθρο 18 - Εφαρμογή και αναστολή της εφαρμογής

1. Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας εξαρτάται από την έγκριση και εφαρμογή από τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη των κρατών μελών που αναφέρονται στην έκθεση του Συμβουλίου (Οικονομικές και Δημοσιονομικές Υποθέσεις) προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλια της Σάντα Μαρία ντα Φέιρα της 19ης και 20ής Ιουνίου 2000, καθώς και από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής την Ανδόρα, το Λιχτενστάιν, το Μονακό και το Σαν Μαρίνο, αντίστοιχα, μέτρων που είναι σύμφωνα ή ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην οδηγία ή στην παρούσα συμφωνία, με εξαίρεση το άρθρο 15 της παρούσας συμφωνίας, και τον καθορισμό των ίδιων ημερομηνιών εφαρμογής.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίζουν, με κοινή συμφωνία τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία, που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, κατά πόσον ο όρος που τίθεται στην παράγραφο 1 πληρούται όσον αφορά τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος των σχετικών μέτρων στα ενδιαφερόμενα τρίτα κράτη και στα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη. Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίσουν ότι δεν πληρούται ο όρος, εγκρίνουν, με κοινή συμφωνία, νέα ημερομηνία για τους σκοπούς του άρθρου 17 παράγραφος 2.

3. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, το άρθρο 15 εφαρμόζεται για την Ισπανία από την έναρξη ισχύος διμερούς συμφωνίας μεταξύ Ισπανίας και Ελβετίας σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήσεως σε διοικητικές, αστικές ή ποινικές υποθέσεις φορολογικής απάτης, βάσει των νόμων του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, ή σε παρόμοιες υποθέσεις, όσον αφορά εισόδημα που δεν υπόκειται στην παρούσα συμφωνία αλλά καλύπτεται από σύμβαση ή συμφωνία μεταξύ Ισπανίας και Ελβετίας για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας του εισοδήματος και του κεφαλαίου.

4. Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας ή μερών αυτής δύναται να ανασταλεί με άμεση ισχύ από έκαστο, συμβαλλόμενο μέρος μέσω κοινοποίησης στο άλλο μέρος εφόσον η οδηγία ή μέρος της οδηγίας παύει να ισχύει είτε προσωρινά είτε μόνιμα σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο ή σε περίπτωση που κράτος μέλος - αναστείλει την εφαρμογή των οικείων διατάξεων εφαρμογής.

5. Οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας μέσω κοινοποίησης στο άλλο μέρος σε περίπτωση που ένα από τα τρίτα κράτη ή τα εδάφη της παραγράφου 1 παύσουν στη συνέχεια να εφαρμόζουν τα μέτρα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο. Η αναστολή της εφαρμογής πραγματοποιείται το νωρίτερο δύο μήνες μετά τη γνωστοποίηση. Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας αποκαθίσταται μόλις αποκατασταθούν και τα μέτρα.

αρθρο 19 - Απαιτήσεις και τελική ρύθμιση

1. Σε περίπτωση καταγγελίας της παρούσας συμφωνίας ή αναστολής της εφαρμογής της είτε πλήρως είτε εν μέρει, οι απαιτήσεις των φυσικών προσώπων σύμφωνα με το άρθρο 9 δεν επηρεάζονται.

2. Σ΄ αυτήν την περίπτωση, η Ελβετία καταρτίζει λογαριασμό κλεισίματος έως το τέλος της περιόδου ισχύος της παρούσας συμφωνίας και πραγματοποιεί τελική πληρωμή στα κράτη μέλη.

 

αρθρο 20 - Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα αν; αφωνία εφαρμόζεται, αφενός, στα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας υπό τους όρους που προβλέπει η συνθήκη αυτή και, αφετέρου, στο έδαφος της Ελβετίας.

αρθρο 21 - Παραρτήματα

1. Τα παραρτήματα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας συμφωνίας.

2. Ο κατάλογος των αρμόδιων αρχών που περιέχεται στο παράρτημα i μπορεί να τροποποιηθεί με απλή κοινοποίηση στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος από την Ελβετία όσον αφορά την αρχή που αναφέρεται στο στοιχείο α) του εν λόγω παραρτήματος και από την Κοινότητα όσον αφορά τις άλλες αρχές.

Ο κατάλογος των εξομοιούμενων οργανισμών που περιέχεται στο παράρτημα II μπορεί να τροποποιηθεί με κοινή συμφωνία βάσει ανταλλαγής επιστολών.

αρθρο 22 - Γλώσσες

1. Η παρούσα συμφωνία συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβένικη, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα, και όλα αυτά τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

2. Η γνησιότητα του κειμένου στη μαλτέζικη γλώσσα βεβαιώνεται από τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει ανταλλαγής επιστολών. Το κείμενο είναι εξίσου αυθεντικό με τα κείμενα των γλωσσών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΟΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας «αρμόδιες αρχές» είναι:

α) στην Ελβετία, ο διευθυντής της ομοσπονδιακής φορολογικής διοίκησης ή ο πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος του·

β) στο Βασίλειο του Βελγίου: De Minister van Financien / Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

γ) στην Τσεχική Δημοκρατία: Ministr finance ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

δ) στο Βασίλειο της Δανίας: Skatteministeren ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος,·

ε) στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας: Der Bundesminister der Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,·

στ) στην Εσθονία: Rahandusminister ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ζ) στην Ελληνική Δημοκρατία: Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

η) στο Βασίλειο της Ισπανίας: El Ministro de Hacienda ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος.

θ) στη Γαλλική Δημοκρατία: Le Ministre charge du budget ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ι) στην Ιρλανδία: The Revenue Commissioners ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι τους.

ια) στην Ιταλική Δημοκρατία: II Capo del Dipartimento per le Politiche Fiscali ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,·

ιβ) στην Κύπρο: Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,·

ιγ) στη Λεττονία: Finansu ministrs ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,·

ιδ) στη Λιθουανία: Finansu ministras ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιε) στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου: Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος ωστόσο για τους σκοπούς του άρθρου 10 η αρμόδια αρχή θα είναι le Procureur General d΄ Etat luxembourgeois,

ιστ) στην Ουγγαρία: Apenzugyminiszter ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιζ) στη Μάλτα: II Ministrn sresponsabbli ghall Firranzi ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,·

ιη) στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών: De Ministrer van Financien, ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,·

ιθ) στη Δημοκρατία της Αυστρίας: Der Bundersiminister fur Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κ) στην Πολωνία: Minister Finansow ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κα) στην Πορτογαλική Δημοκρατία: O Minister Finance ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,·

κβ) στη Σλοβενία: Minister za Finance ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κγ) στη Σλοβακία: Minister financii ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κδ) στη Δημοκρατία της Φινλανδίας: Valtiovarainministerio / Finansministeriet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κε) στο Βασίλειο της Σουηδίας: Chefen for Finansdepartementet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κστ) στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας και στα ευρωπαϊκά εδάφη για τις εξωτερικές σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο το Ηνωμένο Βασίλειο: the Commissioners of Inland Revenue ή οι εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι τους και η αρμόδια αρχή του Γιβραλτάρ, την οποία θα ορίσει το Ηνωμένο Βασίλειο με βάση τις συμφωνηθείσες ρυθμίσεις σχετικά με τις αρχές του Γιβραλτάρ στο πλαίσιο των μέσων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωπαϊκής Κοινότητας και των σχετικών συμφωνιών που γνωστοποιήθηκαν στα κράτη μέλη και στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 1΄) Απριλίου 2000, αντίγραφο των οποίων 3α κοινοποιήσει στην Ελβετία ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και που θα ισχύουν νια την παρούσα συμφωνία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ «ΕΞΟΜΟΙΟΥΜΕΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ»

Για τους σκοπούς του άρθρου 16 της παρούσας συμφωνίας, οι ακόλουθοι οργανισμοί θεωρούνται ως «εξομοιούμενοι προς δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη:

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΟΧΗΣ:

Βέλγιο

φλαμανδική περιοχή

περιοχή της Βαλλονίας

περιοχή των Βρυξελλών Πρωτευούσης

γαλλική κοινότητα

φλαμανδική κοινότητα

γερμανόφωνη κοινότητα

Ισπανία

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Γαλικίας

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Ανδαλουσίας

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Εστρεμαδούρας

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης-Λαμάντσα

κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης και Λεόν

κυβέρνηση της Ναβάρας

κυβέρνηση των Βαλεαρίδων Νήσων

κυβέρνηση της Καταλονίας

κυβέρνηση της Βαλένσιας

κυβέρνηση της Αραγκόν

κυβέρνηση των Καναρίων Νήσων

κυβέρνηση της Μουρθίας

κυβέρνηση της Μαδρίτης

κυβέρνησης της αυτόνομης κοινότητας της χώρας των Βάσκων

επαρχιακό συμβούλιο του Γκουιπούσκοα

επαρχιακό συμβούλιο της Βισκάγιας

επαρχιακό συμβούλιο της Αλάβα

δήμος της Μαδρίτης

δήμος της Βαρκελώνης

συμβούλιο της Νήσου Γκραν Κανάρια

συμβούλιο της Νήσου Τενφίφης

πιστωτικό δημόσιο ίδρυμα

χρηματοδοτικό ίδρυμα της Καταλονίας

χρηματοδοτικό ίδρυμα της Βαλένσιας

Ελλάδα

Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδας

Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδας

Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού

Γαλλία

ταμείο απόσβεσης κοινωνικού χρέους

γαλλικός οργανισμός ανάπτυξης

δίκτυο σιδηροδρόμων της Γαλλίας

εθνικό ταμείο αυτοκινητοδρόμων

δημόσια περίθαλψη, νοσοκομεία των Παρισίων

ανθρακωρυχεία της Γαλλίας

μεταλλευτική και χημική επιχείρηση

Ιταλία

περιοχές

επαρχίες

δήμοι

ταμείο παρακαταθηκών και δανείων

Λεττονία

τοπικές κυβερνήσεις

Πολωνία

κοινότητες

περιφέρειες

επαρχίες

ενώσεις κοινοτήτων

ενώσεις περιφερειών

ενώσεις επαρχιών

πρωτεύουσα πόλη της Βαρσοβίας

Οργανισμός για την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας

Οργανισμός γεωργικής ιδιοκτησίας

Πορτογαλία

αυτόνομη περιοχή της Μαδέρας

αυτόνομη περιοχή των Αζορών

δήμοι

Σλοβακία

κοινότητες

Σλοβακία εταιρεία σιδηροδρόμων

Εθνικό ταμείο διαχείρισης οδών

Σλοβακικοί σταθμοί ηλεκτρικού ρεύματος

Εταιρεία της ορθολογικής χρήσεως των υδάτων

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ:

Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης

Ευρωπαϊκή

Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης

Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης

Παγκόσμια Τράπεζα / ΔΤΑΑ / ΔΝΓ

Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδότησης

Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης

Ταμείο Κοινωνικής Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης

Ευρατόμ

Ευρωπαϊκή Κοινότητα

Χρηματοδοτική συνεργασία για την ανάπτυξη των Άνδεων (CAF)

Ευρωπαϊκή εταιρεία για τη χρηματοδότηση σιδηροδρομικού υλικού

Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα

Επενδυτική Τράπεζα των Βορειοευρωπαϊκών χωρών

Αναπτυξιακή Τράπεζα της Καραϊβικής

Οι διατάξεις του άρθρου 16 δεν θίγουν τυχόν διεθνείς υποχρεώσεις που τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν αναλάβει έναντι των προαναφερόμενων διεθνών οργανισμών.

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΤΡΙΤΟΝ ΚΡΑΤΩΝ:

Οι εν λόγω οργανισμοί πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια:

1. ο οργανισμός θεωρείται σαφώς ως δημόσιος σύμφωνα με τα εθνικά κριτήρια,·

2. ο δημόσιος αυτός οργανισμός δραστηριοποιείται εκτός του εμπορικού τομέα, διαχειρίζεται και χρηματοδοτεί ομάδα κοινωφελών δραστηριοτήτων παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες εκτός του΄ εμπορικού τομέα και ελέγχεται όντως από τη γενική κυβέρνηση,

3. ο δημόσιος αυτός οργανισμός εκδίδει τακτικά και μεγάλα ομολογιακά δάνεια,

4. το συγκεκριμένο κράτος είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι ο δημόσιος αυτός οργανισμός δεν θα προβεί σε πρόωρη εξόφληση σε περίπτωση ρητρών αποζημίωσης του επενδυτή (gross – up clauses).

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του Βασιλείου του Βελγίου, της Τσεχικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Δανίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Ελληνικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της .Δημοκρατίας της Φινλανδίας, του Βασιλείου της Σουηδίας, του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας και της Ελβετικής: Συνομοσπονδίας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ

Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ

Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ

Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Η ΙΤΑΛΙΚΗ - ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΕΤΤΟΝΙΑΣ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ

Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ

Η ΣΛΟΒΑΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ

ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΑΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ

και

Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ, εφεξής «Ελβετία»

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Ελβετία και η Κοινότητα συνάπτουν συμφωνία που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που θεσπίζονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (εφεξής «η οδηγία»). Το παρόν μνημόνιο συμφωνίας συμπληρώνει τη συμφωνία αυτή.

2. ΔΙΟΙΚΗΤΙ ΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΑΤΗΣ Ή ΠΑΡΟΜΟΙΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

Μόλις υπογραφεί η συμφωνία, η Ελβετία και κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα αρχίσουν διμερείς διαπραγματεύσεις ούτως ώστε:

- να συμπεριλάβουν στις αντίστοιχες συμβάσεις περί διπλής φορολογίας του εισοδήματος και βασικές "διατάξεις για τη διοικητική συνδρομή υπό μορφή ανταλλαγής πληροφοριών μετά από αίτηση για ύλες τις διοικητικές, αστικές ή ποινικές υποθέσεις φορολογικής απάτης βάσει των νόμων του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, ή τις παρόμοιες περιπτώσεις σχετικά με θέματα εισοδήματος που δεν υπόκεινται στον κανονισμό αλλά καλύπτονται από τις αντίστοιχες συμβάσεις τους,

- να καθοριστούν μεμονωμένες κατηγορίες περιπτώσεων που εμπίπτουν στις «παρόμοιες περιπτώσεις» σύμφωνα με τη διαδικασία φορολόγησης που εφαρμόζουν αυτές οι χώρες.

3. ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΜΕΤΡΩΝ ΜΕ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ

Κατά τη μεταβατική περίοδο που προβλέπεται στην οδηγία, η Κοινότητα θα αρχίσει συζητήσεις με άλλα σημαντικά χρηματοοικονομικά κέντρα με σκοπό την προώθηση της υιοθέτησης από αυτούς τους οργανισμούς μέτρων ισοδύναμων με εκείνα που εφάρμοζα η Κοινότητα.

4. ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΘΕΣΕΩΝ

Οι υπογράφοντες το παρόν μνημόνιο συμφωνίας δηλώνουν ότι θεωρούν ότι η συμφωνία που αναφέρεται στο σημείο 1 και το παρόν μνημόνιο αποτελούν μία αποδεκτή και ισορροπημένη ρύθμιση η οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι διασφάλιζα τα συμφέροντα των μερών. Συνεπώς θα εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα μέτρα με καλή πίστη και δεν θα ενεργήσουν μονομερώς για να υπονομεύσουν αδικαιολόγητα την παρούσα ρύθμιση.

Εάν διαπιστωθεί σημαντική διαφορά μεταξύ του περιεχομένου της οδηγίας όπως εκδόθηκε στις 3 Ιουνίου 2003 και του περιεχομένου της συμφωνίας, ιδίως όσον αφορά το άρθρο 1 παράγραφος 2 και το άρθρο 6 της συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη αρχίζουν αμέσως διαβουλεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 13 -παράγραφος 1 της συμφωνίας για να διασφαλιστεί ότι διατηρούνται τα ισοδύναμα μέτρα που προβλέπονται στη συμφωνία.

Υπεγράφη στ Λουξεμβούργο, την 26η Οκτωβρίου 2004 σε δυο αντίτυπα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, πολική, λεττονική, λιθουανική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβένικη, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα, και όλα αυτά τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Η γνησιότητα του καμένου στη μαλτέζικη γλώσσα βεβαιώνεται από τους υπογράφοντες- βάσει ανταλλαγής επιστολών. Το κείμενο είναι εξίσου αυθεντικό με τα κείμενα των γλωσσών που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ

υπό μορφή Ανταλλαγής Επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με την ημερομηνία εφαρμογής της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα προς τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

Α. Επιστολή της Κοινότητας

Κύριε,

Έχω την τιμή να αναφερθώ στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα προς τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις. Η συμφωνία, η οποία θα κυρωθεί ή θα εγκριθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις κατ’ ιδίαν διαδικασίες τους, εφαρμόζεται από την ημερομηνία που θα καθορισθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 της συμφωνίας.

Το άρθρο 18 παράγραφος 2 ορίζει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίζουν, με κοινή συμφωνία, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 της συμφωνίας (1η Ιανουαρίου 2005), κατά πόσον ο όρος που καθορίζεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 της συμφωνίας θα τηρηθεί και εάν αποφασίσουν ότι ο όρος δεν θα τηρηθεί υιοθετούν, με κοινή συμφωνία, νέα ημερομηνία για την εφαρμογή της συμφωνίας.

Το άρθρο 18 παράγραφος 1 ορίζει ότι η εφαρμογή της συμφωνίας εξαρτάται από την υιοθέτηση και υλοποίηση από τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη των κρατών μελών που αναφέρονται στην έκθεση του Συμβουλίου (Οικονομικές και Δημοσιονομικές Υποθέσεις) προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Σάντα Μαρία ντα Φέιρα της 19ης και 20ής Ιουνίου 2000, καθώς και από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, την Ανδόρα, το Λιχτενστάιν, το Μονακό και το Σαν Μαρίνο, αντίστοιχα, μέτρων που είναι σύμφωνα ή ισοδυναμούν προς τα θεσπιζόμενα στην οδηγία ή στη συμφωνία, με εξαίρεση το άρθρο 15 της συμφωνίας και τον καθορισμό των ίδιων ημερομηνιών εφαρμογής.

Βάσει των διαπραγματεύσεων που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προκύπτει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 της συμφωνίας, η Ελβετική Συνομοσπονδία μπορεί να εφαρμόσει τη συμφωνία μόνον από την 1η Ιουλίου 2005, εξυπακουομένου ότι, μέχρι την ημερομηνία αυτή, θα έχουν πληρωθεί οι συνταγματικές απαιτήσεις της Ελβετίας.

Σας παρακαλώ να επιβεβαιώσετε ότι αποδέχεσθε την ημερομηνία της 1ης Ιουλίου 2005 ως νέα ημερομηνία εφαρμογής της συμφωνίας, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 της συμφωνίας, και ότι η ελβετική κυβέρ­νηση θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να τηρηθεί αυτή η ημερομηνία. Επίσης, σας παρακαλώ να επιβεβαιώσετε ότι, με βάση τις πληροφορίες που δόθηκαν κατά τις διαπραγματεύσεις της 21 ης Ιουνίου 2004 και με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, η Ελβετική Συνομοσπονδία δέχεται να τηρηθούν οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος Ι.

Δέχομαι ότι η Ελβετία υποχρεούται να εφαρμόζει τις διατάξεις της συμφωνίας από την 1η Ιουλίου 2005 μόνον εάν όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και καθεμία από τις χώρες και τα εδάφη που αναφέρομαι στο άρθρο 18 παράγραφος 1 της συμφωνίας εφαρμόζουν τα μέτρα για τη φορολόγηση των αποταμιεύσεων που αναφέρονται στη συμφωνία αυτή από την ίδια ημερομηνία. Ο ίδιος όρος ισχύει και για κάθε κράτος μέλος της ΕΕ.

Με εξαιρετική εκτίμηση

Άρθρο δεύτερο

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την 1η Ιουλίου 2005 και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17 αυτής, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του από την ανωτέρω Συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

       Εκτύπωση σελίδας
Πίσω Αρχή Aρχική σελίδα


ΓΡΑΦΕΙΑ: ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1, ΜΑΡΟΥΣΙ, Τ.Κ. 151 22. ΤΗΛ. 210 3217721, 210 3310096, 210 3240557, FAX: 210 3216671