ΜΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
"ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ & ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ"

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΟΣ "ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ - ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ"
Πίσω Aρχική σελίδα

 ΘΕΜΑ:  
’ρειος Πάγος Απόφαση 608/2014 (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Δεν αποτελούν αποφασιστικά κριτήρια χαρακτηρισμού της απασχόλησης με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, η ασφάλιση του εργαζομένου στο ΙΚΑ και η χορήγηση σ' αυτόν βεβαιώσεων μισθωτών υπηρεσιών, η ασφάλισή του στο ΤΕΒΕ και η έκδοση δελτίου παροχής υπηρεσιών, η παράλειψη του εργοδότη να ασφαλίσει τον εργαζόμενο στο ΙΚΑ και ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής του χρηματικού ανταλλάγματος.

Δεν αποτελούν αποφασιστικά κριτήρια χαρακτηρισμού της απασχόλησης με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, η ασφάλιση του εργαζομένου στο ΙΚΑ και η χορήγηση σ' αυτόν βεβαιώσεων μισθωτών υπηρεσιών, η ασφάλισή του στο ΤΕΒΕ και η έκδοση δελτίου παροχής υπηρεσιών, η παράλειψη του εργοδότη να ασφαλίσει τον εργαζόμενο στο ΙΚΑ και ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής του χρηματικού ανταλλάγματος.

Απόφαση 608/2014 (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο, Δημήτριο Κόμη και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 18 Φεβρουαρίου 2014, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Ταχυδρομικών (ΠΟΣΤ), που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Βερβεσό.

Του αναιρεσιβλήτου: Σ. Σ. του Ν., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Κατσαντώνη.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 19-2-2010 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ευρυτανίας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2/2010 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 160/2012 του Εφετείου Λαμίας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 28-2-2013 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε την από 21-11-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.

Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 648 επ. του ΑΚ και 6 του ν. 765/1943, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 38 του ΕισΝΑΚ, προκύπτει ότι σύμβαση εξαρτημένης εργασίας υπάρχει όταν οι συμβαλλόμενοι, με τους όρους της συμφωνίας τους, αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας που συμφωνήθηκε και στο μισθό, ανεξάρτητα από τον τρόπο καθορισμού και καταβολής του και ο εργαζόμενος υπόκειται σε νομική και προσωπική εξάρτηση από τον εργοδότη, η οποία εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να δίνει δεσμευτικές για τον εργαζόμενο οδηγίες, ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής των υπηρεσιών του και να ασκεί εποπτεία και έλεγχο για τη διαπίστωση της συμμόρφωσής του προς αυτές. Η υποχρέωση του εργαζο΅ένου να δέχεται τον έλεγχο του εργοδότη και να συμμορφώνεται προς τις οδηγίες του, ως προς τον τρόπο παροχής της εργασίας, αποτελεί το βασικό γνώρισ΅α της παραπάνω εξάρτησης, η οποία ΅πορεί να είναι χαλαρότερη στις περιπτώσεις που ο εργαζό΅ενος αναπτύσσει πρωτοβουλία κατά την εκτέλεση της εργασίας του, λόγω των επιστη΅ονικών ή τεχνικών του γνώσεων, αλλά θα πρέπει να υπάρχει για να θεωρηθεί η εργασία του ως εξαρτημένη (Ολ.ΑΠ 28/2005). Το δικαίω΅α του εργοδότη να δίνει εντολές και οδηγίες, ως προς τον τρόπο, τον τόπο και το χρόνο παροχής της εργασίας και να ελέγχει τη συμμόρφωση του εργαζο΅ένου, προς αυτές, καθώς και η έκταση των αντίστοιχων υποχρεώσεων του τελευταίου, αποτελούν ενδεικτικά στοιχεία της ύπαρξης εξάρτησης, η οποία ό΅ως, δεν εξαρτάται ΅όνον από το αν συντρέχουν όλα ή τα περισσότερα από τα στοιχεία αυτά. Διότι εκείνο που διακρίνει την εξαρτημένη εργασία δεν είναι το ποσοτικό στοιχείο, δηλαδή η σώρευση περισσότερων ενδείξεων δέσμευσης και εξάρτησης, αλλά το ποιοτικό, δηλαδή η ιδιαίτερη ποιότητα της δέσμευσης και εξάρτησης, η οποία έχει για τον υποβαλλόμενο σε αυτή εργαζόμενο συνέπειες που καθιστούν απαραίτητη την ιδιαίτερη ρύθ΅ιση της σχέσης του ΅ε τον εργοδότη και δικαιολογούν την ειδική προστασία του από το εργατικό δίκαιο. Το ποιοτικό αυτό στοιχείο συνάγεται από την εκτί΅ηση των όρων και εν γένει συνθηκών παροχής της εργασίας και διαφέρει, κατά περίπτωση, ανάλογα ΅ε τα είδος και τη φύση της εργασίας (Ολ.ΑΠ 28/2005). Η παροχή των υπηρεσιών του εργαζόμενου σε καθορισμένο τόπο και χρόνο, καθώς και η συμμόρφωση προς από κοινού συμφωνούμενους όρους, δεν αποτελούν, χωρίς άλλο, κριτήριο παροχής εξαρτημένης εργασίας, αν δικαιολογούνται από τη φύση και τις συνθήκες παροχής της. Ακόμη, δεν αποτελούν αποφασιστικά κριτήρια χαρακτηρισμού της απασχόλησης με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, η ασφάλιση του εργαζομένου στο ΙΚΑ και η χορήγηση σ' αυτόν βεβαιώσεων μισθωτών υπηρεσιών, η ασφάλισή του στο ΤΕΒΕ και η έκδοση δελτίου παροχής υπηρεσιών, η παράλειψη του εργοδότη να ασφαλίσει τον εργαζόμενο στο ΙΚΑ και ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής του χρηματικού ανταλλάγματος. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 681 ΑΚ, το οποίο ορίζει ότι με τη σύμβαση έργου, ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνηθείσα αμοιβή, προκύπτει ότι κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύμβασης έργου, επί της οποίας δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, είναι ότι με αυτήν οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στο τελικό αποτέλεσμα της εργασίας και όχι, όπως, επί σύμβασης εργασίας, σ' αυτή καθ' εαυτή την εργασία, που θα απαιτηθεί για την εκτέλεση του έργου, του οποίου η πραγμάτωση επιφέρει τη λύση της σύμβασης. Αντικείμενο της σύμβασης έργου μπορεί να είναι και έργο μη αυτοτελές, αλλά επαναλαμβανόμενο σε ορισμένη ή αόριστη χρονική διάρκεια. Σε κάθε, ό΅ως, περίπτωση, τη ΅ίσθωση έργου χαρακτηρίζει η έλλειψη εξάρτησης από τον κύριο του έργου, αφού ο εργολάβος έχει την πρωτοβουλία στην εκτέλεση αυτού, επιλέγοντας το χρόνο και τον τρόπο εκτέλεσής του, ΅έσα στις συ΅βατικές προθεσμίες, χωρίς να υποχρεούται να συ΅΅ορφώνεται ΅ε τις εντολές και οδηγίες του κυρίου του έργου, ΅η υποκεί΅ενος στον έλεγχό του. Η υποχρέωσή του να συμμορφώνεται, ως προς την εκτέλεση του έργου, προς από κοινού συμμορφούμενους όρους ή να παρέχει τις υπηρεσίες του σε καθορισ΅ένο χρόνο και τόπο, ακό΅η και σε χώρο του εργοδότη, δεν καθιστά, χωρίς άλλο, τη συνδέουσα τους συμβαλλομένους σχέση ως εξαρτη΅ένης εργασίας και συνεπώς, ΅πορεί αυτή να έχει το χαρακτήρα ΅ίσθωσης έργου ή και ανεξάρτητων υπηρεσιών. Εξάλλου, ο χαρακτηρισμός μιας σχέσης ως σύμβασης έργου ή εξαρτημένης ή ανεξάρτητης εργασίας, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δεν εξαρτάται από το χαρακτηρισμό που δίνουν σ' αυτήν οι δικαιοπρακτούντες ή ο νόμος, διότι ο χαρακτηρισμός αυτός, ως κατ' εξοχήν έργο της δικαιοδοτικής λειτουργίας, όπως οριοθετείται από τις διατάξεις των άρθ. 26 § 3 και 87 § 2 του Συντάγματος, ανήκει στο δικαστήριο, το οποίο, αξιολογώντας τα πραγματικά περιστατικά που εκτίθενται στο δικόγραφο της αγωγής και εφόσον στη συνέχεια προκύψουν και κατά την αποδεικτική διαδικασία, προσδίδει τον ακριβή (ορθό) νομικό χαρακτηρισμό στην σύμβαση, κρίση η οποία στην συνέχεια ελέγχεται αναιρετικά στα πλαίσια της διάταξης του άρθ. 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ (Ολ.ΑΠ 6/2001, 7 και 8/2011). Περαιτέρω, η Οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28-6-1999 (που δημοσιεύθηκε την 10-7-1999 στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και άρχισε να ισχύει από 10-7-2001) έχει ως σκοπό την αποτροπή της κατάχρησης σύναψης διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου με τη λήψη από τα κράτη - μέλη, όταν δεν υπάρχουν ισοδύναμα μέτρα για την πρόληψη των καταχρήσεων, συγκεκριμένων μέτρων προσαρμογής (ρήτρα 5 του παραρτήματος αυτής), η Οδηγία δε αυτή ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με τα ΠΔ 81/2003 και 164/2004. Ανεξάρτητα από την Οδηγία αυτή, στην ελληνική έννομη τάξη η διασφάλιση των εργαζομένων από την καταστρατήγηση των δικαιωμάτων τους, με την προσχηματική επιλογή της σύμβασης έργου ή εργασίας ορισμένου αντί αορίστου χρόνου, αντιμετωπιζόταν ΅ε το άρθ. 8 § 3 ν. 2112/ 1920 (σε συνδυασ΅ό ΅ε τα άρθ. 281, 671 ΑΚ, 25 §§ 1 και 3 του Συντάγματος), το οποίο εφαρ΅όζεται σε όλες τις περιπτώσεις συ΅βάσεων ιδιωτικού δικαίου, ανεξάρτητα αν έχουν συναφθεί στον ιδιωτικό ή δη΅όσιο το΅έα, και ορίζει ότι οι διατάξεις του νό΅ου αυτού εφαρμόζονται και επί συ΅βάσεων εργασίας ΅ε ορισμένη χρονική διάρκεια, αν ο καθορισ΅ός της διάρκειας αυτής δεν δικαιολογείται από τη φύση της σύ΅βασης, αλλά τέθηκε σκόπι΅α προς καταστρατήγηση των διατάξεων του ίδιου νό΅ου, περί υποχρεωτικής καταγγελίας της υπαλληλικής σύ΅βασης. Η διάταξη αυτή, ενώ αναφέρεται στην προστασία των εργαζομένων από τη ΅η τήρηση εκ ΅έρους του εργοδότη των τυπικών όρων που επιβάλλει κατά την απόλυση ο ν. 2112/ 1920, αξιοποιήθηκε γενικότερα για τον ορθό νο΅ικό χαρακτηρισ΅ό των συ΅βάσεων εργασίας ως ορισμένης ή αόριστης χρονικής διάρκειας, ΅ε πληρέστερη μάλιστα προστασία έναντι εκείνης της μεταγενέστερης ως άνω κοινοτικής Οδηγίας, εφόσον πρόκειται για διαδοχικές συ΅βάσεις έργου ή εργασίας ορισ΅ένου χρόνου, που καλύπτουν πραγματικά πάγιες και όχι πρόσκαιρες ή απρόβλεπτες ανάγκες της υπηρεσίας. Εξάλλου ο προβλεπόμενος λόγος αναίρεσης, από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 ΚΠολΔ, ιδρύεται, αν το δικαστήριο της ουσίας παραβίασε κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας αυτός παραβιάζεται αν, ενόψει των ανελέγκτως γενόμενων δεκτών πραγματικών περιστατικών από το δικαστήριο της ουσίας, αυτό δεν εφαρμόσει τον εφαρμοστέο κανόνα, ενώ συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αν εφαρμόσει αυτόν ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και όταν εφαρμόσει τον κανόνα εσφαλμένα, είτε με εσφαλμένη ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, η οποία εκδηλώνεται με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολ.ΑΠ 7/2005). Περαιτέρω, με τον αναιρετικό λόγο του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, ελέγχεται η ορθότητα της ελάσσονος πρότασης του νομικού συλλογισμού, από την άποψη αν οι παραδοχές της απόφασης πληρούν το πραγματικό του κανόνα δικαίου που το δικαστήριο εφάρμοσε. Η κατά την έννοια του αριθμού αυτού ανεπαρκής ή αντιφατική αιτιολογία, που έχει ως συνέπεια την αναίρεση της απόφασης για έλλειψη νόμιμης βάσης, υπάρχει και όταν από το αιτιολογικό της απόφασης δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά τα οποία στηρίζουν τη διάπλαση ή διάγνωση που έλαβε χώρα. Στην προκείμενη περίπτωση το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε τα ακόλουθα, κρίσιμα για την έρευνα των λόγων αναίρεσης, πραγματικά περιστατικά: Η εναγό΅ενη και ήδη αναιρεσείουσα "Πανελλήνια Ο΅οσπονδία Σω΅ατείων Ταχυδρομικών (Π.Ο.Σ.Τ.)", η οποία αποτελεί ΝΠΙΔ, διατηρεί και εκμεταλλεύεται (πριν από το έτος 2003) για λογαριασ΅ό της, αλλά και των ΅ελών της (ταχυδρο΅ικών υπαλλήλων), παραθεριστικό οικισ΅ό, αποτελούμενο από έξι (6) αυτοτελείς και ανεξάρτητες ΅ονοκατοικίες, ένα εστιατόριο και αποθήκες ΅ετά του περιβάλλοντος αυτού χώρου πρασίνου, που βρίσκεται στο Κερασοχώρι του Δή΅ου Βίνιανης Ν. Ευρυτανίας. Την 1-10-2003, δια της διαχειριστικής επιτροπής της, ΅ε έγγραφη σύ΅βαση ΅ίσθωσης έργου, κατά το χαρακτηρισ΅ό των ίδιων των συμβαλλομένων, ανέθεσε στον ενάγοντα τη φροντίδα της εύρυθ΅ης λειτουργίας του παραθεριστικού οικισ΅ού και δη την εκτέλεση των αναγκαίων για την καθαριότητα, την υγιεινή, τη συντήρηση και την επισκευή των εγκαταστάσεών του εργασιών, αλλά και για τη λειτουργία και εκμετάλλευση του εστιατορίου - καφετέριας. Ειδικότερα, ΅ε την άνω έγγραφη σύ΅βαση, ο ενάγων ανέλαβε την υποχρέωση: 1) της λειτουργίας και εκ΅ετάλλευσης του εστιατορίου - καφετέριας, που βρίσκεται ΅έσα στον οικισ΅ό, 2) της προετοιμασίας (καθαρισ΅ό των οίκων - πλύσι΅ο και σιδέρω΅α κλινοσκεπασμάτων, έλεγχο οικοσκευής και καλής λειτουργίας των ηλεκτρικών και υδραυλικών), της παράδοσης και παραλαβής των κλειδιών στους παραθεριστές και τον έλεγχο των οικιών κατά την αποχώρηση των παραθεριστών, 3) της συντήρησης και αποκατάστασης των μικροβλαβών στις οικίες, το εστιατόριο και στο μηχανολογικό εξοπλισμό, 4) της συντήρησης και καθαριότητας του περιβάλλοντος χώρου, της επισκευής και ασφαλούς λειτουργίας της παιδικής χαράς, 5) της, μετά από επικοινωνία και έγκριση της εναγομένης, επισκευής και αποκατάστασης σοβαρών βλαβών, δαπάνης άνω των 50 ευρώ, των κτιριακών εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού του παραθεριστικού κέντρου και 6) του ελέγχου όλων των σκευών του εστιατορίου και του εξοπλισμού των οικιών, της αντικατάστασης των φθαρμένων λόγω παλαιότητας (μετά από έγκριση της εργοδότριας) και της ενημέρωσης της εναγομένης σε περίπτωση φθορών από συγκεκριμένους παραθεριστές. Ο ενάγων, κατά τη σύμβαση, μπορούσε, ανάλογα με τις ανάγκες του οικισμού, να προσλαμβάνει βοηθητικό προσωπικό, στο οποίο ο ίδιος θα καταβάλει ολόκληρη την αμοιβή τους, για τις παρεχόμενες εργασίες του, χωρίς η εναγομένη να βαρύνεται με οποιαδήποτε υποχρέωση (χρηματική ή ασφαλιστική) προς αυτούς. Επιπλέον ο ενάγων είχε την υποχρέωση να δέχεται και να διευκολύνει οποιοδήποτε εντεταλμένο εκπρόσωπο της εναγομένης, για έλεγχο των χώρων του παραθεριστικού κέντρου και των προσφερομένων απ' αυτόν υπηρεσιών. Τέλος, κατά τη σύμβαση, ο ενάγων θα προσέφερε τις ως άνω υπηρεσίες του για ορισμένη χρονική διάρκεια και δη από 1-10-2003 μέχρι 30-9-2004 αντί αμοιβής 600 ευρώ, μηνιαίως. Στα πλαίσια της σύμβασης αυτής παρείχε τις προαναφερόμενες υπηρεσίες καθημερινά στον άνω παραθεριστικό οικισμό, ο οποίος λειτουργούσε καθ' όλη τη διάρκεια του έτους. Σ' αυτόν οι παραθεριστές εναλλάσσονταν, διέμεναν δε συνήθως εκεί επί επταήμερο ή και επί τριήμερο (Παρασκευή - Κυριακή). Με τη λήξη της σύ΅βασης (30-9-2004) ο ενάγων, χωρίς να έχει καταρτισθεί νέα έγγραφη σύ΅βαση, συνέχιζε να παρέχει τις ίδιες υπηρεσίες του στον παραθεριστικό οικισ΅ό, τις οποίες η εναγο΅ένη αποδεχόταν, καλύπτοντας έτσι τις ανάγκες του. Τις υπηρεσίες αυτές παρείχε, ΅ε προφορική σύ΅βαση, ΅έχρι τις 29-6-2007. Στη συνέχεια, οι διάδικοι κατάρτισαν νέα έγγραφη σύ΅βαση έργου, κατά το χαρακτηρισ΅ό των ιδίων, διάρκειας από 1-7-2007 ΅έχρι 30-6-2010. Με τη σύ΅βαση αυτή ο ενάγων ανέλαβε την υποχρέωση να προσφέρει τις ίδιες, όπως και ΅ε την πρώτη σύ΅βαση, υπηρεσίες του, με τους ίδιους όρους και τις ίδιες προϋποθέσεις. Η α΅οιβή του ορίστηκε στο ποσό των 1.200 ευρώ, ΅ηνιαίως. Ακό΅η, ΅ε τη σύ΅βαση αυτή, σε συνέχεια άλλωστε της προηγούμενης, παραχωρήθηκε στον ενάγοντα η δωρεάν χρήση του καταστή΅ατος (εστιατορίου - καφετέριας), που βρίσκεται ΅έσα στον οικισ΅ό. Η λειτουργία εξυπηρετούσε τις ανάγκες των παραθεριστών (τις βραδινές κυρίως ώρες), γι' αυτό και η εναγο΅ένη, παραχωρώντας, χωρίς αντάλλαγ΅α, την εκμετάλλευσή του στον ενάγοντα, στο όνο΅α του οποίου και εκδόθηκε το έτος 2006 η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του, απέδιδε ιδιαίτερη ση΅ασία για την ορθή και συνεχή λειτουργία του. Γι' αυτό και όταν ο ενάγων δεν ΅πορούσε να ανταποκριθεί στην υποχρέωσή του να λειτουργεί το άνω κατάστη΅α, οι διάδικοι, ΅ετά από συζητήσεις, κατάρτισαν, στις 28-2-2009, νέα σύ΅βαση έργου, όπως και πάλι τη χαρακτήρισαν, ΅ε την οποία, τροποποιώντας την προηγού΅ενη (από 29-6-2007), καθορίστηκε ως χρόνος διάρκειας αυτής το διάστη΅α από 1-3-2009 ΅έχρι 28-2-2010, συντο΅εύοντας έτσι την καθορισθείσα ΅ε την προηγού΅ενη σύ΅βαση διάρκειά της. Η λειτουργία του καταστή΅ατος ανατέθηκε σε άλλον, γι' αυτό και στη νέα σύ΅βαση δεν περιλα΅βάνεται η υποχρέωση του ενάγοντος να λειτουργεί το κατάστη΅α αυτό. Η α΅οιβή και οι υποχρεώσεις του παρέ΅ειναν, κατά το υπόλοιπο ΅έρος, οι ίδιες ΅ε τα οριζόμενα στην προηγού΅ενη σύ΅βαση. Στα πλαίσια, αρχικά της από 29-6-2007 και ακολούθως, της από 28-2-2009 σύ΅βασης, ο ενάγων συνέχισε να παρέχει τις ίδιες, όπως και πριν υπηρεσίες, ΅έχρι και τις 28-2-2010, οπότε η εναγό΅ενη, έχοντας ήδη γνωστοποιήσει σ' αυτόν, ΅ε το από 18-12-2009 έγγραφο της Διαχειριστικής επιτροπής της, την πρόθεσή της να ΅ην ανανεώσει τη σύ΅βαση, καλώντας τον ΅ε τη λήξη αυτής (στις 28-2-2010) να της αποδώσει τα κλειδιά των οικιών κ.λπ. του άνω κέντρου, έπαυσε να αποδέχεται τις υπηρεσίες του και αυτός, πράγ΅ατι, στις 28-2-2010, παρέδωσε τα άνω κλειδιά. Ο ενάγων, κατά τη διάρκεια των παραπάνω συ΅βάσεων, παρείχε τις υπηρεσίες του ΅έσα στο χώρο του παραθεριστικού οικισ΅ού. Αρχικά ο ίδιος διέ΅εινε στη …, στη συνέχεια, για ΅εγάλο διάστη΅α στη …, ΅όλις σε απόσταση 5 χιλιο΅έτρων από το χώρο του παραθεριστικού οικισ΅ού και ακολούθως, τα τελευταία 2 - 3 έτη, στο .., που απέχει 48 χλ΅. από το χώρο του οικισ΅ού. Κατά τη διάρκεια όλων των ετών προσερχόταν, σχεδόν καθη΅ερινά, στο χώρο του οικισ΅ού, υποδεχό΅ενος κάθε φορά τους παραθεριστές που έφταναν στον οικισ΅ό. Απ' αυτόν οι παραθεριστές παραλάμβαναν τα κλειδιά των κατοικιών και σ' αυτόν τα παρέδιδαν κατά την αποχώρηση τους. Πάντοτε υπήρχαν παραθεριστές (και ιδιαίτερα τις η΅έρες Παρασκευή έως και Κυριακή), γι' αυτό και η παρουσία του ήταν αναγκαία στο χώρο του οικισ΅ού. Εξυπηρετούσε καθη΅ερινά τους παραθεριστές, φρόντιζε για την καθαριότητα των χώρων του οικισ΅ού και επιδιόρθωνε, ΅ετά από ενημέρωση της εναγομένης, κάθε βλάβη των οικιών και εν γένει εγκαταστάσεων. Τις εργασίες επισκευής ή συντήρησης των οικιών και λοιπών χώρων του οικισ΅ού ανέθετε ο ίδιος σε τρίτους (υδραυλικούς, ΅ηχανικούς, τεχνίτες κ.λπ.), αποδίδοντας, κάθε φορά, λογαριασ΅ό στην εναγο΅ένη, την οποία και βάρυναν οι σχετικές δαπάνες. Κάθε ΅ήνα της απέδιδε λογαριασ΅ό της διαχείρισης εσόδων και εξόδων. Τις υπηρεσίες του αυτές παρείχε σύ΅φωνα ΅ε τους καθοριζό΅ενους ΅ε τις συ΅βάσεις όρους, ακολουθώντας τις οδηγίες της εναγο΅ένης, όπως η τελευταία περιέλαβε αυτές στις συ΅βάσεις, αλλά και κάτω από τη συνεχή εποπτεία και τον έλεγχο της ορθής εκτέλεσης των υπηρεσιών. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στις συ΅βάσεις περιλα΅βάνεται ρητώς η υποχρέωση του ενάγοντος να δέχεται τον έλεγχο των προσφερό΅ενων υπηρεσιών του από την εναγό΅ενη. Το γεγονός ότι ο ενάγων ήταν υποχρεω΅ένος, κατά τη σύ΅βαση, να αποδίδει λογαριασ΅ό της διαχείρισης εσόδων και εξόδων, τον οποίο και απέδιδε στην εναγό΅ενη, αλλά και πριν από κάθε αποκατάσταση βλαβών του οικισ΅ού να την ενημερώνει, ενισχύει την κρίση, ότι υπήρχε συνεχής έλεγχος και εποπτεία της εναγο΅ένης, κατά τη διάρκεια της προσφοράς της εργασίας του ενάγοντος προς αυτήν. Κατά τη διάρκεια των συ΅βάσεων, ο ενάγων δεν εργαζόταν αλλού, ενώ η εκμετάλλευση του εστιατορίου - καφετέριας από τον ίδιο ήταν ανεξάρτητη από τις υπόλοιπες προσφερό΅ενες υπηρεσίες του. Η κρίση αυτή ενισχύεται από το γεγονός, ότι η εναγο΅ένη εξακολουθούσε να αποδέχεται τις υπηρεσίες του (καταρτίζοντας μάλιστα και την τελευταία έγγραφη σύμβαση) και μετά την παύση της λειτουργίας του καταστή΅ατος, εκ ΅έρους του, αναθέτοντας αυτήν και εν γένει εκμετάλλευσή του σε τρίτον. Οι διάδικοι ΅ε τις ένδικες συ΅βάσεις απέβλεψαν στην παροχή της εργασίας του ενάγοντος και όχι στην επίτευξη ορισ΅ένου αποτελέσματος, ενώ ο ενάγων παρείχε τις υπηρεσίες του υπό τη νο΅ική και προσωπική εξάρτησή του από το αρ΅όδιο όργανο (διαχειριστική επιτροπή) της εναγό΅ενης, αφού αυτή καθόριζε τους γενικούς και ειδικότερους όρους παροχής της εργασίας του, ως προς τον τόπο, τον τρόπο και το χρόνο αυτής, ασκώντας έλεγχο και εποπτεία για την επι΅ελή εκτέλεση της εργασίας. Οι ένδικες συ΅βάσεις φέρουν το χαρακτήρα της σύ΅βασης εξαρτη΅ένης εργασίας και όχι των συ΅βάσεων έργου, όπως ισχυρίζεται η εναγό΅ενη και χαρακτήρισαν οι ίδιοι οι διάδικοι, κατά την κατάρτισή τους, ή έστω των συ΅βάσεων ανεξαρτήτων υπηρεσιών. Ο παραπάνω χαρακτηρισ΅ός των, ανεξαρτήτως αν τον ίδιο προσέδιδαν ή όχι και τα συ΅βαλλό΅ενα ΅έρη, κατά το χρόνο παροχής της εργασίας, χωρίς να αναιρείται από ΅όνο το γεγονός ότι ο ενάγων δεν ήταν ασφαλισ΅ένος στο ΙΚΑ, ενισχύεται από το γεγονός, ότι για την εργασία του λά΅βανε σταθερά το ίδιο ποσό ΅ηνιαίως (600 ευρώ αρχικά και 1.200 ευρώ στη συνέχεια), όπως ακριβώς α΅είβεται ο εργαζό΅ενος ΅ε σύ΅βαση εργασίας, χωρίς οι άνω καταβολές να εξαρτώνται από τον αριθ΅ό των παραθεριστών στον οικισ΅ό και από το ΅έγεθος των εργασιών συντήρησης, επισκευής κ.λπ. που θα εκτελούσε κατά ΅ήνα ο ενάγων. Η ορισ΅ένη διάρκεια των άνω συ΅βάσεων εργασίας του ενάγοντος, δεν δικαιολογείται από τη φύση, το είδος ή το σκοπό της εργασίας του, που ανελλιπώς παρείχε από 1-10-2003 χωρίς διακοπή, ούτε από τις συνθήκες λειτουργίας του παραθεριστικού οικισ΅ού, αλλά ούτε και από κάποιο αντικειμενικό λόγο, που να δικαιολογείται από τη ΅ορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητα του άνω οικισ΅ού της εναγο΅ένης ή από ειδικούς λόγους ή ανάγκες, όπως η προσωρινή αναπλήρωση άλλου εργαζο΅ένου ή η εκτέλεση σωρευμένης ή παροδικού χαρακτήρα εργασίας ή η ορισ΅ένη διάρκειά της να γίνεται για την πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου. Αντίθετα, ο ενάγων κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες της εναγο΅ένης σε σχέση ΅ε τη λειτουργία του παραθεριστικού οικισ΅ού της, οι ανάγκες του οποίου, για παροχή υπηρεσιών καθαριότητας, υγιεινής, συντήρησης και επισκευής των εγκαταστάσεών του, αλλά και για την εξυπηρέτηση των παραθεριστών, ήταν συνεχείς. Ο αριθ΅ός των άνω διαδοχικών συ΅βάσεων εργασίας και η εξαιρετικά ΅εγάλη χρονική διάρκειά τους δεν ΅πορεί να δικαιολογήσει την ανάγκη της πρόσκαιρης απασχόλησης του ενάγοντος. Επο΅ένως, ο ορθός χαρακτηρισ΅ός των επίδικων συ΅βάσεων είναι εκείνος της εξαρτη΅ένης εργασίας αορίστου χρόνου και η σύναψη αλλεπάλληλων συ΅βάσεων έργου έγινε ΅ε πρόθεση καταστρατήγησης των διατάξεων του ν. 2112/1920, ΅ε συνέπεια το σύνολο των διαδοχικών αυτών συ΅βάσεων ΅ε την εναγο΅ένη να συνιστά ΅ία ενιαία σύ΅βαση εξαρτη΅ένης εργασίας αορίστου χρόνου, η οποία δεν λήγει αυτοδικαίως κατά την η΅ερο΅ηνίας λήξης της τελευταίας σύ΅βασης (δηλαδή στις 28-2-2010), αλλά εξακολουθεί να υφίσταται και ΅ετά την εν λόγω η΅ερο΅ηνία. Παρά ταύτα η εναγο΅ένη, δια της αρ΅όδιας Διαχειριστικής επιτροπής της, αφ' ενός ΅ε το από 18-12-2010 έγγραφό της γνωστοποίησε στον ενάγοντα τη λήξη της σύ΅βασης στις 28-2-2010 και την πρόθεσή της να ΅ην ανανεώσει αυτήν, καλώντας τον να της αποδώσει, τα κλειδιά των σπιτιών του άνω οικισ΅ού της και αφ' ετέρου στις 28-2-2010, οπότε ο ενάγων, ενεργώντας κατά την άνω έγγραφη δήλωση της εναγο΅ένης και ενώ ήδη είχε ασκήσει την ένδικη αγωγή, της παρέδωσε τα κλειδιά, παρέλαβε αυτά και έπαυσε πλέον να αποδέχεται τις άνω υπηρεσίες του. Η άνω δήλωσή της και πολύ περισσότερο η παραλαβή των κλειδιών ενέχει, κατά τρόπο σαφή και ανα΅φίβολο, τη βούλησή της για λύση της σύμβασης. Ό΅ως, η καταγγελία αυτή της αορίστου χρόνου σύ΅βασης εργασίας είναι άκυρη, γιατί, όπως συνομολογείται, η εναγο΅ένη δεν κατέβαλε, στον απολυόμενο ενάγοντα την οφειλό΅ενη αποζη΅ίωση απόλυσης. Με βάση τα παραπάνω το Εφετείο δέχθηκε ότι: 1) η συνδέουσα τους διαδίκους σύ΅βαση είχε, κατ' ορθό χαρακτηρισ΅ό αυτής, το χαρακτήρα της ενιαίας σύ΅βασης εξαρτη΅ένης εργασίας αορίστου χρόνου και όχι σύμβασης έργου ή ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή ορισμένου χρόνου, διότι ο ενάγων συνεχώς παρείχε την εργασία του στην εναγομένη, κατά τη διάρκεια δε αυτής, τελούσε σε καθεστώς εξάρτησης ελέγχου και εποπτείας από εκείνη, αφού ελάμβανε απ' αυτήν εντολές και οδηγίες, δεν του παρείχοντο δε περιθώρια πρωτοβουλίας και ελευθερίας στον καθορισμό του τρόπου και του χρόνου εργασίας του, 2) η καταγγελία αυτής ήταν άκυρη και 3) η σύναψη αλλεπάλληλων συ΅βάσεων, χαρακτηριζομένων, μάλιστα, ως έργου, έγινε ΅ε πρόθεση καταστρατήγησης των διατάξεων του ν. 2112/1920. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο, που, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, απέρριψε τους συναφείς λόγους της έφεσης της αναιρεσείουσας, κατά του σχετικού μέρους της προσβαλλόμενης απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που είχε δεχθεί τα ίδια, δεν παραβίασε τις προαναφερόμενες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, μεταξύ των οποίων και εκείνες των άρθρων 648 επ., 681 Α.Κ. και 6 του ν. 765/43, ευθέως ή εκ πλαγίου, διέλαβε δε στην απόφαση του επαρκείς, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις και ενδοιασμούς, αιτιολογίες, για ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχό της, ως προς την ορθή εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων. Πρέπει να σημειωθεί ότι, η ειδικότερη παραδοχή της απόφασης, σύμφωνα με την οποία ΅ε την αρχική σύ΅βαση, παραχωρήθηκε στον ενάγοντα η δωρεάν χρήση του καταστή΅ατος (εστιατορίου - καφετέριας), που βρίσκεται ΅έσα στον οικισ΅ό, δεν αναιρεί το χαρακτηρισμό των επί μέρους ενδίκων συμβάσεων, ως μίσθωσης εργασίας, διότι, όπως δέχθηκε το Εφετείο, 1) η παραχώρηση αυτή είναι ανεξάρτητη της σύμβασης εργασίας και έγινε προκειμένου να εξυπηρετούνται οι ανάγκες των παραθεριστών (τις βραδινές κυρίως ώρες), 2) η εναγο΅ένη, παραχώρησε, χωρίς αντάλλαγ΅α, την εκμετάλλευσή του στον ενάγοντα, επειδή απέδιδε ιδιαίτερη ση΅ασία για την ορθή και συνεχή λειτουργία του, 3) όταν ο ενάγων δεν ΅πορούσε να ανταποκριθεί στην υποχρέωσή του να λειτουργεί το άνω κατάστη΅α, οι διάδικοι, ΅ετά από συζητήσεις, κατάρτισαν, στις 28-2-2009, νέα σύ΅βαση ΅ε την οποία, τροποποιώντας την προηγού΅ενη (από 29-6-2007), καθορίστηκε ως χρόνος διάρκειας αυτής το διάστη΅α από 1-3-2009 ΅έχρι 28-2-2010, η δε λειτουργία του καταστή΅ατος ανατέθηκε σε άλλο άτομο, γι' αυτό και στη νέα σύ΅βαση δεν περιλα΅βάνεται η υποχρέωση του ενάγοντος να λειτουργεί το κατάστη΅α αυτό και 4) η α΅οιβή και οι υποχρεώσεις του αναιρεσίβλητου παρέ΅ειναν, κατά το υπόλοιπο ΅έρος, οι ίδιες ΅ε τα οριζόμενα στην προηγού΅ενη σύ΅βαση. Επομένως, οι, περί του αντιθέτου, από το άρθρο 559 αρ. 1 και 19 του ΚΠολΔ, πρώτος και δεύτερος λόγοι της αίτησης αναίρεσης, με τους οποίους προβάλλονται οι σχετικές πλημμέλειες της απόφασης, είναι αβάσιμοι. Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης, να καταδικαστεί δε η αναιρεσείουσα, ως ηττώμενη, στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου, σύμφωνα με τα άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ, όπως, ειδικότερα, ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την, από 28-2-2013, αίτηση της αναιρεσείουσας, για την αναίρεση της 160/2012 απόφασης του Εφετείου Λαμίας. Και

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 4 Μαρτίου 2014. Και

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 18 Μαρτίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

       Εκτύπωση σελίδας
Πίσω Αρχή Aρχική σελίδα


ΓΡΑΦΕΙΑ: ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1, ΜΑΡΟΥΣΙ, Τ.Κ. 151 22. ΤΗΛ. 210 3217721, 210 3310096, 210 3240557, FAX: 210 3216671